Μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές, οι Πράσινοι και το Φιλελεύθερο κόμμα (FDP) δρομολόγησαν τις πρώτες συνομιλίες για τον σχηματιμό νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Λεπτομέρειες δεν έγιναν καταρχάς γνωστές. Ο υποψήφιος καγκελάριος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD), Όλαφ Σολτς και ο πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU), Άρμιν Λάσετ, συνεχίζουν να ανταγωνίζονται για να κερδίσουν τους Πράσινους και το Φιλελεύθερο κόμμα ώστε να γίνουν καγκελάριοι.
Ο Λάσετ, με τον οποίο Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές (CDU/CSU) υπέστησαν μια ιστορική ήττα από το SPD, δεν έχει πάντως την υποστήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών στη Γερμανία.
Οι συμπρόεδροι των Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ και Ρόμπερτ Χάμπεκ καθώς και ο ηγέτης του FDP Κρίστιαν Λίντνερ και ο γενικός γραμματέας του Φόλκερ Βίσινγκ δημοσίευσαν χθες Τρίτη μια φωτογραφία της τετράδας στο Instagram και έγραψαν: «Αναζητώντας μια νέα κυβέρνηση, διερευνούμε το κοινά μας στοιχεία και γεφυρώνουμε όσα μας χωρίζουν. Και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα το επιτυγχάνουμε. Συναρπαστικοί καιροί».
Ο διακηρυγμένος στόχος και των δύο κομμάτων είναι να καθορίσουν βασικές γραμμές πολιτικής συνεργασίας – μια «επανεκκίνηση» της κυβερνητικής πολιτικής. Μόνο τότε το FDP και οι Πράσινοι προτίθενται να συζητήσουν με το κόμμα του πιθανού καγκελαρίου, δηλαδή με το SPD ή με το CDU .
Η Νεολαία των Πρασίνων κάλεσε την ηγεσία του κόμματος να απορρίψει ξεκάθαρα τον συνασπισμό με τους συντηρητικούς. «Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να επαναφέρουμε το κόμμα το οποίο έχει σαφώς καταψηφιστεί πίσω στην καγκελαρία», δήλωσε ο ομοσπονδιακός εκπρόσωπος της οργάνωσης, Γκέοργκ Κουρτς, στην εφημερίδα «Neue Osnabruecker Zeitung».
Και ο ειδικός των Πρασίνων για θέματα ενέργειας Όλιβερ Κρίσερ εξέφρασε τον σκεπτικισμό του για τις συνομιλίες προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού «Τζαμάικα», δηλαδή με το CDU/CSU και το FDP. «Έχω ορισμένες δυσκολίες να φανταστώ τους συντηρητικούς πώς μπορούν να το κάνουν. Προς το παρόν μάλλον μοιάζουν σαν να είναι απασχολημένοι με τον εαυτό τους και μάλιστα (θα είναι) για μεγάλο χρονικό διάστημα», δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό WDR 5.
Ισημερινός: Σφαγή με 116 νεκρούς στις φυλακές της χώρας – Κηρύχθηκαν σε κατάσταση εξαίρεσης
Λουτρό αίματος στις φυλακές του Εκουαδόρ ανάγκασε τον πρόεδρο Λάσο να κηρύξει κατάσταση εξαίρεσης.
Ο πρόεδρος του Ισημερινού, ο Γκιγιέρμο Λάσο, κήρυξε την Τετάρτη το βράδυ «κατάσταση εξαίρεσης» σε όλες τις φυλακές της χώρας των Άνδεων, την επομένη των συγκρούσεων μεταξύ αντίπαλων συμμοριών στις οποίες σκοτώθηκαν τουλάχιστον 116 κρατούμενοι.
Ο απολογισμός των θυμάτων έχει φθάσει «τους 116 νεκρούς και τους σχεδόν 80 τραυματίες»· όλα τα θύματα είναι «κρατούμενοι», τόνισε ο αρχηγός του κράτους κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στη Γουαγιακίλ (νοτιοδυτικά), την πρωτεύουσα της επαρχίας Γουάγιας, όπου βρίσκεται η φυλακή.
