Ο Άρης Λάσκος σχολιάζει στο Docville το πρόγραμμα του νέου θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» το οποίο χαρακτηρίζεται από πολλούς ως άλλο ένα επικοινωνιακό τρικ που όμως κραυγάζει την απουσία πολιτιστικής πολιτικής.
Οταν µπαίνει ο τίτλος «Ολη η Ελλάδα – Ενας πολιτισµός» µάλλον πρώτα θα πρέπει να εξετάσουµε για ποιου είδους πολιτισµό µιλάµε. Γιατί πολιτισµός µιας χώρας, πέρα από τις τέχνες, είναι και ο τρόπος µε τον οποίο δοµείται η κοινωνία, οι αρχές που διέπουν τη λειτουργία του κράτους, η διαφάνεια στις διαδικασίες κ.ά. Και εδώ έχουµε ένα νέο πανελλαδικό καλλιτεχνικό φεστιβάλ που καταρτίστηκε –σε δύο µόλις εβδοµάδες– χωρίς διαγωνισµό, χωρίς πρόσκληση σε καλλιτέχνες, χωρίς στοχοθεσία. Απεναντίας, δηµιουργήθηκε από το ΥΠΠΟΑ µια επιτροπή εποπτευόµενων φορέων οι οποίοι απευθείας και µε fast track διαδικασία ανέθεσαν αυτές τις 55 παραγωγές. Πώς όµως επιλέχθηκαν αυτοί οι φορείς; Είναι άραγε µόνο κρατικοί; Μα ανάµεσά τους είναι και ένα ίδρυµα, µια αστική µη κερδοσκοπική εταιρεία θεάτρου και ένα σωµατείο. Με ποια λογική λοιπόν προκρίθηκαν αυτοί οι φορείς έναντι άλλων; ∆εν µάθαµε…
Κι αν συµπεριλαµβάνονται το Εθνικό και η Λυρική (που ορθώς φρόντισαν να απασχολήσουν και εργαζόµενους που θα συµµετείχαν σε παραγωγές που µαταιώθηκαν), γιατί αποκλείστηκε το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου που ουσιαστικά αναβλήθηκε εξ ολοκλήρου για του χρόνου, αφήνοντας άνεργους εκατοντάδες εργαζόµενους; Μιλάµε µάλιστα για έναν θεσµό που εξ αντικειµένου διαθέτει την τεχνογνωσία για τέτοιου είδους εξωτερικές εκδηλώσεις (θυµίζω τη σειρά εκδηλώσεων «Πολεοδοµία» επί Γιώργου Λούκου και το πρόγραµµα «Ανοιγµα στην πόλη» επί Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου).
Αναρωτιέται κάποιος ακόµη και για τα κριτήρια επιλογής αυτών των 55 παραγωγών. Όταν γνωρίζουµε ότι κάθε χρόνο όλοι αυτοί οι φορείς δέχονται εκατοντάδες φρέσκες και µελετηµένες σε βάθος προτάσεις καλλιτεχνών, είναι λυπηρό µέσα στο πρόγραµµα να υπάρχουν παραστάσεις που έχουν ήδη «σερβιριστεί έτοιµες» το 1996, το 2019, το 2017 ή το 2018. ∆ηµιουργώντας τελικά ένα πρόγραµµα που πλην ελάχιστων εξαιρέσεων –και αυτό είναι κάτι που µε ανησυχεί ιδιαίτερα– έχει πολύ χαλαρή σχέση µε τη σύγχρονη δηµιουργία. Προσπερνώντας την αναγκαστική χωροθέτηση σε αρχαιολογικούς χώρους (αλήθεια, γιατί δεν αξιοποιήθηκαν οι πλατείες ή τα σύγχρονα τοπόσηµα των πόλεων ανά την Ελλάδα;) που είναι µια σαφής κατεύθυνση του ΥΠΠΟΑ, η συντριπτική πλειονότητα του προγράµµατος αποτελείται από έργα και κείµενα νεκρών καλλιτεχνών: ποιητές, τραγικοί, περιηγητές του 18ου αιώνα, αρχαιόθεµα λυρικά έργα, µυθολογία, ελαφρό τραγούδι των αρχών του αιώνα, αποκατεστηµένες κόπιες, Σαίξπηρ, ρεµπέτικα και κλασική µουσική του 20ού αιώνα.
Ο Άρης Λάσκος είναι ηθοποιός-σκηνοθέτης
Μυρτώ Γράψα: Ένα υπουργείο χωρίς αντανακλαστικά
Η Μυρτώ Γράψα σχολιάζει στο Docville το πρόγραμμα του νέου θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» το οποίο χαρακτηρίζεται από πολλούς ως άλλο ένα επικοινωνιακό τρικ που όμως κραυγάζει την απουσία πολιτιστικής πολιτικής.
Παρακολουθώντας τη συνέντευξη Τύπου του ΥΠΠΟΑ για τον νέο θεσµό «Ολη η Ελλάδα ένας πολιτισµός» αναρωτιέται κανείς πότε συνέβησαν όλες αυτές οι ανοιχτές προσκλήσεις καλλιτεχνών ώστε να καταθέσουν τις προτάσεις τους. Η απάντηση είναι «ποτέ». ∆εν υπήρξε δυστυχώς καµία διαδικασία προκήρυξης ενώ είναι ένα πρόγραµµα που σχεδιάζεται εδώ και έναν µήνα χωρίς τελικά τη συµµετοχή της ανεξάρτητης καλλιτεχνικής σκηνής, που αποτελεί και το µεγαλύτερο ποσοστό του κλάδου.
Ο χορός δε και οι άνθρωποι της σύγχρονης χορευτικής σκηνής είναι οριακά απόντες. Οι αναθέσεις των παραστάσεων και των εκδηλώσεων φαίνεται να έγιναν σε πολύ µικρό χρονικό διάστηµα στους εποπτευόµενους φορείς – πράγµα που κατανοώ εν µέρει δεδοµένου του επείγοντος της κατάστασης αρχικά, αλλά δεν µπορώ να κατανοήσω γιατί δεν συµπεριλήφθηκε τουλάχιστον ένα κοµµάτι της ανεξάρτητης σκηνής καλλιτεχνών και εργαζοµένων.
Εκεί είναι που φαίνεται η απουσία ενός εµπνευσµένου και µακροπρόθεσµου πλάνου για τον πολιτισµό και τους ανθρώπους του αλλά και η έλλειψη της όποιας διάθεσης για καλλιτεχνική πολυφωνία. Ενα υπουργείο το οποίο δεν γνωρίζει καλά τον κλάδο και δεν είναι σε συνάφεια µε τη σύγχρονη εγχώρια καλλιτεχνική δηµιουργία, δυστυχώς, δεν έχει και τα απαιτούµενα αντανακλαστικά.
Η αλήθεια είναι πως η εποχή απαιτεί λύσεις ουσίας και όχι βιαστικές αναθέσεις που απλώς θα καλύψουν µερικές τρύπες προσωρινά. Ωστόσο οι ρίζες του προβλήµατος, πιστεύω, είναι αλλού. Στο γεγονός πως στην Ελλάδα δυστυχώς ακόµη και τώρα οι τέχνες και ο σύγχρονος πολιτισµός που παράγεται θεωρούνται πολυτέλεια και όχι κοµµάτι της ταυτότητας της χώρας και του ποιοι είµαστε.
Μυρτώ Γράψα
Χορεύτρια – χορογράφος