Η τελευταία παράσταση του Αυτοκράτορα (pics & vids) * Χριστοδουλόπουλος: «Κακώς ο Ερασιτέχνης Πανιώνιος άφησε να εννοηθεί ότι… * Ε, ναι, τα έχω… μεγάλα!

Η τελευταία παράσταση του Αυτοκράτορα (pics & vids)

Το gazzetta.gr καταγράφει την τελευταία σπουδαία παράσταση του Αρη με την εξιστόρηση των γεγονότων από τρεις πρωταγωνιστές. Λευτέρης Σούμποτιτς, Βασίλης Λυπηρίδης και ο Μιχάλης Κυρίτσης ταξίδεψαν στον χρόνο με συγκίνηση και μελαγχολία.

Οι προβολείς εστίασαν σε ένα σημείο. Εκεί στεκόταν. Όρθιος, ελαφρά οπλισμένος, για να υπερασπιστεί την αυτοκρατορία του. Οι φθορές στα τείχη αυτής ήταν ευδιάκριτες. Οι επιτυχίες ανέπτυξαν εκτυφλωτική λάμψη και οι αποτυχίες προκάλεσαν ανοιχτές πληγές. Τα πρόσωπα αποτελούσαν τον συνδετικό κρίκο του παρόντος χρόνου με το παρελθόν. Οι σχέσεις δεν ήταν το ίδιο ισχυρές, τα πλοκάμια της εσωστρέφειας είχαν απλωθεί, αλλοιώνοντας τους άλλοτε ακλόνητους δεσμούς. Τα νούμερα δεν έβγαιναν. Μπροστά στον πόθο της διατήρησης της απόλυτης κυριαρχίας, οι συμφωνίες ήταν καταδικαστικές. «Κραχ». Ήταν φανερό, αυτό το γλυκό ταξίδι πλησίαζε προς το τέλος του. Στον ορίζοντα φαινόταν ο τελικός προορισμός κι όταν το καράβι θα αγκυροβολούσε, ο καθένας θα έπαιρνε τον δρόμο του. Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήδη το έχει κάνει. Παρέμεινε στον Θερμαϊκό κόλπο, μα το μυαλό του ήταν στον Πειραιά. Εκεί ήταν ο προορισμός του. Ο Νίκος Γκάλης ήταν εκεί, στη λεωφόρο της δόξας μαζί και τα υπόλοιπα παιδιά αλλά ο Παναγιώτης Γιαννάκης πήγε με μικρή καθυστέρηση.

Ο αυτοκράτορας δεν ήταν το ίδιο ισχυρός με το παρελθόν. Οι κακές αποφάσεις οδήγησαν σε αδιέξοδα, τα ενεργά κύτταρα του οργανισμού αντιλήφθηκαν πολλά περισσότερα απ’ όσα καταλάβαινε ο κόσμος. Αυτός παρέμενε επηρεασμένος από το γλυκό μεθύσι των επιτυχιών. Ίσως δεν ήθελε, ίσως αδυνατούσε να το πιστέψει. Ο Άρης δεν ήταν απλά μόνιμος Πρωταθλητής. Ήταν ο αυτοκράτορας, το μοναδικό και αξεπέραστο φαινόμενο στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Το «σαράκι» όλων των Ελλήνων, η ομάδα του 21ου αιώνα, ένας παντοτινός έρωτας. Τίποτε δεν είχε τελειώσει. Υπήρχε (τουλάχιστον) μία ακόμη παράσταση. Οι πρωταγωνιστές ήξεραν, αλλά ο αθλητικός εγωισμός δεν τους επέτρεπε να φύγουν από την πρώτη σκηνή. Αυτή ήταν δική τους.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΣΟΥΜΠΟΤΙΤΣ: «Ήταν η πιο προβληματική χρονιά. Στη διάρκειά της, ακούγαμε ότι αυτή η ομάδα είχε τελειώσει, ότι είχαμε γεράσει κι αυτό μας είχε ενοχλήσει. Προσωπικά, σε όλο τον δεύτερο γύρο έπαιξα τραυματίας γιατί ξύπνησε ένα πρόβλημα τραυματισμού που είχα στο γόνατο στο οποίο παλιότερα είχα υποβληθεί σε επέμβαση. Έπαιζα με πόνους. Είχαμε την αλλαγή προπονητή, ο Παναγιώτης (Γιαννάκης) ενσωματώθηκε καθυστερημένα, γενικώς ήταν η δυσκολότερη χρονιά σε σχέση με τις προηγούμενες. Οι σχέσεις δεν είχαν κλονιστεί. Αυτό που ένωνε τους πάντες στην ομάδα ήταν η νοοτροπία που είχαμε αποκτήσει, αυτή του νικητή. Βέβαια ήμασταν στη μετά Ιωαννίδη εποχή. Όταν βάζεις στο αμάξι σου μια καινούργια μπαταρία, χρειάζεται χρόνο για να επανέλθει σε κανονική λειτουργία».

Νωρίτερα, το καλοκαίρι του 1990, ο Γιάννης Ιωαννίδης αποχώρησε. Μάταια ο Άρης προσπάθησε να βρει τον ίδιο καπετάνιο. Ο ρόλος του «ξανθού» δεν περιοριζόταν στις τέσσερις γραμμές και δεν θα μπορούσε άλλωστε, λόγω χαρακτήρα, θέμα ιδιοσυγκρασίας. Αυτή η αποχώρηση στοιχειοθέτησε ισχυρό μήνυμα. Ήταν η αρχή του τέλους.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΥΠΗΡΙΔΗΣ: «Το έργο άρχισε να στραβώνει πριν το 1991. Υπήρχαν σχετικά δείγματα με κορυφαίο την αποχώρηση του Γιάννη Ιωαννίδη και όσα συνέβαιναν σε διοικητικό επίπεδο. Υπήρχε πολυγλωσσία. Παρόντος του Ιωαννίδη υπήρχαν στεγανά γύρω από την ομάδα, έπαιζε καταλυτικό ρόλο στον τρόπο διοίκησης της ομάδας και μετά τη φυγή του, επικράτησε πολυφωνία η οποία δεν οδηγούσε πουθενά. Ταυτόχρονα, έγιναν εντονότερα τα οικονομικά προβλήματα. Προσωπικά, μπορεί να περνούσε διάστημα πέντε ή έξι μηνών στο οποίο δεν εισέπραττα χρήματα. Το 1990 εισέπραξα το 1/3 ή το 1/4 των χρημάτων, τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν στην επόμενη χρονιά και φυσικά δεν τα πήρα ποτέ (γέλια). Είχε φανεί όμως ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά».

Η προσωπικότητα του Ιωαννίδη έλειπε κάθε στιγμή, σε κάθε αγώνα. Είχαν προηγηθεί πολλά. Αδάμαστος χαρακτήρας, οι σχέσεις του με τη διοίκηση είχαν κλονιστεί, συγκρούσεις ήταν μοιραίες, σ’ αυτές είχε σταθεί και ο Νίκος Γκάλης σε συνέντευξη του στο MEGA.

Β.Λ.: «Με τα θετικά και τα αρνητικά του, ο Ιωαννίδης είχε την προσωπικότητά και τον δικό του τρόπο στο να εξισορροπεί τις εντάσεις οι οποίες πάντα υπάρχουν στον επαγγελματικό αθλητισμό και ειδικά σε μια ομάδα με τεράστιες απαιτήσεις και πίεση. Όταν είσαι στους 160 σφυγμούς, οι αντιδράσεις οδηγούν σε συγκρούσεις. Σιγά-σιγά άρχισαν να υπάρχουν πηγαδάκια περί ευνοημένων και μη. Θα έλεγα ότι δεν είχαμε την ίδια ομοψυχία. Αυτό που δεν άλλαξε ποτέ ήταν η νοοτροπία την οποία τη περνάει ο προπονητής. Από το 1984 που ήμουν στον Άρη, δεν χαλάρωσα ποτέ. Το θέμα δεν ήταν μόνο να πάρεις τους τίτλους αλλά και το πώς. Παίζαμε με τον Πανελλήνιο και το ζήτημα δεν ήταν η νίκη αλλά η διαφορά. Η νίκη με μικρή διαφορά ισοδυναμούσε με ήττα. Γιατί αν κέρδιζες τον Πανελλήνιο με 10-15 πόντους διαφορά, αυτομάτως ο Παναθηναϊκός θα ερχόταν για να χάσει με 4-5 και ο Ολυμπιακός για να σε κερδίσει. Οπότε, δεν έπρεπε να δώσεις πάτημα στους άλλους για να ελπίζουν. Γι’ αυτό παίζαμε την επιθετική άμυνα από το πρώτο δευτερόλεπτο και έπρεπε να πάει η διαφορά… όσο πάει. 30, 40, 50, όσο πάει. Αυτή η νοοτροπία έδινε κίνητρο και δέσιμο στην ομάδα».

