64ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Η Μόνικα Μπελούτσι και πολλές πρεμιέρες ελληνικών ταινιών

Η ιταλίδα «θεά» Μόνικα Μπελούτσι μοιράζετε τη δίαιτα των 5 ημερών

Ηπιο φωταγωγημένη επίσκεψη στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από αυτή της Μόνικα Μπελούτσι. Η Ιταλίδα καλλονή παρευρέθηκε στο Ολύμπιον για την προβολή του υβριδικού φιλμ «Μαρία Κάλλας: επιστολές και αναμνήσεις». Παράλληλα, πολλές πρεμιέρες ελληνικών ταινιών εκπλήσσουν ευχάριστα – και άλλες πολύ δυσάρεστα

134197519-a.jpg24 ώρες με τη Μόνικα Μπελούτσι στη Θεσσαλονίκη

Ήταν φυσικό η παρουσία της Μόνικα Μπελούτσι να τραβήξει τα περισσότερα φλας. Άλλωστε, είναι μία από τις τελευταίες μεγάλες σταρ της μεγάλης οθόνης που απέκτησε διαστάσεις παγκόσμιου ειδώλου λόγω της ομορφιάς της. Πέρα από την παρουσίαση του υβριδικού ντοκιμαντέρ που σκηνοθέτησαν ο Τομ Βολφ και ο Γιάννης Δημολίτσας, που αναφερόταν στην παγκόσμια περιοδεία της θεατρικής παράστασης για τη ζωή της Μαρία Κάλλας όπου η Μπελούτσι υποδυόταν την κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνο του 20ού αιώνα. Επιπλέον, η Μπελούτσι παρέλαβε τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο λίγο πριν την ειδική προβολή της ταινίας «Μαλένα» (2000) του Τζουζέπε Τορνατόρε. Ο σκηνοθέτης της ταινίας ευχαρίστησε με τη σειρά του το Φεστιβάλ για την τιμητική πρόσκληση και μίλησε για την ιδέα και το ταξίδι της ταινίας μέχρι σήμερα. «Στην πραγματικότητα, σήμερα θα παρακολουθήσουμε ένα ντοκιμαντέρ για τη Μόνικα Μπελούτσι ή για τη Μόνικα, αν προτιμάτε, η οποία ενσαρκώνει τη Μαρία μέσα από τα γράμματα της τελευταίας. Ξεκίνησε πριν περίπου δυόμισι χρόνια και έκανε τον γύρο του κόσμου. Από την πλευρά μας αποφασίσαμε να την κινηματογραφήσουμε με έναν όσο πιο απλό και όμορφο τρόπο» σημείωσε ο Γιάννης Δημολίτσας.

Ο σκηνοθέτης είπε πως η ταινία προέκυψε με άξονα τις επιστολές της Κάλλας και το αρχειακό υλικό. Στο φιλμ η κάμερα ακολουθεί τη Μόνικα Μπελούτσι κατά την προετοιμασία για το γύρισμα δραματοποιημένων σκηνών. Σημείο αναφοράς αποτέλεσαν οι ταινίες «L’Amore» του Ρομπέρτο Ροσελίνι και «Η ανθρώπινη φωνή» του Ζαν Κοκτό, όπου η Άννα Μανιάνι ενσαρκώνει μια γυναίκα που συνομιλεί στο τηλέφωνο προσπαθώντας να σώσει τον έρωτά της. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, η Μόνικα Μπελούτσι τόνισε πως το πάθος της για το σινεμά και την υποκριτική έχει παραμείνει αμετάβλητο. Χαρακτηριστικά δήλωσε: «Η σκοτεινή αίθουσα δεν θα πάψει ποτέ να διαθέτει μια δύναμη μυσταγωγική. Είναι όπως το είχε πει και ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Όταν βρισκόμαστε στην αίθουσα, παρακολουθούμε την ταινία με το κεφάλι και το βλέμμα στραμμένο προς τα πάνω. Σαν να αντικρίζουμε κάτι υψηλότερο και ονειρώδες, κάτι που μας υπερβαίνει».