Προηγούμενος επίσημος απολογισμός, που είχε δημοσιοποιήσει η υπηρεσία σωφρονιστικών καταστημάτων του Ισημερινού (SNAI) μέσω Twitter, έκανε λόγο για πάνω από 100 νεκρούς και 52 τραυματίες.
Οι συγκρούσεις – οι πιο πολύνεκρες φέτος – έγιναν σε μεγάλη φυλακή στη Γουάγιας, την πρωτεύουσα της επαρχίας Γουαγιακίλ, λιμάνι και εμπορικό σταυροδρόμι του νοτιοδυτικού Ισημερινού όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο πρόεδρος Λάσο ανακοίνωσε νωρίτερα χθες πως κηρύσσει «κατάσταση εξαίρεσης σε όλο το σωφρονιστικό σύστημα σε εθνική κλίμακα», καθώς οι φυλακές του Ισημερινού έχουν μετατραπεί εδώ και μήνες σε θέατρο επαναλαμβανόμενων συγκρούσεων αντίπαλων συμμοριών που ανταγωνίζονται για τον έλεγχο της διακίνησης των ναρκωτικών.
«Στη Γουαγιακίλ, θα προεδρεύσω (σε συνεδρίαση) επιτροπής κρίσης που επιφορτίστηκε να συντονίσει τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, εγγυώμενη τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των εμπλεκομένων», ανέφερε ο κ. Λάσο.
Τον Ιούλιο, ο αρχηγός του κράτους είχε ήδη κηρύξει «κατάσταση εξαίρεσης» στις φυλακές της χώρας μετά τον θάνατο 27 κρατουμένων σε ακόμη μια έξαρση της βίας.
Υποσχόταν τότε «διαδικασία πλήρους αναδιάρθρωσης του συστήματος των φυλακών», ενώ είχε προχωρήσει στην αντικατάσταση του επικεφαλής της υπηρεσίας φυλακών με στρατιωτικό.
Η «κατάσταση εξαίρεσης» σηματοδοτεί πρακτικά την επιβολή έκτακτων μέτρων και τον απευθείας χειρισμό του ζητήματος από τον πρόεδρο.
Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο να χρειαστεί να επέμβει ξανά στη φυλακή «λόγω συναγερμού για πιθανές νέες συγκρούσεις ανάμεσα σε αντίπαλες συμμορίες».
Σύμφωνα με τον διοικητή της αστυνομίας της Γουαγιακίλ, τον στρατηγό Φάουστο Μπουενάνο, ο οποίος διευθύνει τις επιχειρήσεις για την ανάκτηση του ελέγχου στις εγκαταστάσεις, τα θύματα έφεραν τραύματα από «σφαίρες» και από «θραύσματα χειροβομβίδων», ενώ έξι βρέθηκαν αποκεφαλισμένα.
Την Τετάρτη έφιπποι αστυνομικοί και στρατιώτες φρουρούσαν τον εξωτερικό χώρο του συγκροτήματος, όπου είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες άνθρωποι για να ζητήσουν πληροφορίες σχετικά με φυλακισμένους συγγενείς τους.
«Θέλουμε πληροφορίες διότι δεν ξέρουμε τίποτα για τους συγγενείς μας, για τα παιδιά μας. Έχω τον γιο μου εδώ», εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο γυναίκα που δεν θέλησε να δώσει τα στοιχεία της.
Αφγανιστάν: Οι ΗΠΑ «έχασαν» τον πόλεμο παραδέχεται ο αρχηγός του γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας
Οι ΗΠΑ έχασαν τον πόλεμο που διεξήγαν επί είκοσι ολόκληρα χρόνια στο Αφγανιστάν παραδέχθηκε κορυφαίος στρατηγός των ΗΠΑ, την ώρα που η ασιατική χώρα κυβερνάται πλέον απο τους Ταλιμπάν
Οι ΗΠΑ «έχασαν» τον πόλεμο που διεξήγαγαν επί είκοσι χρόνια στο Αφγανιστάν, αναγνώρισε χθες Τετάρτη ο επικεφαλής του γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας των ΗΠΑ, ο στρατηγός Μαρκ Μίλι, κατά τη διάρκεια κατάθεσής του ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής, έναν μήνα μετά το χαοτικό τέλος της αμερικανικής επέμβασης στη χώρα της Ασίας.