Η ομάδα απέδειξε μοναδική ικανότητα στην απόκρυψη των προβλημάτων της. Στην Ελλάδα ήταν κυρίαρχη κερδίζοντας και το πρώτο ντέρμπι της χρονιάς με τον ΠΑΟΚ. Στην Ευρώπη και παρά τη μία κακή ήττα, παρέμενε σε τροχιά πρόκρισης στο Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αξιοποιώντας τη δύναμη της έδρας, προσθέτοντας βενζίνη στο ντεπόζιτό της.

Β.Λ.: «Δεν ένιωσα αμφισβήτηση το 1991. Το πρόβλημα ήταν εσωτερικό, γιατί ξέραμε τι συνέβαινε και που πήγαινε η ιστορία. Δεν κοινοποιήθηκε τίποτε κι αν υπήρχε αμφισβήτηση, την οποία προσωπικά δεν αντιλήφθηκα, ίσως γιατί δεν ήταν στο επίπεδο να χάσεις την αυτοπεποίθησή σου. Αυτό το συναίσθημα δεν το εισέπραξα ούτε από τον κόσμο. Η μεγάλη διαφορά ήταν ότι το 1990 και το 1991 το μυαλό μας δεν ήταν μόνο στο γήπεδο. Όταν αρχίζεις να σκέφτεσαι πράγματα τα οποία επεκτείνονται των τεσσάρων γραμμών, αυτό είναι πρόβλημα».

Λ.Σ.: «Μας ενοχλούσε η αμφιβολία, κυρίως αυτό που διαβάζαμε ότι ο Άρης είχε τελειώσει. Ταυτόχρονα μας συσπείρωνε κιόλας. Όταν έχεις μάθει να κερδίζεις τα πάντα για επτά χρόνια, δεν συμβιβάζεσαι με την ήττα. Είχαμε επίσης τη νοοτροπία ότι είναι ευκολότερο να νικάς και να διατηρείσαι από το να προσπαθείς να ανατρέψεις, γεγονός που μας έδινε ψυχολογικό πλεονέκτημα. Προφανώς η ομάδα είχε φθορά από τις διαδοχικές αποτυχίες από τα φάιναλ φορ. Εκείνη τη σεζόν αποκλειστήκαμε νωρίς και ήταν δύσκολη η διαχείριση του αποκλεισμού από την τελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών».

Μια ήττα από τον Πανιώνιο στο Πρωτάθλημα και η αδυναμία στην εξεύρεση μιας νίκης στα ευρωπαϊκά εκτός έδρας παιχνίδια, ήρθε η αντικατάσταση του Λάζαρο Λέσιτς στην τεχνική ηγεσία. Ένας ακαταπόνητος εργάτης του συλλόγου, είχε αναβαθμιστεί στον ρόλο του πρώτου προπονητή, αλλά η διοίκηση εκτίμησε ότι απαιτούταν άμεσο «ηλεκτροσόκ» κι έτσι προσέλαβε τον μπαρουτοκαπνισμένο Μιχάλη Κυρίτση.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΥΡΙΤΣΗΣ: «Ξεκίνησα τη σεζόν στον Ολυμπιακό, ήταν η εποχή εμπλοκής ενός Ελληνοαμερικανού εφοπλιστή αλλά πολύ γρήγορα δημιουργήθηκαν οικονομικές υποχρεώσεις, άλλαξε η ηγεσία στον σύλλογο, ζήτησα πράγματα που δεν έγιναν και παραιτήθηκα αφήνοντας τους συνεργάτες μου, τον Κοκορόγιαννη και τον Ράμμο να συνεχίσουν. Εκεί δέχθηκα πρόταση από τον Άκη Μιχαηλίδη, ήταν η πρώτη χρονιά μετά την αποχώρηση του Γιάννη Ιωαννίδη. Συνάντησα μια κατάσταση (κατά κάποιο τρόπο) ανοργάνωτη. Μια κουρασμένη ομάδα τόσο ψυχολογικά όσο και αγωνιστικά. Υπήρχε η λογική δικαιολογία ότι η ομάδα είχε περάσει το στάδιο της κορύφωσης της πορείας της και ουσιαστικά είχε αρχίσει η κάτω γύρα. Η ομάδα ήταν κορεσμένη και συνήθως αυτό συμβαίνει όταν φεύγει ένας μεγάλος προπονητής έπειτα από πολλά χρόνια έχοντας φτιάξει μια ομάδα η οποία ήταν στην κορυφή. Δεν είναι εύκολη η αλλαγή. Από την άλλη πλευρά, ο Λάζαρο Λέσιτς ήταν εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, άριστος γνώστης, αλλά πάντα είχε ρόλο βοηθού προπονητή. Είχε φιλικές σχέσεις με τους παίκτες κι αυτό είχε τη σημασία του».

Η πρόκριση στο Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και το… αυτονόητο στις εγχώριες διοργανώσεις ήταν οι στόχοι που οριοθετήθηκαν. Ο Άρης κέρδισε εκτός έδρας τη Λιμόζ στο ντεμπούτο του Μιχάλη Κυρίτση, αλλά μάταια έψαξε γι’ ακόμη δύο νίκες σε Τελ Αβίβ και Πέζαρο. Ειδικά η ήττα από τη Σκαβολίνι ήταν καταδικαστική. Κι έτσι ήρθε η αμφισβήτηση.

Λ.Σ.: «Νιώθαμε την αμφισβήτηση του κόσμου, το παράπονό του και την αρνητική πίεση. Καταλάβαινες ότι κάτι είχε αλλάξει. Ωστόσο, παρότι είχαμε πάρει τα πάντα, δεν ήμασταν χαλαροί. Θέλαμε να τελειώσει η χρονιά με τον τρόπο που είχαν ολοκληρωθεί και οι προηγούμενες, δηλαδή με την κατάκτηση του Πρωταθλήματος. Μαθαίναμε, αλλά δεν ασχολούμασταν με το τι έλεγαν οι άλλοι για μας. Θα έλεγα ότι απλά μας έδιναν κίνητρο».

Β.Λ.: «Όλοι είχαμε τη νοοτροπία της υποστήριξης, σε επίπεδο 100%, αυτού που κάναμε, ανεξαρτήτως του ότι δεν αναγνωριζόταν και υπήρχε διαχωρισμός. Για παράδειγμα, είχα εγχειριστεί στο γόνατο, δεν είχε κλείσει η ουλή αλλά μπαντάριζα το γόνατό μου για να παίξω, παρότι ήμουν απλήρωτος και υπήρχε ο εκνευρισμός από την έλλειψη αναγνώρισης. Σε σημείο μάλιστα που όταν τελείωνε το παιχνίδι κι έβγαζα τον επίδεσμο, το γόνατο ήταν μες τα αίματα κι έβλεπα το κόκκαλο. Αυτό είναι το πάθος που αναπτύσσει ένας παίκτης για την ομάδα. Αυτό μας έκανε να μην τα παρατήσουμε ποτέ. Δεν είχε σημασία πώς ήσουν, αλλά το πόσο έτοιμος θα νιώσεις για να βουτήξεις με το κεφάλι για τη διεκδίκηση της μπάλας».

Μ.Κ.«Πέραν της ανομοιογένειας, της ψυχικής και αγωνιστικής κόπωσης έπειτα από τόσα χρόνια επιτυχιών, η ομάδα αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες οι οποίες πάντα επηρεάζουν αυστηρά επαγγελματίες παίκτες όπως ήταν οι Γκάλης, Γιαννάκης, Σούμποτιτς αλλά και τα άλλα παιδιά. Στην πραγματικότητα, όλοι έβλεπαν ότι ερχόταν το τέλος της αυτοκρατορίας το κλείσιμο ενός κύκλου. Αφετέρου, υπήρξε έντονη επιρροή από εξωγενείς παράγοντες. Ο Άκης Μιχαηλίδης δεν ήταν ο πολύ ισχυρός παράγοντας του παρελθόντος, είχε αρχίσει να φθείρεται και σε εσωτερικό επίπεδο υπήρξαν προστριβές με παράγοντες οι οποίοι ήθελαν να ανακατευτούν. Προσωπικά δεν ήμουν πιτσιρικάς, μαζί με τον Γιάννη (Ιωαννίδη) ήμασταν από τους κορυφαίους Έλληνες προπονητές, είχα την εμπειρία αλλά ήταν δύσκολη η διαχείριση της κατάστασης που συνάντησα. Όταν ανέλαβα, η υπόθεση Ευρώπη θεωρούταν χαμένη γιατί έπρεπε να κάνουμε τρεις μεγάλες εκτός έδρας νίκες. Πετύχαμε αυτή επί της Λιμόζ κι φτάσαμε στο σημείο διεκδίκησης της πρόκρισης στο εκτός έδρας παιχνίδι με τη Σκαβολίνι. Παίξαμε καλά αλλά χάσαμε».

