«Κόψε – ράψε» η συνέντευξη Μητσοτάκη στη Washington Post, «ξέχασαν» τις ερωτήσεις στον πρωθυπουργό για τη λογοκρισία…
Λογοκρισία στις ερωτήσεις της Washington Post για τη λογοκρισία που πέρασε στον Ποινικό Κώδικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Κι όμως, το είδαμε κι αυτό!
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραχώρησε συνέντευξη στην Washington Post και την έμπειρη δημοσιογράφο Lally Weymouth. Ως εδώ, όλα καλά.
Η συνέντευξη αυτή εστάλη, ως ενημερωτικό σημείωμα, στα ΜΜΕ και το Αθηναϊκό Πρακτορείο από το Μαξίμου. Μόνο που από το ενημερωτικό αυτό, η… μονταζιέρα του Μαξίμου φρόντισε να «ξεχάσει» τις ερωτήσεις που έφεραν σε δύσκολη θέση τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ερωτήσεις για την απόπειρα της κυβέρνησης να επιβάλει λογοκρισία με το… μανδύα της μάχης κατά των fake news.
Συμπεριλήφθηκαν οι απαντήσεις για την οικονομία που «ανακάμπτει εντυπωσιακά», για την πανδημία και το στόχο του 80% στην εμβολιαστική κάλυψη, την Τουρκία, τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και οι γενικόλογες απαντήσεις για το προσφυγικό και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Στο ενημερωτικό του Μαξίμου, που αναπαρήγαγε αυτούσιο το Αθηναϊκό Πρακτορείο, και με τη σειρά τους η πλειοψηφία των ΜΜΕ, κάτι… λείπει. Τι λείπει; Μια σειρά από ερωτήσεις που είχαν να κάνουν με τον Ποινικό Κώδικα και τα όσα προβλέπει για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, για δημοσιεύματα που μπορεί «να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία».
Η Lally Weymouth δεν… μασάει τα λόγια της και τον εγκαλεί γιατί χρειάζεται ένας τέτοιος νόμος. Ειδικά σε έναν άνθρωπο, όπως του λέει, που θα έπρεπε να έχει συνηθίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Η απάντηση; Ότι θα πάρει στα σοβαρά τις… επισημάνσεις της!
Η δημοσιογράφος της Washington Post καλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη να πάρει πίσω το νόμο που απειλεί την ελευθεροτυπία και του ζητά να είναι ανεκτικός στην κριτική.
Οι ερωτήσεις που… δεν άρεσαν ήταν προς το τέλος της συνέντευξης, όταν η Lally Weymouth, κάλεσε τον πρωθυπουργό να απαντήσει για την πρόσφατη θέσπιση νομοθεσίας «κατά της ψευδούς είδησης», το διαβόητο χουντικής έμπνευσης άρθρο 191 του νέου Ποινικού Κώδικα. Υπενθυμίζεται πως το εν λόγω άρθρο τιμωρεί με ποινή φυλάκισης ή χρηματικής ποινής όσους εκφράζοντας δημόσια τις απόψεις τους για την οικονομία, τον τουρισμό, την αμυντική ικανότητα της χώρας, τις διεθνείς της σχέσεις ή τη δημόσια υγεία θεωρηθούν πως διαδίδουν «fake news».
«Το ελληνικό κοινοβούλιο μόλις ψήφισε έναν νόμο που καθιστά ποινικό αδίκημα τη δημοσίευση “ψευδών ειδήσεων”, και καθιστά υπεύθυνους τόσο τον ιδιοκτήτη όσο και τον δημοσιογράφο» σημειώνει αρχικά ο δημοσιογράφος, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να απαντά πως «προσπαθήσαμε να περιορίσουμε ό,τι μπορεί να δημοσιευτεί, έτσι ώστε οι ιστορίες “ψευδών ειδήσεων”, ειδικά εκείνες που σχετίζονται με τη δημόσια υγεία, να μην έχουν υπερβολική έκθεση».
Και η δημοσιογράφος της Washington Post επιμένει! «Νομίζω ότι αυτό θα ήταν ένα μεγάλο λάθος. Τι χρειάζεστε με την επίθεση στα μέσα ενημέρωσης;» ρωτά, με τον πρωθυπουργό να αρκείται να ανταπαντήσει πως «αυτό που κάνουμε είναι πολύ μετρημένο και πολύ έγκυρο».
