Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε σήμερα την αποδέσμευση ποσού ύψους 585 εκατομμυρίων ευρώ για τη στήριξη των Σύρων προσφύγων και των κοινοτήτων που τους φιλοξενούν.
Από τα χρήματα αυτά, τα 100 εκατομμύρια θα δοθούν στην Ιορδανία και τον Λίβανο, τις δύο χώρες που φιλοξενούν τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων στον κόσμο σε σύγκριση με τον πληθυσμό τους. Με τα υπόλοιπα 485 εκατομμύρια θα στηριχθούν οι πρόσφυγες στην Τουρκία και θα συνεχιστούν δύο μεγάλα ανθρωπιστικά προγράμματα της ΕΕ.
«Η ΕΕ στηρίζει με συνέπεια τους πρόσφυγες στην Τουρκία, τον Λίβανο και την Ιορδανία εδώ και πολλά χρόνια. Καθώς ο νέος κορονοϊός απειλεί τους πιο ευάλωτους, δεν μπορούμε να σταματήσουμε αυτή τη σωτήρια βοήθεια. Έχουμε δεσμευτεί να βοηθήσουμε τους Σύρους και τις χώρες που τους φιλοξενούν σε αυτή τη δύσκολη περίοδο. Η ευρωπαϊκή ανθρωπιστική αρωγή θα βοηθήσει τα παιδιά να πάνε στο σχολείο και θα στηρίξει οικογένειες που έχουν ανάγκη, δήλωσε ο Επίτροπος Διαχείρισης Κρίσεων Γιάνεζ Λέναρτσιτς.
Ο Επίτροπος Διεύρυνσης Όλιβερ Βάρχελι σχολίασε ότι καθώς δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ο τερματισμός της κρίσης στη Συρία, είναι προς το συμφέρον την ΕΕ να αυξηθεί η στήριξη που παρέχει ώστε να ενισχυθούν οι πρόσφυγες και οι τοπικές κοινότητες που τους φιλοξενούν, «ιδίως στο τρέχον πλαίσιο της πανδημίας του κορονοϊού».
Η πρόταση αυτή θα πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Από το 2011 μέχρι σήμερα, η ΕΕ και οι χώρες μέλη έχουν αποδεσμεύσει περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια ευρώ στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της κρίσης στη Συρία.
Οι Ισραηλινοί θέλουν την προσάρτηση παλαιστινιακών εδαφών, αλλά φοβούνται μια Τρίτη Ιντιφάντα
Σύμφωνα με δημοσκόπηση, οι μισοί Ισραηλινοί (50%) στηρίζουν το σχέδιο προσάρτησης των (παράνομων) εποικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, το 31% αντιτίθεται σε αυτό και το 19% “δεν γνωρίζει” – Ωστόσο, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (58%) “πιστεύει ότι οι Παλαιστίνιοι θα ξεκινήσουν ιντιφάντα” σε περίπτωση προσάρτησης.
Μια προσάρτηση στο Ισραήλ τμημάτων της κατεχόμενης Δυτικής ‘Οχθης θα οδηγήσει σε τρίτη ιντιφάντα (παλαιστινιακή εξέγερση), εκτιμά η πλειοψηφία των Ισραηλινών σε δημοσκόπηση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η νέα ισραηλινή κυβέρνηση ενότητας αναμένεται να παρουσιάσει από την 1η Ιουλίου τη στρατηγική της για την εφαρμογή του σχεδίου της κυβέρνησης Τραμπ για τη Μέση Ανατολή που προβλέπει την προσάρτηση στο Ισραήλ εβραϊκών οικισμών και της Κοιλάδας του Ιορδάνη στην κατεχόμενη Δυτική ‘Οχθη.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήγαγε το δημοκρατικό Ινστιτούτο του Ισραήλ, ένα κέντρο έρευνας που έχει την έδρα του την Ιερουσαλήμ, οι μισοί Ισραηλινοί (50%) στηρίζουν αυτό το σχέδιο προσάρτησης, το 31% αντιτίθεται σε αυτό και το 19% “δεν γνωρίζει”.
Σχεδόν το 57% των Εβραίων Ισραηλινών στηρίζει το σχέδιο και το ποσοστό αποδοχής ανέρχεται από 75% έως 81% στους ψηφοφόρους των υπερορθόδοξων κομμάτων και της ριζοσπαστικής δεξιάς.
Το σχέδιο εξασφαλίζει επίσης τη στήριξη του 71,5% όσων στηρίζουν το Λικούντ, το δεξιό κόμμα του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου που κάλεσε πρόσφατα να αδραχθεί “η ιστορική ευκαιρία” του αμερικανικού σχεδίου.
Επιπλέον, το σχέδιο λαμβάνει την υποστήριξη σχεδόν του 35% των υποστηρικτών του κεντρώου κόμματος “Μπλε λευκό” του πρώην επικεφαλής του γενικού επιτελείου στρατού Μπένι Γκαντς, και πλέον υπουργού Άμυνας στην κυβέρνηση ενότητας που σχημάτισε πρόσφατα με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Ωστόσο αυτό που είναι προφανές στα αποτελέσματα της συγκεκριμένης δημοσκόπησης, είναι ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (58%) “πιστεύει ότι οι Παλαιστίνιοι θα ξεκινήσουν ιντιφάντα” σε περίπτωση προσάρτησης.
Οι Παλαιστίνιοι αντιτίθενται στο αμερικανικό σχέδιο, που προβλέπει επίσης την ίδρυση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους αλλά σε έδαφος που έχει μειωθεί και χωρίς την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα όπως θέλουν οι Παλαιστίνιοι, οι οποίοι έκαναν δύο εξεγέρσεις κατά το παρελθόν, από το 1987 έως το 1993 και από το 2000 έως το 2005.
Ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα με διακοπή κάθε συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ σε περίπτωση προσάρτησης και προσπαθεί να λάβει την υποστήριξη της υπόλοιπης διεθνούς κοινότητας στο παλαιστινιακό ζήτημα.
Σύμφωνα με αναλυτές, το τέλος της συνεργασίας στην ασφάλεια μπορεί να απειλήσει τη σχετική ηρεμία στη Δυτική Όχθη όπου ζουν 2,7 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι και περισσότεροι από 450.000 Ισραηλινοί, οι οποίοι κατοικούν στους εβραϊκούς οικισμούς που θεωρούνται παράνομοι από το διεθνές δίκαιο, αλλά από τον περασμένο Νοέμβριο όχι από τις ΗΠΑ.
Η Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούντ Αμπάς έθεσε τέλος στις διπλωματικές της επαφές με την κυβέρνηση Τραμπ όταν αυτή αναγνώρισε τον Δεκέμβριο του 2017, την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.