Το σύστημα διεξαγωγής του Πρωταθλήματος προσμετρούσε τα αποτελέσματα της κανονικής διάρκειας στη σειρά των Playoffs. Ο ισχυρός αντίπαλος του Άρη ήταν ο ΠΑΟΚ και οι 2-0 νίκες της regular season έδωσαν στους «κίτρινους» ξεκάθαρο προβάδισμα. Μόνο όμως που εκεί, το σοκ ήταν εξαιρετικά ισχυρό. Όπως είχε πει και ο Ναπολέων… «το να ηττηθείς είναι συγχωρητέο. Το να αιφνιδιαστείς, ποτέ» και ο Άρης μάλλον δεν συγχώρεσε τον εαυτό του για την παροχή δικαιώματος. Ο ΠΑΟΚ κέρδισε τα δύο πρώτα παιχνίδια, ισοφάρισε τη σειρά σε 2-2 και απέκτησε ψυχολογικό πλεονέκτημα.

Μ.Κ.: «Δεν ξέρω αν ήμασταν χαλαροί όταν ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε τη σειρά σε 2-2, αλλά είχαμε προβλήματα. Τραυματισμούς τους οποίους δεν κοινοποιούσαμε όπως αυτός του Σούμποτιτς ο οποίος έπαιζε μ’ ένα γόνατο. Ο Μισούνοφ έπαιζε με σπασμένα πλευρά κι έπρεπε να σταματήσει τον Μπάρλοου. Ο Γκάλης ήταν κουρασμένος και πιεσμένος. Απέναντί μας ήταν μια πιο νεανική ομάδα, με παίκτες οι οποίοι ήταν στα ντουζένια τους όπως οι Κόρφας, Πρέλεβιτς, Μπουντούρης, ο Μπάρλοου. Ο ΠΑΟΚ ήταν καλύτερος και πιο νεανικός ως ομάδας. Όταν ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε σε 2-2 έγιναν πολλά, αναγκάστηκα να βάλω τις φωνές για να δημιουργήσω μια τεχνητή κρίση, στην πραγματικότητα όμως ήμασταν σε κρίση. Ο συγχωρεμένος ο Ανέστης ο Πεταλίδης διαφωνούσε με την τακτική. Έκανα αυτό που ήθελα, ένιωσα περήφανος αλλά το φίδι από την τρύπα το έβγαλαν οι παίκτες. Θυμάμαι την κριτική που δέχθηκα γιατί έπαιξα ζώνη σε όλο το δεύτερο ημίχρονου του τελευταίου αγώνα γιατί ο Άρης δεν έπαιζε ποτέ ζώνη. Διαφώνησα με τον Νίκο (Γκάλη) καθώς θεωρούσα ότι θα έπρεπε να είχε λιγότερο την μπάλα στα χέρια του. Προσωπική άμυνα έπαιζε ο Μπουντούρης κι όταν πήγαινε προς τα μέσα, έπεφτε πάνω του και ο Φασούλας. Ο Νικ ήταν κουρασμένος γιατί είχε τραβήξει το κουπί όλη τη χρονιά και του είχα πει ότι την μπάλα πρέπει να την κατεβάζει ο Παναγιώτης (Γιαννάκης) για να παίρνει περισσότερες ανάσες. Ο Νικ δεχόταν επιρροή από άλλους. Δεν ήταν υποτιμητικό, προς Θεού. Τσακώθηκα με αρκετούς που ήταν στα πέριξ του συλλόγου. Ήξερα ότι ο ΠΑΟΚ ήταν πιο φρέσκος κι εμείς έπρεπε να βασιστούμε στις προσωπικότητές μας».

Λ.Σ.: «Ο ΠΑΟΚ είχε νιώσει ότι αυτή ήταν η ευκαιρία του. Το βλέπαμε στους παίκτες του, ένιωθαν το «ή τώρα ή ποτέ» και είναι αλήθεια ότι πάλεψαν σαν λιοντάρια. Μετά από χρόνια είχα μιλήσει με τον Κεν Μπάρλοου και μου είχε πει ότι στον ΠΑΟΚ έβλεπαν τη δική μας αγωνιστική φθορά κι ένιωσαν σίγουροι ότι θα κέρδιζαν. Πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο η εμπειρία μας αλλά και το πνεύμα του νικητή. Αυτά τα δύο πράγματα μετρούσαν πολύ στα παιχνίδια με τον ΠΑΟΚ. Θυμάμαι έναν αγώνα όπου ήμασταν 11 πόντους πίσω στο σκορ και το γυρίσαμε σε τρία λεπτά. Για εκείνη την εποχή ήταν τρομερή ανατροπή καθώς ίσχυαν άλλοι κανόνες».

Β.Λ.: «Μετά την ισοφάριση του ΠΑΟΚ μέτρησε το μέταλλο αυτής της ομάδας και οι προσωπικότητες των παικτών. Αυτό που λέμε «Ο Πρωταθλητής». Κακά τα ψέματα, ο ΠΑΟΚ είχε καλύτερη ομάδα από εμάς, έπαιζε ωραίο μπάσκετ και ταυτόχρονα εμείς παρουσιάζαμε τα πρώτα συμπτώματα σήψης και δυσλειτουργίας μέσα στο γήπεδο. Είχαμε όμως το μέταλλο του Πρωταθλητή από τους διαδοχικούς τίτλους. Παίξαμε και λέγαμε… «εγώ δεν χάνω» ενώ ο άλλος που έφτανε για πρώτη φορά κοντά στην πηγή είχε την αμφιβολία του «λες να χάσω;». Εμείς είχαμε την αυτοπεποίθηση των προηγούμενων χρόνων και ο ΠΑΟΚ το αίσθημα των αποτυχημένων προσπαθειών. Θυμάμαι πολύ καλά εκείνα τα παιχνίδια. Μέχρι το τελευταίο λεπτό η ομάδα έπαιρνε σωστές αποφάσεις και είχε την ψυχραιμία της σωστής αντίδρασης. Εκεί μέτρησε η ψυχολογία. Μπορεί να χάναμε πέντε πόντους, λίγα δευτερόλεπτα πριν τελειώσει ο αγώνας, αλλά είχαμε την ψυχολογία του «δεν χάνω». Αντιθέτως, ο αντίπαλος ο οποίος δεν είχε σφυρηλατηθεί τόσο σκληρά όπως εμείς, ένιωθε την αμφισβήτηση μέχρι το τελευταίο σουτ».

Η 5η συνάντηση των δύο ομάδων μπήκε στο πάνθεον της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ. Ο ΠΑΟΚ βαστούσε τη νίκη στα χέρια του. Το σκορ ήταν 83-78, 100’’ πριν το τέλος. Το μισό Παλέ είναι αφηνιασμένο, στο άλλο μισό επικράτησε παγωμάρα και ο εφιάλτης πλησίασε ακόμη περισσότερο. Η προειδοποιητική βολή ήρθε από τον Λευτέρη Σούμποτιτς, ελάχιστοι έδωσαν σημασία.

Λ.Σ.: «Σε αυτά τα παιχνίδια, κάθε λεπτομέρεια έχει την αξία της γιατί διαμορφώνει τη ροή ενός αγώνα. Θυμάμαι εκείνο το τρίποντο, ήταν στο transition παιχνίδι και είχαμε μειώσει σε 83-81. Δεν το σκέφτηκα τότε, ένιωσα σίγουρος ότι θα το έβαζα και μπήκε γιατί αυτή ήταν η ψυχολογία μας. Αυτό το δεν θα χάσω».

16 δευτερόλεπτα πριν το τέλος, ο Τζον Κόρφας έδωσε αέρα τεσσάρων πόντων (85-81). Ο κλοιός είχε σφίξει, αλλά ο Παναγιώτης Γιαννάκης είναι εκεί. Εύκολο λέι απ, κακή επαναφορά από τον Κεν Μπάρλοου, κλέψιμο του Ντίνου Αγγελίδη, πάσα του Νίκου Γκάλη, ασίστ του τελευταίου στον Παναγιώτη Γιαννάκη, τρίποντο του τελευταίου… Τι έκανε Θεέ μου.

Β.Λ.: «Μόνο μία φάση βλέπω συχνά στο youtube. Το τρίποντο του Παναγιώτη γιατί ακόμη δεν μπορώ να το πιστέψω. Την πέταξε (την μπάλα) από τα οκτώ μέτρα. Ναι, ήταν και το τρίποντο του Λευτέρη (Σούμποτιτς)… Ξέρεις στο Eurobasket ’87 όλοι ασχολούνται με τις βολές του Αργύρη (Καμπούρης) κανείς όμως μ’ αυτές του Λιβέρη Ανδρίτσου. Ο Λιβέρης έπρεπε να βάλει και τις δύο για να πάμε στην παράταση. Ο Αργύρης ακόμη κι αν έβαζε μία, παίρναμε το χρυσό μετάλλιο. Οι βολές του Λιβέρη ήταν σαφώς δυσκολότερες. Αυτό που είχε συμβεί στο παιχνίδι με το τρίποντο του Γιαννάκη ήταν μοναδικό στα χρονικά. Πριν μπει, το μισό γήπεδο ήταν όρθιο, ήταν οι οπαδοί του ΠΑΟΚ οι οποίοι πανηγύριζαν και οι αντίστοιχοι του Άρη (στην πλευρά των επισήμων) ήταν καθισμένοι. Ξαφνικά, το μισό γήπεδο κατέρρευσε».