Από τον Παπαδιαμάντη στο Πολύδροσο

Η πολυσυζητημένη «Φόνισσα» έκανε την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ κουβαλώντας μεγάλες προσδοκίες, κυρίως λόγω του ειδικού βάρους που φέρει το μυθιστόρημα του Παπαδιαμάντη, του εντυπωσιακού cast και της δαπανηρής παραγωγής. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη κάνει πραγματική υπέρβαση στον ρόλο της Φραγκογιαννούς. Ερμηνεύει με πάθος τη βασανισμένη χήρα που ειδικεύεται στα γιατροσόφια και εκτελεί ρόλο εξολοθρευτή αγγέλου όταν θανατώνει τα νεογέννητα κορίτσια για να μην υποστούν την κακοποίηση και να μην καταστρέψουν την οικογένειά τους όταν θα τους ζητηθεί η προίκα.

Η Εύα Νάθενα δεν έχει προηγούμενη εμπειρία πίσω από την κάμερα – και φαίνεται. Το σύνολο διασώζεται όταν πατάει στις ράγες του σκληρού, γάργαρου και συγκλονιστικού από κάθε άποψη έργου του Παπαδιαμάντη. Όταν η Νάθενα κάνει σκηνοθετικές επιλογές, δείχνει παιδιά να τρέχουν και κοράκια να πετούν, με ανάμεικτα αποτελέσματα. Αυτό που λειτουργεί είναι το παιχνίδι ανάμεσα στη μνήμη και στο παρόν σε άκρως ατμοσφαιρικές σκηνές όπου δεσπόζει η εξαιρετική Μαρία Πρωτόπαππα.

Ισως να μην βρει το κοινό που του αξίζει το σχεδόν χειροποίητο και ιδιοσυγκρασιακό «Τράνζιτ» του Κάρολου Ζωναρά, που πειραματίζεται με τα όρια της επιστημονικής φαντασίας και χαρτογραφεί την άχρονη πορεία χαμένων ψυχών σε μια ελεγεία για τη σχέση πατέρα και γιου. Στις υπόλοιπες προβολές, το «Μέντιουμ» της Χριστίνας Ιωακειμίδη κέρδισε τις εντυπώσεις. Μια απρόσμενα τρυφερή και ευρηματική ταινία ενηλικίωσης μέσα από ένα μελαγχολικό οδοιπορικό στην καλοκαιρινή Αθήνα, χωρίς ίχνος επιτήδευσης. Ταινία αληθινή, σημερινή και ειλικρινά ανήσυχη. Στον αντίποδα βρίσκεται ο «Τελευταίος ταξιτζής», ένα παρωχημένο φιλμ που παριστάνει την εναλλακτική δραμεντί απαιτώντας από τον θεατή να αποδεχθεί ή να προσπεράσει τη σεξιστική φύση του σεναρίου. Ο Στέργιος Πάσχος, αφού θεώρησε ότι κάνει quirky ειρωνεία με το κακότεχνο «Άφτερλωβ», όπου ο ήρωας απήγαγε την πρώην κοπέλα του σε ένα σπίτι μέχρι εκείνη να αλλάξει γνώμη, τώρα νομιμοποιεί τη συμπεριφορά ενός μεσόκοπου stalker ταξιτζή (Κώστας Κορωναίος) που κυνηγάει και τελικά καταστρέφει τη σχέση μιας πελάτισσας (Κλέλια Ανδριολάτου) με την οποία είχε one night stand. Ο σκηνοθέτης νομίζει ότι κάνει αναρχικές κωμωδίες μέσα από το male gaze του, αλλά προκειμένου να διαχειριστείς ακραίες καταστάσεις που στην αληθινή ζωή δικαιολογούν ασφαλιστικά μέτρα, είναι προαπαιτούμενο να έχεις συγκρότηση και στιβαρό καλλιτεχνικό όραμα. Ο Πάσχος στερείται και τα δύο. Στα υπόλοιπα, έτη φωτός μακριά από το πατριαρχικό σινεμά αποδεικνύονται αληθινό στολίδι για το εγχώριο σινεμά οι ταινίες του Αλέξανδρου Βούλγαρη («The Boy»). Στο «Πολύδροσο» η Σοφία Κόκκαλη (μακράν η κορυφαία Ελληνίδα ηθοποιός της γενιάς της) και η Βίκυ Καγιά (ανέλπιστα άψογη ως επαγγελματίας) υποδύονται μάνα και κόρη σε ένα πολυεπίπεδο, γήινο, αληθινό και υπερβατικό έργο με φροντισμένη φωτογραφία και με μια μεγάλη καρδιά που την αφουγκράζεσαι να χτυπάει πίσω από κάθε πλάνο.

Ο Ανδρέας Κύρκος

Ανδρέας Κύρκο