Σύνοδος Ευρωπαίων ΥΠΕΞ για την Τουρκία. Νέες κυρώσεις στο «τραπέζι» – Σε κίνδυνο ο Αμαζόνιος: Πάνω από 2.200 πυρκαγιές τον Ιούνιο

Σύνοδος Ευρωπαίων ΥΠΕΞ για την Τουρκία - Νέες κυρώσεις στο «τραπέζι»Τουρκικό γεωτρύπανο στη Μεσόγειο
«Ενδέχεται να εξεταστούν και άλλες κυρώσεις», κατά της Άγκυρας, ανέφερε ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών

Ουπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν ανακοίνωσε χθες ότι οι Ευρωπαίοι ομόλογοί του θα συναντηθούν στις 13 Ιουλίου για να συζητήσουν το θέμα της Τουρκίας, λέγοντας ότι θα εξεταστεί η πιθανότητα επιβολής νέων κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας.

«Κατόπιν αιτήματός μας θα συνεδριάσουν οι υπουργοί Εξωτερικών των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 13 Ιουλίου με αποκλειστικό θέμα την Τουρκία», είπε ο Γάλλος υπουργός στο κοινοβούλιο.

«Έχουν ήδη επιβληθεί κυρώσεις στην Τουρκία από την Ε.Ε. για τις γεωτρήσεις στην οικονομική ζώνη της Κύπρου. Ενδέχεται να εξεταστούν και άλλες κυρώσεις», πρόσθεσε ο Λε Ντριάν.

Στο μεταξύ, αναφορές στη στρατηγική που θα ακολουθήσει η γερμανική Προεδρία της Ε.Ε. -που ξεκίνησε σήμερα- απέναντι στην Τουρκία, έκανε σήμερα η Καγκελάριος Μέρκελ στο Κοινοβούλιο, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις βουλευτών.

Αφού ανέφερε αρχικά πως υπάρχει στρατηγική σύνδεση με την Τουρκία στο ΝΑΤΟ, αλλά και συμφωνία με το προσφυγικό, η Καγκελάριος Μέρκελ πρόσθεσε ότι:

Με την Τουρκία έχουμε τα θέματα της Συρίας και της Λιβύης. Της ασκούμε κριτική για την εκεί κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έχουμε τώρα και ένα ακόμη επιβαρυντικό στοιχείο, καθώς η Τουρκία θέλει να κάνει γεωτρήσεις στην Ελλάδα και στην Κύπρο, γεγονός που οδηγεί σε μεγάλες αντιπαραθέσεις. Εργαζόμαστε για να υπάρχουν ξανά συνομιλίες, όπως το 2016. Η Γερμανία προσπαθεί να συνδέσει τις διάφορες πτυχές των σχέσεων με την Τουρκία. Δεν είναι όμως κάτι απλά και θα γίνει μόνον σε συνεννόηση με τη Γαλλία”.

Αναφερόμενη στο επεισόδιο που έγινε ανοιχτά της Λιβύης μεταξύ του τουρκικού ναυτικού και γαλλικής φρεγάτας, η Καγκελάριος σημείωσε πως «παίρνουμε πολύ στα σοβαρά το περιστατικό αυτό. Το συζητήσαμε και με τον Γάλλο Πρόεδρο και το ερευνά και το ΝΑΤΟ. Είναι ένα πολύ σοβαρό περιστατικό».

Κάποιοι δεν έχουν καταφέρει να απαλλαγούν από τα αποικιοκρατικά αντανακλαστικά τους, δηλώνει ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν αφήνοντας και πάλι αιχμές εναντίον της Γαλλίας.

Σε δηλώσεις του στη διευρυμένη σύνοδο των επαρχιακών προέδρων του κόμματός του, ο Τούρκος Πρόεδρος ανέφερε ότι:

«Δίνουμε τον αγώνα μας τόσο στην ανατολική Μεσόγειο όσο και στη Λιβύη. Στηρίζουμε τον αγώνα που δίκη η νόμιμη κυβέρνηση της Λιβύης για την ενότητα της χώρας και το μέλλον της. Η Τουρκία δεν θα αφήσει τη Λιβύη στο έλεος των πραξικοπηματιών και θα συνεχίσει να κινείται εντός των νόμιμων διεθνών ορίων».

Αφήνοντας αιχμές εναντίον της Γαλλίας, ο Ταγίπ Ερντογάν ανέφερε ότι «εκείνοι που κατά τη διάρκεια της επιδημίας έκλειναν τα αυτιά τους στις κραυγές βοηθείας των δικών τους πολιτών, δεν έχουν δικαίωμα να αμφισβητούν τη στάση της Τουρκίας στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του δικαίου. Ενώ ολοκληρώνεται το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα, είναι ντροπή που κάποιοι ακόμη δεν κατάφεραν να απαλλαγούν από τα αποικιοκρατικά αντανακλαστικά τους».