Λ.Σ.«Η αλήθεια είναι ότι στο 2-2 μας έπιασε πανικός, εκεί φάνηκε όμως η εμπειρία αυτής της ομάδας, όπως αποδείχθηκαν και οι σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί στα προηγούμενα χρόνια. Θυμάμαι ότι πριν το 6ο παιχνίδι, συζητώντας στο ξενοδοχείο στο Πανόραμα όπου μέναμε, είχαμε πει ότι αν είναι να χάσουμε, θα χάσουμε σαν παλικάρια. Φεύγοντας από το ξενοδοχείο, μπήκαμε στο πούλμαν. Εγώ πάντα καθόμουν στις πρώτες 2-3 θέσεις και ο Παναγιώτης (Γιαννάκης) ήταν στις τελευταίες, μίλησε σε όλους και είχε πει ‘πάμε να το τελειώσουμε’.. Εξαιρετική αντίδραση είχε και ο Μιχάλης Κυρίτσης. Κάθε άλλο παρά τον έπιασε πανικός. Ήταν φανερή η εμπειρία του».

Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, ο Άρης είχε διανύσει την απόσταση από την κόλαση στον παράδεισο, είχε αποκτήσει πλεονέκτημα (3-2) και απείχε μία νίκη από την εξιλέωση.

Β.Λ.: «Ακόμη κι όταν ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε τη σειρά, η ομάδα δεν είχε ηττοπάθεια. Είχαμε χαλυβδώσει σαν ομάδα, είχαμε χαρακτήρα και ψυχραιμία. Όλες οι τελευταίες επιλογές είχαν αυτοπεποίθηση. Πώς για παράδειγμα βλέπει η νεότερη γενιά το πρόσωπο του Βασίλη Σπανούλη στις τελευταίες φάσεις, έτσι. Αν εστιάσεις στη φάτσα του Γιαννάκη την ώρα που σηκώνεται για να σουτάρει, έπειτα από την πάσα του Γκάλη, καταλαβαίνεις ότι δεν υπήρχε η αίσθηση ότι η ιστορία ήταν χαμένη. Στο 3-2 η ζυγαριά έγειρε. Ενισχύεται η αυτοπεποίθηση του Πρωταθλητή αλλά και η αμφιβολία του αντιπάλου ο οποίος προσπαθεί να τον εκθρονίσει».

Ο σεναριογράφος δεν είχε κέφια, άφησε την ίδια μπομπίνα να παίξει. «Play it again Sam», όπως ψιθύριζαν με μελαγχολία, Χόμφρεϊ Μπόγκαρντ και Ίνγκριντ Μπέργκμαν για τη μία και μοναδική αγάπη. Όχι, αυτή τη φορά δεν ήταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης καθώς ο «Δράκος» έδωσε την ασίστ. Ήταν ένα ψιλόλιγνο και ολίγον παρεξηγημένο παλικάρι, ο Μπραντ Σέλερς ο οποίος αμφισβητήθηκε αρκετά λόγω αγωνιστικής αστάθειας.

Μ.Χ.: «Πριν αναλάβω την ομάδα, δεν είχε αναγνωστεί η αξία του Μπράντ Σέλερς ο οποίος ουσιαστικά ήταν ξένο σώμα στην ομάδα. Ο Μπράντ ήταν ιδιαίτερο παιδί και δεν είχε καμία σχέση (σε επίπεδο συνηθειών, ενδιαφερόντων και βιογραφικού) με τους Αμερικανούς που έρχονταν εκείνη την εποχή στην Ελλάδα. Αγωνιστικά είχε εξαιρετικά στοιχεία γιατί με ύψος 2.10 έπαιζε και γκαρντ. Το πλεονέκτημα ή μειονέκτημά του ήταν ότι επρόκειτο για ένα πολύ μορφωμένο παιδί το οποίο λάτρευε τη λογοτεχνία και ήταν ιδιαίτερα σκεπτόμενος για αθλητής. Ο Σέλερς ήταν έτοιμος να φύγει καθώς είχε χαθεί στην ανομοιογένεια της ομάδας ενώ ο Λάζαρος δεν είχε την εμπειρία της διαχείρισης Αμερικανών παικτών. Ωστόσο, από εκεί που ήταν ξένο σώμα, ο Σέλερς έγινε σημαντικό γρανάζι της ομάδας με τη δική μου παρέμβαση και από τους βασικούς πρωταγωνιστές στην κατάκτηση του τίτλου. Προσωπικά, έχοντας αναπτύξει σχέσεις με Αμερικανούς, γνώριζα τη ιδιοσυγκρασία τους αλλά και το πώς θα έπρεπε να τον προσεγγίσω».

66’’ πριν το τέλος και ο ΠΑΟΚ στρογγυλοκάθισε σε διαφορά έξι πόντων (80-74). Ο ένας ακόμη τελικός έμοιαζε αναπόφευκτος. Δύο βολές του Γιαννάκη, μία άστοχη (σε 1+1) του Παναγιώτη Φασούλα, ένα καλάθι μπροστά στον τελευταίο από τον Βασίλη Λυπηρίδη έπειτα από το επιθετικό ριμπάουντ της ζωής του και 80-78.

Β.Λ.: «Για μένα το μπάσκετ στηρίζεται σ’ αυτά που λέγαμε σκουπίδια. Στα ριμπάουντ, αλλά και σε πράγματα τα οποία έχουν τεράστια σημασία όταν δεν βγαίνει μια κανονική επίθεση. Η τύχη παίζει ρόλο, περισσότερο μετράει όμως το πόσο αποφασισμένος είσαι να κυνηγήσεις μια κατάσταση. Χάνεις πέντε πόντους, τι κάνεις; Το παρατάς; Όχι, εμείς ορμούσαμε για την κάθε μπάλα. Αυτή ήταν η νοοτροπία μας. Είναι ζήτημα εσωτερικής παρόρμησης αυτή ξεκινά από την αγωνιστικότητα που καλλιεργείς στα χρόνια που προηγήθηκαν. Ορμάς, δεν σταματάς ποτέ. Αυτό έκανα τότε».

Ο Φασούλας φόρεσε τον μανδύα του μοιραίου παίκτη, ο ΠΑΟΚ παραδόθηκε στους δαίμονές του, ο Σέλερς πέτυχε το καλάθι (80-80), έβαλε και τη συμπληρωματική βολή (80-81), ο Παπαχρόνης δεν είδε τον Σταυρόπουλο κι έκανε κάτι σαν σουτ… Τέλος. Ο αυτοκράτορας παραμένει στον θρόνο του.

Μ.Κ.: «Όταν τελείωσε το παιχνίδι και κατακτήσαμε το Πρωτάθλημα, ήρθε ο φίλος μου ο Γιώργος ο Τσιτούρας μαζί με τον γιο του Ραπτόπουλου που είχαν την Express Service και με πήραν στους ώμους τους. Το βράδυ πήγα στο σπίτι για να ηρεμήσω και μετά γλεντήσαμε στο «Ακρόαμα». Είχα ζήσει συγκλονιστικές στιγμές στη καριέρα μου, όπως το Πρωτάθλημα που πήραμε με τον Παναθηναϊκό στο μπαράζ του 1984 στην Κέρκυρα, αλλά αυτό δεν συγκρινόταν. Αυτό που έζησα μ’ έδεσε με τον Άρη. Οι αυτοκρατορία έπεσε κι όπως συνηθίζω να λέω, οι αυτοκρατορίες πάντα πέφτουν από μέσα. Εκείνος ο τίτλος σφράγισε τη ζωή μου. Μας βγήκε η ψυχή, αλλά αυτό που ζήσαμε δεν θα το ξαναζήσουμε ούτε σε τρεις ζωές».

Λ.Σ.: «Ξεσπάσαμε γιατί δεχθήκαμε πολλά χτυπήματα στη διάρκεια της χρονιάς, βγάλαμε ό,τι είχαμε στην ψυχή μας γιατί δικαιωθήκαμε. Για μένα, οι πανηγυρισμοί που μετρούν είναι στο γήπεδο και στα αποδυτήρια. Τα υπόλοιπα είναι για τους φωτογράφους. Ίσως ήταν στη μοίρα μας να κερδίσουμε έτσι το τελευταίο Πρωτάθλημα, σαν τον θεό του Πολέμου. Πολεμήσαμε για να μείνουμε ζωντανοί και το αποδείξαμε. Ήταν η αμφισβήτηση που είχαμε νιώσει. Προσωπικά, έχω κερδίσει τόσους τίτλους, ποτέ όμως δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα χάσω. Σέβομαι τον αντίπαλο, τον αξιολογώ και πολεμάω για να τον κερδίσω».

Β.Λ.: «Τότε έμενα στην οδό Βούλγαρη 31 στον 5ο όροφο. Μετά από τους πανηγυρισμούς, βγήκα στο μπαλκόνι με τον Ντίνο Αγγελίδη και ανοίξαμε σαμπάνια. Δεν είμαι άνθρωπος των άκρων αλλά έτσι ένιωσα τότε, έτσι λειτούργησα».