«Γιατί απλώς δεν αποφασίζετε να μην το κάνετε;» επιμένει να ρωτά η δημοσιογράφος, με την απάντηση του Κ. Μητσοτάκη να εκπλήσσει. «Είστε μία έμπειρη δημοσιογράφος. Θα λάβω σοβαρά υπόψιν την παρατήρησή σας».
«Και εσείς είστε ένας πολύ επιτυχημένος πρωθυπουργός» επιστρέφει την φιλοφρόνηση η Weymouth, πριν συνεχίσει το… πρέσινγκ. «Γιατί το κάνετε αυτό; Εσείς, από όλους τους ανθρώπους θα πρέπει να είστε συνηθισμένος στα μέσα ενημέρωσης. Εκτίθεστε στη δημόσια σφαίρα εδώ και χρόνια. Είναι ένας ολισθηρός δρόμος». Και σε αυτό η απάντηση του πρωθυπουργού είναι: «Είχα το μερίδιο επιθέσεων που μου αναλογεί. Αλλά δεν είναι για μένα. Αφορά… τη δημόσια υγεία. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσατε να υποστηρίξετε ότι οι ιστορίες είναι ήδη στο διαδίκτυο, και κανείς δεν μπορεί να λογοκρίνει το διαδίκτυο». Και παρά τις προσπάθειες να «κλείσει» το θέμα, η δημοσιογράφος να επανέρχεται.
«Διαφωνώ με τους αντιεμβολιαστές, αλλά δεν θα τους λογόκρινα» λέει, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επικεντρώνει την απάντησή του στην υπεράσπιση της πολιτικής της κυβέρνησης έναντι των ανεμβολίαστων.
«Θα κρατήσω την παρατήρησή σας. Όσον αφορά τους αντιεμβολιαστές, αυτό που κάνουμε είναι να κάνουμε τη ζωή δύσκολη σε όσους δεν θέλουν να εμβολιαστούν. Δεν καθιστούμε υποχρεωτικά τα εμβόλια, και δεν τους επιβάλουμε lockdown» ήταν η απάντησή του, πριν κληθεί να απαντήσει στο ερώτημα για το εάν η κυβέρνησή του «είναι το αντίδοτο στον αυξανόμενο λαϊκισμό στην Ευρώπη».
«Είμαστε μία λογική κεντροδεξιά κυβέρνηση που ήρθε μετά από μία λαϊκίστικη κυβέρνηση που απογοήτευσε τον λαό» υποστήριξε, πριν καταλήξει πως «η κυβέρνησή μας εξακολουθεί να είναι αρκετά δημοφιλής και έχουμε λογικές πιθανότητες να κερδίσουμε τις επόμενες εκλογές».
Πίνακας αξιολόγησης Bloomberg για την πανδημία: Πιάσαμε πάτο…
Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αυτοθαυμάζεται πλέον και εκτός των συνόρων για τη διαχείριση της πανδημίας κορωνοϊού, ωστόσο το Bloomberg έχει μία εντελώς διαφορετική γνώμη, καθώς γκρεμίζει με ηχηρό τρόπο το δήθεν success story του πρωθυπουργού. Το πρακτορείο κατατάσσει τη χώρα μας 39η μεταξύ 53 χωρών, με την Ελλάδα να βρίσκεται τρίτη από το τέλος στην Ευρώπη. Μάλιστα πάνω από την Ελλάδα βρίσκονται χώρες όπως το Ιράκ και Πακιστάν.
Συγκεκριμένα, επί ένα χρόνο το Bloomberg μέσα από τον δείκτη του Covid Resilience Ranking παρακολουθεί τα καλύτερα και χειρότερα μέρη που μπορεί να βρεθεί κανείς κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ο δείκτης καταρτίζεται με βάση 12 κριτήρια, μεταξύ αυτών τον έλεγχο των κρουσμάτων, την ποιότητα του συστήματος υγείας, την εμβολιαστική κάλυψη, τη θνητότητα και την πρόοδο προς την επανεκκίνηση των ταξιδιών και την άρση ταξιδιωτικών περιορισμών. Καλύπτει τις 53 χώρες με το υψηλότερο ΑΕΠ.
Αποτιμώντας τα στοιχεία 12 μηνών, το Bloomberg τονίζει ότι η προηγούμενη πορεία δεν εγγυάται τη μελλοντική, την επιτυχία δηλαδή ή την αποτυχία. Κάποιες χώρες δέχονται αλλεπάλληλα χτυπήματα, ενώ άλλες κατάφεραν, παρότι χτυπήθηκαν κάποια στιγμή σκληρά, να αντιστρέψουν την κατάσταση.