 

Σε κίνδυνο ο Αμαζόνιος: Πάνω από 2.200 πυρκαγιές τον Ιούνιο

Ο αριθμός των πυρκαγιών στο τμήμα του τροπικού δάσους του Αμαζονίου που εκτείνεται στη βραζιλιάνικη επικράτεια αυξήθηκε κατά 20% τον Ιούνιο σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα πέρσι, με 2.248 πυρκαγιές, στον υψηλότερο αριθμό για τον μήνα αυτό τα τελευταία 13 χρόνια, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία, με τους ειδικούς να εκφράζουν φόβους ότι αυτή η αύξηση μπορεί να είναι προάγγελος μιας επανάληψης των περσινών καταστροφικών δασικών πυρκαγιών.

Παράλληλα, ειδικοί της υγείας φοβούνται ότι ο καπνός που καλύπτει συχνά την περιοχή κατά την περίοδο ξηρασίας, προκαλώντας αναπνευστικά προβλήματα, μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές στους ασθενείς με Covid-19.

Τον Ιούνιο το βραζιλιάνικο Εθνικό Ινστιτούτο Διαστημικών Ερευνών (INPE) κατέγραψε 2.248 πυρκαγιές στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, από 1.880 τον Ιούνιο του 2019.

Τα στοιχεία αυτά που έρχονται μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές τον περασμένο Αύγουστο, που προκάλεσαν παγκόσμια κατακραυγή, υπενθυμίζουν τον ισχυρισμό ότι η Βραζιλία δεν κάνει αρκετά για να προστατεύσει το μεγαλύτερο τροπικό δάσος του κόσμου.

Τον Ιούνιο 2020 ξέσπασαν στον Αμαζόνιο κατά μέσο όρο 75 πυρκαγιές κάθε μέρα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των περίπου 1.000 πυρκαγιών που σημειώνονταν καθημερινά όταν οι πυρκαγιές είχαν κορυφωθεί τον Αύγουστο του 2019.

«Είναι μια κακή ένδειξη, αλλά αυτό που πραγματικά θα μετρήσει είναι ό,τι θα συμβεί από δω και στο εξής», δήλωσε ο Φίλιπ Φερνσάιντ, ένας οικολόγος στο Εθνκό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών στην Αμαζονία της Βραζιλίας.

Ένας πιο ανησυχητικός δείκτης είναι η αυξανόμενη αποψίλωση των δασών, είπε, επειδή οι πυρκαγιές συνήθως ξεκινούν για τον καθαρισμό της γης μετά την κοπή δέντρων.

Η αποψίλωση των δασών αυξήθηκε κατά 34% τους πρώτους πέντε μήνες του έτους, σε σύγκριση με πέρσι, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία του INPE.

Ο Φερνσάιντ τόνισε ότι η ανεπαρκής επιβολή περιβαλλοντικού ελέγχου από την κυβέρνηση του ακροδεξιού προέδρου Ζαΐχ Μπολσονάρου ευθύνεται για την αυξανόμενη καταστροφή.

Η κυβέρνηση Μπολσονάρου, που διάκειται εχθρικά απέναντι στους περιβαλλοντικούς ακτιβιστές, τάσσεται υπέρ των σχεδίων οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως της λειτουργίας μεταλλείων και αγροκτημάτων, στο δάσος του Αμαζονίου.

Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος ανέπτυξε τον στρατό για να προστατεύσει τον Αμαζόνιο τον Μάιο, όπως έκανε και τον Αύγουστο του περασμένου έτους. Παρά την κίνηση αυτή, η αποψίλωση των δασών αυξήθηκε 12% τον Μάιο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα και αυξήθηκε και τον Ιούνιο.

Το Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών στην Αμαζονία (IPAM), μια βραζιλιάνικη μη κυβερνητική οργάνωση, προβλέπει ότι με τον τρέχοντα ρυθμό αποψίλωσης των δασών, μέχρι τα τέλη Ιουλίου θα υπάρχουν περίπου 9.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Αμαζονίας που θα έχουν κοπεί αλλά δεν έχουν καεί μετά τις αρχές του 2019, όταν ο Μπολσονάρου ανέλαβε την προεδρία.

Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, το μεγαλύτερο του πλανήτη, θεωρείται κλειδί στις προσπάθειες για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, κυρίως εξαιτίας των τεράστιων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα που απορροφά.