Στον επίλογο της συγκλονιστικής μετάδοσης του Κώστα Μπατή, ο συνάδελφος ευχήθηκε να υπάρξουν μιμητές των ομάδων της Θεσσαλονίκης και να δημιουργήσουν ομάδες του ίδιου βεληνεκούς. Αυτό επιβεβαιώθηκε λίγους μήνες μετά…

Β.Λ.: «Το βράδυ του τελευταίου Πρωταθλήματος ένιωσα ότι ήταν το τελευταίο ή εν πάσει περιπτώσει όταν τα πράγματα δεν θα είναι ίδια. Είχε καλλιεργηθεί αυτό το συναίσθημα στη διετία που προηγήθηκε, ένιωθα ότι δεν θα συμβεί το ίδιο και του χρόνου».

Μ.Κ.:«Η ομάδα έδειχνε ότι είχε ξεφουσκώσει, τα παιδιά έκαναν ηρωική προσπάθεια αλλά έπρεπε να ενισχυθεί ο ρόλος άλλων παικτών. Νομίζω ότι ήταν καταλυτική η παρουσία του Ντίνου Αγγελίδη, του Βασίλη Λυπηρίδη, του Μπραντ Σέλερς που ανέφερα, έπαιξε ρόλο φυσικά η τύχη αλλά κι εκείνα τα τραγικά λάθη του ΠΑΟΚ. Νομίζω ότι εκείνο το Πρωτάθλημα έβαλε τη σφραγίδα στο κλείσιμο ενός κύκλου και οι λόγοι δεν ήταν μόνο αγωνιστικοί. Ο Νίκος Βεζυρτζής του ΠΑΟΚ ήταν ισχυρός οικονομικά, ο Σωκράτης Κόκκαλης είχε μπει στον Ολυμπιακό ενώ ο Παύλος Γιαννακόπουλος ενώ ήταν μετριοπαθής στα πρώτα τρία χρόνια στον Παναθηναϊκό, μετά προχώρησε σε ακόμη μεγαλύτερη επένδυση. Εκεί έλαβε τέλος η οικονομική υπεροπλία της Θεσσαλονίκης καθώς το χρήμα ήταν στην Αθήνα».

Η τελευταία μεγάλη παράσταση του Άρη έγινε μια μέρα σαν σήμερα, στις 8 Μαΐου 1991. Η τελευταία «ανέβηκε» σχεδόν έναν χρόνο μετά. Στο ΣΕΦ, στον νικηφόρο τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας επί της ΑΕΚ ο οποίος αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της σπουδαιότερης ομάδας που ανέδειξε ο ελληνικός αθλητισμός…

 

Χριστοδουλόπουλος: «Κακώς ο Ερασιτέχνης Πανιώνιος άφησε να εννοηθεί ότι η ΚΑΕ θέλησε να βάλει χέρι στα περιουσιακά»Χριστοδουλόπουλος: «Κακώς ο Ερασιτέχνης Πανιώνιος άφησε να εννοηθεί ότι η ΚΑΕ θέλησε να βάλει χέρι στα περιουσιακά»

Ο Γιώργος Χριστοδουλόπουλος απάντησε στην ανακοίνωση του Ερασιτέχνη Πανιωνίου για τις Ακαδημίες του συλλόγου.

Ο πρόεδρος της «κυανέρυθρης» ΚΑΕ ανέφερε στην γραπτή του δήλωση:

«Θα ήθελα να απαντήσω στην ανακοίνωση του Ερασιτέχνη. Ενημερώνω προκαταβολικά, πως δεν σκοπεύω να απαντήσω ξανά σε τυχόν απάντησή τους. Εάν θέλουν να κάνουν διάλογο, ας αποδεχθούν το ήδη κατατεθειμένο αίτημά μου για νέο ΔΣ Ερασιτέχνη, άμεσα, στο οποίο και θα ήθελα να μου επιτρέψουν να παρευρεθώ. Ελπίζω στο νέο ΔΣ, να καλέσουν εγκαίρως όλα τα μέλη του ΔΣ, γιατί όπως ενημερώθηκα, ορισμένα μέλη του ΔΣ που είναι θετικά διακείμενα στην συνεργασία μεταξύ ΚΑΕ Πανιωνίου και Ακαδημιών, δεν παρευρέθηκαν στο τελευταίο ΔΣ γιατί δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως.

Να ενημερώσω από την πλευρά μου την Πανιώνια οικογένεια ότι:

Αφού το νέο ΔΣ δεν θέλει να μένει τίποτα κρυφό από τον κόσμο του Πανιωνίου, καλώς ο Ερασιτέχνης αποκάλυψε ότι απορρίφθηκε ομόφωνα το αίτημα που κατέθεσα εκ μέρους του υποψηφίου αγοραστή της ΚΑΕ Πανιώνιος, για συνεργασία μεταξύ της ΚΑΕ Πανιώνιος με τον Ερασιτέχνη, σχετικά με τις Ακαδημίες. Κακώς όμως, δεν ενημέρωσε ταυτόχρονα τον κόσμο του Πανιωνίου και για το πλήρες περιεχόμενο των προτάσεων που απέρριψε ομόφωνα. Κακώς και ταυτόχρονα ψευδώς, άφησε να εννοηθεί ότι ο λόγος απόρριψης των προτάσεων είναι ότι η ΚΑΕ Πανιώνιος θέλησε να βάλει χέρι στα περιουσιακά στοιχεία του συλλόγου. Οποιοσδήποτε αμερόληπτος φίλος του Πανιωνίου – και μη – διαβάσει τις δύο προτάσεις που κατατέθηκαν επίσημα στο ΔΣ του Ερασιτέχνη, μπορεί να καταλάβει ότι ουδέποτε υπήρξε τέτοια πρόθεση. Από την πλευρά μου, να τονίσω, ότι ο μόνος λόγος που δεν μπορώ να αποκαλύψω το όνομα του υποψηφίου αγοραστή, είναι γιατί δεσμεύομαι από ρήτρα εμπιστευτικότητας.

Μη διανοηθεί ποτέ, κανένα μέλος της Πανιώνιας οικογένειας να ζητήσει εξηγήσεις για τις αποφάσεις του ΔΣ του Ερασιτέχνη. Μετά από τρεις μόλις μήνες ζωής, απέκτησαν και το αλάθητο, αλλά και το ακαταλόγιστο. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που τολμούν να απαγορεύσουν και μάλιστα με δημόσια ανακοίνωσή τους, σε όλα τα μέλη της Πανιώνιας οικογένειας, να ζητήσουν εξηγήσεις για οποιαδήποτε απόφασή τους, τώρα ή στο μέλλον.

Αδυνατώ να καταλάβω για ποιό λόγο επιμένει το ΔΣ του Ερασιτέχνη να προσπαθεί να πείσει ότι η ΚΑΕ Πανιώνιος ζήτησε να διαχειρίζεται τα έσοδα των Ακαδημιών. Στην πρώτη πρόταση, τυχόν κέρδος της συνδιαχείρισης των Ακαδημιών (αφού πρώτα πληρώνονταν τα λειτουργικά τους έξοδα) θα χρησιμοποιείτο για την βελτίωση των εγκαταστάσεων της Ακαδημίας (όλες οι εγκαταστάσεις είναι ιδιοκτησία του Ερασιτέχνη), ενώ στην δεύτερη πρόταση την αποκλειστική διαχείριση των εσόδων των Ακαδημιών θα την είχε ο Ερασιτέχνης. Στο τέλος της απάντησής μου, θα δημοσιεύσω για μια ακόμα φορά το πλήρες κείμενο των προτάσεων που ομόφωνα απέρριψε το ΔΣ του Ερασιτέχνη, προς αποκατάσταση της αλήθειας.

Να ενημερώσω το ΔΣ του Ερασιτέχνη ότι:

  • Αναφαίρετο δικαίωμα της ΚΑΕ Πανιώνιος και όχι παραχώρηση, είναι η παρακολούθηση όλων των τμημάτων των Ακαδημιών.
  • Αναφαίρετο δικαίωμα της ΚΑΕ Πανιώνιος και όχι παραχώρηση, είναι η επιλογή αθλητών, να συμμετάσχουν σε προπονήσεις ή σε αγώνες της ανδρικής ομαδας.
  • Αναφαίρετο δικαίωμα της ΚΑΕ Πανιώνιος και όχι παραχώρηση, είναι η δυνατότητα να υπογράψει ημιεπαγγελματικό συμβόλαιο, με αθλητές των Ακαδημιών.