Τα αποτελέσματα για τη χώρα μας είναι τουλάχιστον απογοητευτικά καθώς βρέθηκε κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς στη 39η θέση. Σε δυσχερέστερη θέση από τη χώρα μας έναντι του συνόλου των ευρωπαϊκών κρατών υπήρξαν μόνο η Τσεχία και η Πολωνία.

Όπως εξηγεί το πρακτορείο, αρχικά οι χώρες που τα πήγαν καλύτερα ήταν αυτές που επέβαλαν σκληρά περιοριστικά μέτρα, περιλαμβανομένων lockdown και ελέγχων στα σύνορα. Στη συνέχεια, όσες κατάφεραν να προχωρήσουν ταχύτερα τη διάθεση εμβολίων. Κατόπιν, αυτές που κατάφεραν να συνδυάσουν την επιστροφή στην κανονικότητα με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Καθώς βρισκόμαστε σε ένα ακόμα σημείο καμπής, με τα lockdown να επιστρέφουν σε κάποιες χώρες και να δημιουργούνται προσδοκίες ότι με τα χάπια κατά της Covid θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η βαριά νόσηση, το Bloomberg ανέλυσε τα συνολικά στοιχεία της τελευταίας χρονιάς, αναζητώντας τις χώρες που τα πήγαν συνολικά καλύτερα στην επιστροφή στην κανονικότητα και τον απόλυτο δείκτη, δηλαδή την αποφυγή θανάτων.
Η εξέλιξη της πανδημίας σήμανε ότι καμία χώρα δεν κατάφερε να είναι επιτυχημένη καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, εξηγεί. Νέα Ζηλανδία και Σιγκαπούρη, κάποτε πρώτες, τώρα υποχωρούν εξαιτίας της μετάλλαξης Δέλτα, προχωρώντας σε νέους περιορισμούς. Οι ΗΠΑ, πρώτες τον Ιούνιο και το Ισραήλ, ταχύτερο όλων στη διάθεση των εμβολίων, πιάστηκαν εξαπίνης το καλοκαίρι με μεγάλη αύξηση κρουσμάτων, κυρίως σε ανεμβολίαστους. Στον αντίποδα, κράτη όπως το Μεξικό και η Βραζιλία, οι οποίες στις αρχές της χρονιάς ήταν μεταξύ των χειρότερων, βελτιώθηκαν στη συνέχεια.

Ελάχιστες ήταν οι χώρες που αποδείχθηκαν οι πλέον συνεπείς στην πορεία του χρόνου, δεν έπεσαν δηλαδή ποτέ κάτω από τον μέσο όρο. Πρόκειται για τις Νορβηγία, Δανία και Φινλανδία από την Ευρώπη και τις Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Καναδάς, Νότια Κορέα και Ελβετία.
Ισχυρά συστήματα υγείας και κοινωνική συνοχή είναι κοινοί παρονομαστές στα παραπάνω κράτη, όπως και η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση αλλά και η διάθεση των κατοίκων να ακολουθήσουν τους κανόνες που υιοθετήθηκαν. Παράλληλα, το γεγονός ότι είναι οικονομικά ισχυρές σήμαινε ότι ήταν σε θέση να αποκτήσουν γρήγορα σημαντικές ποσότητες εμβολίων.
Στον αντίποδα βρίσκονται Αργεντινή, Ιράν, Μεξικό, Βραζιλία, Περού, Πολωνία, Νιγηρία, Πακιστάν και Νότια Αφρική. Κάθε μια από αυτές δεν κατάφερε ποτέ να βρεθεί πάνω από τον μέσο όρο, ενώ το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές ήταν βαρύ.
Μεταξύ άλλων το Bloomberg αναφέρεται στην κινητικότητα στην κοινωνία, έναν δείκτη που παρακολουθεί τις μετακινήσεις από και προς τα γραφεία και τα καταστήματα σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα. Ελλάδα, αλλά και ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία παρέμειναν σχετικά σταθερές, κάτι που σημαίνει ότι αποφεύχθηκε η εβδομαδιαία πτώση να ξεπεράσει το 10% από τα τέλη της περασμένης χρονιάς.