«Είναι ξεκάθαρο και αυταπόδεικτο για όλους μας ότι ο πόλεμος στο Αφγανιστάν δεν τερματίστηκε με τους όρους που θα επιθυμούσαμε, καθώς οι Ταλιμπάν βρίσκονται στην εξουσία στην Καμπούλ», ανέφερε ο στρατηγός Μίλι κατά τη διάρκεια ακρόασης ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων.
«Όποτε συμβαίνει κάτι όπως ένας χαμένος πόλεμος — και ήταν, με την έννοια ότι επιτύχαμε τον στρατηγικό μας στόχο να προστατεύσουμε την Αμερική έναντι της Αλ Κάιντα, αλλά είναι βέβαιο πως η τελική κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από αυτή που θα επιθυμούσαμε (…) όποτε συμβαίνει κάτι τέτοιο, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που το εξηγούν», είπε, σημειώνοντας πως η «στρατηγική αποτυχία» αποτελούσε «συνέπια σειράς στρατηγικών αποφάσεων που ανάγονται στο μακρινό παρελθόν».
Αναφέρθηκε ειδικά στις χαμένες ευκαιρίες να αιχμαλωτιστεί ή να σκοτωθεί ο ηγέτης της Αλ Κάιντα, ο Οσάμα μπιν Λάντεν, λίγο καιρό μετά την έναρξη της αμερικανικής επέμβασης στο Αφγανιστάν το 2001, στην εισβολή στο Ιράκ το 2003 η οποία είχε σημάνει την αναδιάταξη μεγάλου αριθμού στρατιωτικών, την αποτυχία της Ουάσινγκτον να αποτρέψει το Πακιστάν να γίνει «ασφαλές καταφύγιο» για τους Ταλιμπάν και την απόσυρση στρατιωτικών συμβούλων στις αφγανικές στρατιωτικές μονάδες τα τελευταία χρόνια.
Η αμερικανική επέμβαση, σε αντίποινα για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, μετατράπηκε σε τεράστιο εγχείρημα ανοικοδόμησης της χώρας για να αποφευχθεί η επάνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία. Αλλά αυτό ακριβώς έγινε τη 15η Αυγούστου, έπειτα από αστραπιαία προέλαση των ισλαμιστών ανταρτών.
Η κατάρρευση του στρατού και της κυβέρνησης του Αφγανιστάν επέσπευσε τις επιχειρήσεις απομάκρυνσης των αμερικανών στρατιωτικών και των αφγανών πολιτών που συνεργάστηκαν μαζί τους, οι οποίες σημαδεύτηκαν από την πολύνεκρη επίθεση των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο αεροδρόμιο της Καμπούλ.
Την Τρίτη, κορυφαίοι αξιωματικοί του Πενταγώνου παραδέχθηκαν ενώπιον της Γερουσίας ότι υποτίμησαν πόσο μεγάλη ήταν η πτώση του ηθικού του αφγανικού στρατού, μετά τη συμφωνία που υπέγραψαν τον Φεβρουάριο του 2020 η κυβέρνηση του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και οι Ταλιμπάν.
Η συμφωνία προέβλεπε την απόσυρση όλων των ξένων στρατιωτικών από το Αφγανιστάν ως την 1η Μαΐου 2021 με αντάλλαγμα εγγυήσεις για την ασφάλεια και την έναρξη απευθείας διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους ισλαμιστές αντάρτες και τις αρχές στην Καμπούλ, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει.
Παρά την παντελή απουσία απτής προόδου στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των αντίπαλων αφγανικών μερών, ο Τζο Μπάιντεν αποφάσισε να τηρήσει τη συμφωνία, αναβάλλοντας ωστόσο προθεσμία της αποχώρησης του αμερικανικού στρατού ως την 31η Αυγούστου.