Ο λόγος που ζητήθηκε να επιλεχθούν πρόσωπα κοινής αποδοχής (με τον Ερασιτέχνη), έμπειρα και ει δυνατόν, ήδη αξιολογημένων προσόντων από την ΚΑΕ Πανιώνιος για τις θέσεις του Υπεύθυνου και των προπονητών των αγωνιστικών παιδικών-εφηβικών τμημάτων των Ακαδημιών, είναι ο προφανής. Οι συγκεκριμένοι προπονητές θα έχουν ενεργό ρόλο και στις Ακαδημίες, αλλά και στην ανδρική ομάδα ταυτόχρονα, διευκολύνοντας και την συνεργασία των δύο τμημάτων, αλλά και ειδικότερα την πρόοδο των αθλητών των Ακαδημιών και τη μετέπειτα στελέχωση της ανδρικής ομάδας από αυτούς.

Κλείνοντας, να ενημερώσω τον κο Κοκκινάκη, πως ουδέποτε έθεσα κάποιον προβληματισμό στο ΔΣ του Ερασιτέχνη, πολλώ δε μάλλον στον κόσμο του Ιστορικού, για το πώς θα καταφέρω να πουλήσω την ΚΑΕ Πανιώνιος, όπως λέει. Ξεκάθαρα δήλωσα πως οι Ακαδημίες είναι βασικός άξονας στη συγκεκριμένη διαπραγμάτευση, αλλά απέφυγα να πω, πως εάν ενδεχομένως οριστικά δεν υπάρξει συμφωνία με τον Ερασιτέχνη για τις Ακαδημίες θα αποσυρθεί το επίσημα κατατεθειμένο ενδιαφέρον, γιατί δεν το γνωρίζω. Ο προβληματισμός που πραγματικά υπάρχει στον κόσμο του Ιστορικού κε Κοκκινάκη, είναι για ποιό λόγο το ΔΣ του Ερασιτέχνη απέρριψε ομόφωνα μια πρόταση που περιλαμβάνει επιλογή προσώπων κοινής αποδοχής για τις νευραλγικές θέσεις των Ακαδημιών, καμία επιβάρυνση στον προϋπολογισμό του Ερασιτέχνη, αποκλειστική διαχείριση των εσόδων των Ακαδημιών από τον Ερασιτέχνη καθώς και ποσοστό 20% από ενδεχόμενη πώληση αθλητή που προήλθε από τις Ακαδημίες. Απαντήστε σε αυτά τα ερωτήματα εάν θέλετε και αφήστε τον αποπροσανατολισμό με το να συνεχίζετε να κάνετε βαρύγδουπες δηλώσεις για την διαχείριση των εσόδων των Ακαδημιών από τρίτους. Οι μισοί από εσάς που απορρίψατε ομόφωνα αυτήν την πρόταση που σας κατέθεσα, μέχρι πριν 7-8 μήνες δίνατε κάθε χρόνο την απόλυτη διαχείριση των Ακαδημιών, χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο, σε όποιον σας έδινε τα περισσότερα. Αλλά ξέχασα, πλέον δεν επιτρέπετε σε κανέναν από την Πανιώνια οικογένεια να ζητάει εξηγήσεις για τις αποφάσεις σας.

Ακολουθούν οι δύο προτάσεις που κατατέθηκαν επίσημα και απορρίφθηκαν ομόφωνα απο το ΔΣ του Ερασιτέχνη:

Η πρώτη πρόταση, είναι μια βελτιωμένη πρόταση του τρόπου λειτουργίας των Ακαδημιών έως σήμερα. Πληρωμή εφάπαξ ποσού από την ΚΑΕ Πανιώνιος στον Ερασιτέχνη στην αρχή της χρονιάς, το οποίο και θα συμφωνηθεί άμεσα εάν αυτή η πρόταση γίνει αποδεκτή. Επιλογή από την ΚΑΕ Πανιώνιος του προσωπικού των Ακαδημιών. Βάσει των συζητήσεών μου, το πραγματικό ζητούμενο έχω καταλάβει πως είναι ο Υπεύθυνος των Ακαδημιών και οι προπονητές των αγωνιστικών παιδικών-εφηβικών τμημάτων, οι οποίοι θα έχουν και ενεργό ρόλο στην ΚΑΕ Πανιώνιος, καθώς και μια θέση γραμματείας. Τα έσοδα των Ακαδημιών θα χρησιμοποιούνται ώστε να πληρώνονται όλα τα λειτουργικά έξοδα των Ακαδημιών (προσωπικό, εγκαταστάσεις, ταξίδια κλπ.) φαντάζομαι όπως γινόταν και έως σήμερα. Πιθανό κέρδος, θα επενδύεται σε βελτίωση των εγκαταστάσεων της Ακαδημίας. Πιθανή ζημία, θα βαραίνει αποκλειστικά την ΚΑΕ Πανιώνιος. Η ΚΑΕ Πανιώνιος θα αποφασίζει για το έμψυχο δυναμικό των Ακαδημιών, ποιοί αθλητές θα προωθούνται στην πρώτη ομάδα, ποιοί αθλητές και με ποιούς όρους θα μεταγράφονται σε άλλες ομάδες κλπ. Σε περίπτωση μεταγραφής αθλητή σε άλλη ομάδα, το 80% του ποσού θα πηγαίνει στην ΚΑΕ Πανιώνιος και το 20% θα πηγαίνει στον Ερασιτέχνη.

Η δεύτερη πρόταση, βασίζεται στο ήδη υπάρχον πλάνο για την νέα χρονιά, εάν το κατάλαβα και ακολούθως το μετέφερα σωστά. Επιλογή από την ΚΑΕ Πανιώνιος του Υπεύθυνου των Ακαδημιών και των προπονητών των αγωνιστικών παιδικών-εφηβικών τμημάτων, οι οποίοι θα έχουν και ενεργό ρόλο στην ΚΑΕ Πανιώνιος, καθώς και μια θέση γραμματείας. Θα προτιμηθούν πρόσωπα κοινής αποδοχής, έμπειρα και ει δυνατόν, ήδη αξιολογημένων προσόντων. Η μισθοδοσία όλων των ανωτέρω για τις υπηρεσίες τους στις Ακαδημίες, θα καλύπτεται από τα έσοδα των Ακαδημιών και δεν μπορεί να υπερβαίνει είτε τα περυσινά δεδομένα ή τον φετινό προυπολογισμό του Ερασιτέχνη για τις αντίστοιχες θέσεις, οποιοδήποτε από τα δύο συμφωνηθεί. Την οποιαδήποτε διαφορά, εάν υπάρχει, θα την καλύπτει η ΚΑΕ Πανιώνιος. Την αποκλειστική διαχείριση των εσόδων των Ακαδημιών θα την έχει ο Ερασιτέχνης. Πιθανό κέρδος, θα χρησιμοποιείται όπως αποφασίσει ο Ερασιτέχνης. Πιθανή ζημία, θα βαραίνει αποκλειστικά τον Ερασιτέχνη. Η ΚΑΕ Πανιώνιος θα αποφασίζει για το έμψυχο δυναμικό των Ακαδημιών, ποιοί αθλητές θα προωθούνται στην πρώτη ομάδα, ποιοί αθλητές και με ποιούς όρους θα μεταγράφονται σε άλλες ομάδες κλπ. Σε περίπτωση μεταγραφής αθλητή σε άλλη ομάδα, το 80% του ποσού θα πηγαίνει στην ΚΑΕ Πανιώνιος και το 20% θα πηγαίνει στον Ερασιτέχνη».

 

Ε, ναι, τα έχω… μεγάλα!

Ε, ναι, τα έχω… μεγάλα!

Προχθές συμπληρώθηκαν 22 χρόνια από το δολοφονικό τρίποντο του Πέτζα Στογιάκοβιτς στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και ο Βασίλης Σκουντής αναψηλαφεί την ιστορία του σουτ που άλλαξε την ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος…

Eγραφα την Τετάρτη για τα πλείστα όσα γεγονότα έχουν συμβεί στις 6 Μαΐου και παρέλειψα επίτηδες ένα με το οποίο λέω να καταπιαστώ σήμερα…

Εκτός λοιπόν από το ντεμπούτο του Γκάλη στην εθνική ομάδα, εκτός από τα γενέθλια του Δημήτρη Διαμαντίδη που τα γιόρτασε μαζί με τον Ντέγιαν Τομάσεβιτς ρουφώντας το νέκταρ της κατάκτησης του τροπαίου της Euroleague και εκτός από τον θρίαμβο της ΑΕΚ στο Basketball Champions League, αυτή η ημέρα είναι επετειακή και για άλλον έναν λόγο…

Για το σουτ που άλλαξε τον ρουν της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ και δη του πρωταθλήματος: το περιβόητο «The Shot» του Πέτζα Στογιάκοβιτς, που το μπουμπούνισε μια ημέρα πριν από την ένατη επέτειο ενός άλλου ανδραγαθήματος του Μάικλ Τζόρνταν

Εκείνες άλλωστε υπήρξαν και καταχωρίσθηκαν ως οι ημέρες των απανταχού της Ευρώπης Πέτζα: στις 6 του μήνα στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας ο Στογιάκοβιτς έβαλε στην εκπνοή του τρίτου ημιτελικού των play offs της Α1 το σουτ με το οποίο ο ΠΑΟΚ έριξε στο κανναβάτσο τον Ολυμπιακό και μετά από δυο εβδομάδες στην «Amsterdam Arena» ένας συνονόματος του, ο Μαυροβούνιος Μιγιάτοβιτς σκόραρε το γκολ της νίκης της Ρεάλ Μαδρίτης επί της Γιουβέντους στον τελικό του UEFA Champions League.

Δεν ξέρω αν ήταν πάλι τέτοιος μήνας, το 1960 όταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγούδησε για πρώτη φορά το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου, το οποίο μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης και μπορεί να γράφτηκε για άλλο λόγο, αλλά ταιριάζει σε αυτό που βίωσαν εκείνο το βράδυ (της 6ης Μαΐου του ’98) οι Πειραιώτες βλέποντας τον Στογιάκοβιτς να διαπράττει το μεγάλο ριφιφί και τον τίτλο να κάνει φτερά…

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω!

Τετάρτη, 6 Μαΐου του 1998, λοιπόν…

Με το σκορ της σειράς στο 1-1 (66-65, 50-56) μετά τους πρώτους δυο ημιτελικούς και ενώ απέμεναν 49 δευτερόλεπτα για τη λήξη του τρίτου αγώνα η αδρεναλίνη βάραγε κόκκινο.

Ο Τζόνι Ρότζερς είχε βάλει μπροστά τον Ολυμπιακό με 55-53, ο συχωρεμένος ο Τσαρλς Σάκλφορντ έφερε το ματς ξανά στα ίσια με 55-55, ο Αρτούρας Καρνισόβας δεν κατάφερε να ξαναδώσει προβάδισμα στους οικοδεσπότες και τότε ο Σβι Σερφ δεν χρειάστηκε να ρωτήσει «ποιος;».

Τον είχε προλάβει ο Στογιάκοβιτς και φώναξε «εγώ»!

Για να αντιπαραβάλω το σουτ του Στογιάκοβιτς με εκείνο του Τζόρνταν, δεν ξέρω εάν κάποιος άλλος παίκτης του Ολυμπιακού προσφέρθηκε όπως ο Ρον Χάρπερ στο Κλίβελαντ, για να μαρκάρει τον Πέτζα.

Στις 7 Μαΐου του ’89 Λένι Γουίλκενς αψήφησε την επιθυμία του μετέπειτα παίκτη των Μπουλς και έστειλε σε διατεταγμένη υπηρεσία τον Γκρεγκ Ιλο, που είδε τα ραδίκια ανάποδα!

Στις 6 Μαΐου του ’98 ο Ντούντα έστειλε πάνω στον Στογιάκοβιτς τον Ντούσαν Βούκσεβιτς στις αμυντικές ικανότητες του οποίου ούτως ή άλλως είχε εμπιστοσύνη…

Εδώ ανοίγω μια μικρή παρένθεση, διότι τον Βούκσεβιτς, τον Ιβκοβιτς και τον Τζόρνταν τους ενώνει μια ιστορία, που είχε εκτυλιχθεί επτά μήνες νωρίτερα στον τελικό του McDonalds στο Παρίσι (Μπουλς-Ολυμπιακός) και μου τη διηγήθηκε τις προάλλες ο ίδιος ο Ντούντα…

«Πίστευα ότι ο Βούκσεβιτς, επειδή ήταν ψηλός και γρήγορος, μπορούσε να τον μαρκάρει, αλλά βεβαίως ο Τζόρνταν ήταν άπαικτος. Εν πάση περιπτώσει του ζήτησα να τηρεί τις αποστάσεις ώστε να μπορέσει να ελέγξει, όσο αυτό ήταν δυνατό και τα τζαμπ σουτ απ΄ έξω και τα ποσταρίσματα από μέσα. Κάποια στιγμή, μετά από μια άμυνα, στην οποία δεχθήκαμε καλάθι, του έκανα μια παρατήρηση και τότε πέρασε δίπλα μας ο Τζόρνταν και έκανε έναν μορφασμό, σαν να μας έλεγε “δεν θα γίνει αυτό που θέλετε εσείς, αλλά αυτό που θέλω εγώ”. Δίκιο είχε»!

Παρομοίως και εκείνο το βράδυ στο ΣΕΦ, ο Στογιάκοβιτς (θα) έκανε ό,τι ήθελε αυτός δεν πα’ να χτυπιόταν όλη η άμυνα του Ολυμπιακού!

Πήρε λοιπόν την μπάλα μετά το ριμπάουντ του Γιώργου Μπαλογιάννη (από το άστοχο σουτ του Καρνισόβας), την κράτησε επί 15 δευτερόλεπτα, χωρίς να τη δώσει σε κανέναν άλλον, παρά μόνο από το δεξί στο αριστερό του, σημάδεψε το isolation game, σηκώθηκε μπροστά στον εμβρόντητο Βούκσεβιτς και όπως θα έλεγε μετά από έξι χρόνια και ο Γιώργος Χελάκης στη Λισαβόνα, «τρίποντο και φύγαμε για τελικό»!

Ανοιξα αυτή την κουβέντα σήμερα με τον Βούκσεβιτς, που κάποιοι φίλοι του τον τρόλαραν στέλνοντας του στο κινητό τηλέφωνο τη φωτογραφία στην οποία εικονίζεται ως το θύμα απέναντι στον θύτη! «Μας έκανε μαύρη τη ζωή με αυτό το σουτ. Μας έθαψε» σχολιάζει. «Προσπάθησα να μείνω πάνω του και να τον εμποδίσω, αλλά ο Πέτζα ήταν ένα… γομάρι με μπόι 2μ.08 και με το άλμα ανέβαινε ακόμη πιο ψηλά. Συν τοις άλλοις η μηχανική και η ταχύτητα του στο σουτ του έδιναν μεγάλο πλεονέκτημα».

Ηταν καλός σουτέρ ο Στογιάκοβιτς; «Μπα, μέτριος» απαντά γελώντας ο Ντούσκο. «Όταν ήμασταν πιτσιρικάδες προπονούμασταν μαζί στον Ερυθρό Αστέρα και βλέπαμε αυτό που ερχόταν. Όταν τελείωνε η προπόνηση έμεινε μόνος του και σούταρε συνεχώς, μέχρι να… μουδιάσει το χέρι του. Γι’ αυτό έγινε αυτός που έγινε»…

Στο αμέσως επόμενο κλικ, μετά το σουτ του Πέτζα, η μπάλα διαπερνούσε το διχτάκι, στον πίνακα αποτυπωνόταν το 55-58 και αυτό το μνημειώδες καλάθι απέβαινε πολλώ λογιώ ιστορικό…

Έστελνε τον ΠΑΟΚ στους τελικούς του πρωταθλήματος, μετά από τέσσερα χρόνια…

Σήκωνε απαγορευτικό στη ρότα του Ολυμπιακού προς τον θρόνο όπου βρισκόταν επί πέντε συναπτές σεζόν και τον άφηνε εκτός τελικών μετά από έξι χρόνια…

Διάνοιγε τον δρόμο του Παναθηναϊκού (ο οποίος επιβαλλόταν δια πυρός και σιδήρου της ΑΕΚ, στο «πανηγύρι των ζουρλών», όπως το αποκάλεσε ο Γιάννης Φιλίππου) για να ξορκίσει τους δαίμονες που τον κατέτρυχαν επί 14 χρόνια (από το μπαράζ του ’84 με τον Αρη στην Κέρκυρα), να στεφθεί πρωταθλητής και να θεμελιώσει την παντοκρατορία του…

Kai last, but not least: αυτό το…τρομοκρατικό κτύπημα γινόταν η σφραγίδα στη βίζα του Πέτζα για το ταξίδι του στο ΝΒΑ, όπου αξιώθηκε να αγωνισθεί επί 13 σεζόν, να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα, να νικήσει σε δυο διαγωνισμούς τριπόντων σε Αll Star Game, να μοστράρει μέσο όρο 17 πόντους και να αφήσει μια ανεκτίμητη παρακαταθήκη ως ένας σουτέρ ολκής…

Ε, διάβολε, όλα αυτά δεν είναι ούτε λίγα, ούτε ευκαταφρόνητα για έναν παίκτη που είχε συστηθεί στην πιάτσα, τριάμισι χρόνια νωρίτερα στο «Γιαντ Ελιάου» του Τελ Αβίβ, με ένα airball!!!

Βούτηξα χθες στα αρχεία μου και φρέσκαρα για τα καλά τη μνήμη μου από εκείνη τη βραδιά και το σουτ που έμελλε να αλλάξει τον ρουν της ιστορίας…

Εχουμε και λέμε, λοιπόν…

  • Πρώτα απ’ όλα, μέχρι εκείνη τη στιγμή, στα 39 λεπτά που έμεινε πάνω στο παρκέ ο Πέτζα είχε μηδέν στα πέντε τρίποντα, ενώ προερχόταν από δυο σερί χαμένα σουτ. Συν τοις άλλοις εκείνη τη στιγμή ο ΠΑΟΚ δεν χρειαζόταν τρίποντο, ούτε καν δίποντο για να νικήσει, του έφτανε ένας πόντος και υπ’ αυτήν την έννοια το διακύβευμα ήταν μηδαμινό. Στη χειρότερη περίπτωση θα παιζόταν παράταση…
  • Συνολικά ο Στογιάκοβιτς πέτυχε 19 πόντους, με 6/16 δίποντα, 1/6 τρίποντα και 4/4 βολές, ενώ είχε επίσης επτά ριμπάουντ, τρεις ασίστ και ένα κλέψιμο.
  • Με το που είδε ο Πέτζα την μπάλα να φτάνει τον στόχο της, έμεινε άγαλμα για δυο δευτερόλεπτα και στη συνέχεια έφυγε δρομαίος προς τα αποδυτήρια, πανηγυρίζοντας ξέφρενα. Την ίδια στιγμή στο ΣΕΦ απλωνόταν νεκρική σιγή, ενώ ο Σωκράτης Κόκκαλης αποχωρούσε βιαστικά από την εξέδρα των επισήμων.
  • Από την αρχή του αγώνα ο Ιβκοβιτς έβαλε πάνω του τον Αρτούρας Καρνισόβας, ο οποίος τον μάρκαρε στα πρώτα τριάντα λεπτά, ενώ στο τελευταίο δεκάλεπτο ανέλαβε αυτό τον ρόλο ο Ντούσαν Βούκσεβιτς.
  • Ο Σάκλφορντ έφερε το ματς στα ίσια με ραβέρσα απέναντι στον Τάρλατς στα 49’’, αλλά σε πείσμα της λογικής, ο Ολυμπιακός δεν έκανε γρήγορη επίθεση, ώστε να έχει τη δυνατότητα για άλλη μία κατοχή στα τελευταία δευτερόλεπτα. Με το σκορ στο 55-55 ο Καρνισόβας, όντας εξουθενωμένος από το τρεχαλητό στην άμυνα, δίστασε να αναλάβει την τελευταία επίθεση και προτίμησε να πασάρει την μπάλα στον Τάρλατς μέσα στη ρακέτα. Ο «Τάκι» εγκλωβίστηκε από το double team του Σάκλφορντ και του Πέτζα και την πέταξε πάλι στον νυν αντιπρόεδρο των Μπουκλς, που μη έχοντας πλέον άλλη επιλογή δοκίμασε ένα μπάσιμο μέσα στην κυκλοφοριακή συμφόρηση και αστόχησε.
  • Ποια ήταν η εντολή του Σβι Σερφ; «Πάρε την μπάλα και τελείωσε το, δεν θα μπορούσα να του ζητήσω τίποτε άλλο. Του είπα να το κάνει όπως με τον Παναθηναϊκό. Μόνο αυτός μπορούσε να βάλει τέτοιο σουτ» δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου ο Ισραηλινός προπονητής.
  • Εκτός από τα 0/5 τρίποντα και τα χαμένα σουτ στις προηγούμενες δυο επιθέσεις, ο Πέτζα κουβάλαγε τα …αναθέματα των συμπαικτών του για το τελευταίο χαμένο σουτ στον πρώτο ημιτελικό, που βρήκε τον Ολυμπιακό νικητή με 66-65. Σε μια συνέντευξη του εδώ πριν από δυο χρόνια ο τότε συμπαίκτης του Χουάν Αντόνιο Μοράλες είχε αποκαλύψει το εξής συνταρακτικό γεγονός: «Ο Πέτζα είχε αστοχήσει και ο Ολυμπιακός πήρε το προβάδισμα. Στα αποδυτήρια, λοιπόν, κάποιοι είχαν νεύρα με τον Στογιάκοβιτς. Θυμάμαι μάλιστα πως ένας συμπαίκτης μας στάθηκε μπροστά του και άρχισε να ουρλιάζει! “Γιατί πήρες αυτό το σουτ; Γιατί;» Θα μου επιτρέψεις να μην αποκαλύψω το όνομα του. Ο Πέτζα, λοιπόν, σηκώθηκε και φώναξε «Αρκετά. Ως εδώ”! Στο τρίτο ματς προφανώς θυμόταν τι είχε συμβεί, πήρε πάνω του την τελευταία επίθεση και ο Ολυμπιακός δεν είχε καμιά ευκαιρία να αντιδράσει, Ήταν το τέλειο σενάριο. Σκόραρε, νικήσαμε και αρχίσαμε να τρέχουμε προς τα αποδυτήρια. Εκεί ο Πέτζα γύρισε προς εκείνον τον συμπαίκτη μας και άρχισε να του φωνάζει: “Πες μου πάλι για το τελευταίο σουτ μ@@@@α. Πες μου τώρα για το τελευταίο σουτ”.
  • Ποιος ήταν ο παίκτης που τα έχωσε στον Στογιάκοβιτς; «Μήπως εγώ Κύριε; Μήπως εγώ Κύριε;», όπως λέει και το ανέκδοτο με τον Ιούδα! Δεν ξέρω, δεν ρώτησα, δεν απαντώ! Κάποιος από τους Νικολαϊδη, Μπουντούρη, Μπαλογιάννη, Περάλ, Ρόουαν, Μοράλες, ΜακΡέι, Σάκλφορντ, Γιαννούλη…
  • «Εγώ φταίω. Ολη η ευθύνη είναι δική μου και όχι των παικτών» σχολίασε ο Ιβκοβιτς που είχε έτοιμη την απάντηση όταν ρωτήθηκε για τα προηγούμενα άστοχα σουτ του Πέτζα. «Τι μου λέτε τώρα; Και ο Βάλτερς στον ημιτελικό του Μουντομπάσκετ του 1986 ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και στη Γιουγκοσλαβία είχα χάσει δέκα στη σειρά, αλλά έβαλε το τελευταίο και ισοφάρισε».
  • Κατά μία σατανική σύμπτωση εκείνη την ημέρα οι Σέρβοι γιόρταζαν τον Τζουρτζεβντάν, που είναι ο δικός μας Αγιος Γεώργιος και μάλιστα αποτελεί τον προστάτη της οικογένειας του Ντούντα! Παρεμπιπτόντως η γιορτή αυτή αποτελεί σημείο αναφοράς και στην ταινία «Ο καιρός των τσιγγάνων» που είχε γυρίσει δέκα χρόνια νωρίτερα ο Εμίρ Κουστουρίτσα.
  • H επόμενη πράξη του έργου παίχθηκε στην… Μπιφτεκούπολη της Γλυφάδας, όπου σταμάτησε η αποστολή του ΠΑΟΚ για φαγητό, καθ’ οδόν προς το αεροδρόμιο του Ελληνικού! Εκεί μαζεύτηκαν περίπου 500 οπαδοί της ομάδας που αποθέωσαν τους θριαμβευτές και μάλιστα ανάγκασαν τον Στογιάκοβιτς, την ώρα που ανέβαινε στο λεωφορείο να γυρίσει και να τους πει. «Ε, αφού μου το λέτε, ναι. Τα έχω μεγάλα»!!!
  • Λίγο νωρίτερα ο δράστης είχε εξηγήσει το σκεπτικό του σε αυτή την τέλεια εκτέλεση: «Με πείραξε που δεν είχα βάλει το σουτ στον πρώτο ημιτελικό και το πήρα λίγο προσωπικά. Ορκίστηκα στον εαυτό μου να το βάλω σήμερα και το κατάφερα. Το μόνο που σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή ήταν “ή όλα ή τίποτε”. Δεν θυμόμουν πόσα σουτ είχα χάσει προηγουμένως, σούταρα αυτό και μέχρι να δω την μπάλα να καταλήγει στο καλάθι, μου φάνηκε ότι πέρασε ένας αιώνας»!
  • Και λίγο aftermath, όπως λένε οι Αμερικανοί.. Εκείνη η ήττα, λοιπόν, υπήρξε η πρώτη που υπέστη ο Ολυμπιακός μετά από 51 σερί νίκες στην έδρα του και η πρώτη μετά από ένα σερί 30-0 στα play offs, μάλιστα και τις δυο αμέσως προηγούμενες τις είχε γνωρίσει από τον ΠΑΟΚ στις 30 Σεπτεμβρίου 1995 και στις 24 Απριλίου 1992, αντιστοίχως. Ο ΠΑΟΚ προκρίθηκε στους τελικούς για έκτη φορά μέσα σε δέκα χρόνια. Οι Ερυθρόλευκοι έμειναν εκτός νυμφώνος τελικών μετά από μια εξαετία, απώλεσαν τα σκήπτρα που κατακτούσαν αδιαλείπτως επί πέντε σεζόν (1993-1997) και βρέθηκαν με άδεια χέρια, ενώ προερχόντουσαν από το επικό triple crown της προηγούμενης χρονιάς. Στους τελικούς οι Θεσσαλονικείς ηττήθηκαν με 3-2 από τον Παναθηναϊκό ο οποίος επέστρεψε στον θρόνο μετά από 14 χρόνια, ενώ στη σειρά για την τρίτη θέση οι Πειραιώτες επιβλήθηκαν της ΑΕΚ με 3-1.