Οι σχετικές εισηγήσεις προβλέπουν, μεταξύ άλλων, προσωρινή αναστολή των κανόνων για το δημόσιο χρέος.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ, οι οποίοι θα συνεδριάσουν την Παρασκευή, θα αρχίσουν τη συζήτηση σχετικά με τις αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες, μετά την τεράστια αύξηση του δημόσιου χρέους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς και για την ενθάρρυνση των δαπανών που χρειάζονται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Στις πιθανές επιλογές περιλαμβάνονται η εξαίρεση των «πράσινων» επενδύσεων από τους υπολογισμούς των ορίων για το έλλειμμα και το χρέος και η προσωρινή αναστολή των σημερινών κανόνων για το χρέος, σύμφωνα με εισηγήσεις εν όψει της συνεδρίασης.
«Η πρόκληση τα ερχόμενα χρόνια θα είναι να μειωθούν τα ελλείμματα και παράλληλα να αυξηθούν οι πράσινες επενδύσεις για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της ΕΕ όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων ή οι όποιες άλλες επενδύσεις», αναφέρει έγγραφο της Σλοβενίας, η οποία έχει την προεδρία της ΕΕ το τρέχον εξάμηνο και θα φιλοξενήσει τους υπουργούς Οικονομικών.
«Το χρονοδιάγραμμα για την εξάλειψη των υπερβολικών ελλειμμάτων και την επίτευξη διαρθρωτικής ισορροπίας θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά καθώς είναι πολύ σημαντικό να μην εμποδιστεί η ανάπτυξη από δημοσιονομικούς περιορισμούς», αναφέρει η σλοβενική προεδρία.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ, που καθιερώθηκαν το 1997 και έχουν αναθεωρηθεί τρεις φορές έκτοτε, προβλέπουν ότι το κρατικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το χρέος το 60% του ΑΕΠ.
Οι κανόνες ανεστάλησαν το 2020 λόγω της πανδημίας αλλά αναμένεται να ισχύσουν και πάλι από το 2023, ενώ οι αλλαγές μπορεί να γίνουν νωρίτερα για να προσαρμοστούν οι κανόνες στις νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι 19 χώρες της Ευρωζώνης θα έχουν δημοσιονομικό έλλειμμα 8% του ΑΕΠ φέτος από 7,2% πέρυσι, ενώ το δημόσιο χρέος τους αναμένεται να φθάσει στο 102,4% του ΑΕΠ, με τις διαφορές να είναι μεγάλες μεταξύ των χωρών.
«Υπάρχουν σημαντικές επενδυτικές ανάγκες που θα είναι πολύ δύσκολο να καλυφθούν με το σημερινό δημοσιονομικό πλαίσιο. Τα προηγούμενα επεισόδια δημοσιονομικής προσαρμογής οδήγησαν σε μεγάλες μειώσεις των δημόσιων επενδύσεων, ενώ τώρα υπάρχει ανάγκη για μεγάλη αύξησή τους», σύμφωνα με το Bruegel. «Eνας “πράσινος χρυσός κανόνας” – δηλαδή η εξαίρεση των καθαρών πράσινων επενδύσεων από τους δημοσιονομικούς δείκτες που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης στους δημοσιονομικούς κανόνες – είναι η πιο υποσχόμενη επιλογή για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό», σημείωσε.
Οπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ορισμένοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι οι κανόνες αφορούν στο παρελθόν, όταν το χρέος ήταν σχετικά χαμηλό και τα επιτόκια σχετικά υψηλά, ενώ σήμερα το χρέος είναι υψηλό και τα επιτόκια πολύ χαμηλά ή αρνητικά, κάτι που κάνει το υψηλό χρέος πιο βιώσιμο.
Ένα άλλο μειονέκτημα των κανόνων είναι ότι δεν προβλέπουν ειδικό χειρισμό των δημόσιων επενδύσεων σε μία περίοδο που οι χώρες της ΕΕ ξεκινούν ένα μεγάλο μετασχηματισμό των οικονομιών τους με στόχο μηδενικές εκπομπές ρύπων έως το 2050. Η επαναφορά των ελλειμμάτων στο 3% και του χρέους στο 60% θα συνιστούσε μεγάλο πρόβλημα και θα μπορούσε να ανακόψει την ανάκαμψη, ανέφεραν άλλοι αξιωματούχοι.
Το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, που θα χρηματοδοτήσει την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση καθώς και δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη όλων των χωρών της ΕΕ έως το 2026, θα βοηθήσει στην αντιστάθμιση της όποιας σχεδιαζόμενης δημοσιονομικής προσαρμογής, τόνισε το Bruegel, προσθέτοντας ότι θα πρέπει και οι δημοσιονομικοί κανόνες να εφαρμοστούν με τη μέγιστη ευελιξία.
Το ινστιτούτο προτείνει στην ΕΕ να ξεχάσει τον κανόνα που προβλέπει ότι κάθε χώρα πρέπει να μειώνει το δημόσιο χρέος της που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ κατά το ένα εικοστό κάθε χρόνο, επειδή είναι μη ρεαλιστικός όταν τα επίπεδα του χρέους είναι τόσο υψηλά. «Ενας πολύ ταχύς ρυθμός δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007 και τις κρίσεις του ευρώ που ακολούθησαν, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δυνητική παραγωγή και να προκαλέσει νέα ύφεση και για τον λόγο αυτό πρέπει να αποφευχθεί», σημείωσε.
Οι συζητήσεις για τις αλλαγές των κανόνων θα είναι πιθανόν δύσκολες και θα κρατήσουν και για μεγάλο διάστημα του 2022.
Ανάπτυξη με ακρίβεια: Συνδυασμός “αγωνίας” για την επόμενη μέρα στην οικονομία
“Θολώνει” την εικόνα και απειλεί τα οικονομικά των νοικοκυριών η εκρηκτική αύξηση των τιμών. Τα νούμερα του τρίτου τριμήνου του έτους θα καταδείξουν την ξεκάθαρη δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Η χώρα είδε την ανάπτυξη να εκτοξεύεται το δεύτερο τρίμηνο του έτους, καθώς μάλιστα η αφετηρία του αντίστοιχου τριμήνου του 2020 ήταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο λόγω lockdown, ωστόσο τα νούμερα του τρίτου τριμήνου είναι εκείνα που θα καταδείξουν την ξεκάθαρη δυναμική, για το πού θα κλείσει το ΑΕΠ, αλλά και πώς θα κινηθεί μεσοπρόθεσμα η οικονομία. Βέβαια το θετικό «τίναγμα» που καταγράφεται «διορθώνει» επί το θετικότερο τις προβλέψεις, αλλά η εκρηκτική αύξηση τιμών «θολώνει» την εικόνα και απειλεί τα οικονομικά των νοικοκυριών αλλά και την προσπάθεια για βιώσιμη και κυρίως δίκαιη ανάπτυξη.
Εκρηκτική ήταν η πορεία του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του έτους, καταγράφοντας ένα ισχυρό rebound μετά τη βύθιση– ρεκόρ, κατά 15,2% στο β΄ τρίμηνο του 2020. Έτσι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε όρους όγκου, κατά το 2ο τρίμηνο 2021 παρουσίασε αύξηση κατά 3,4%, σε σχέση με το 1ο τρίμηνο 2021, ενώ σε σύγκριση με το 2ο τρίμηνο 2020 παρουσίασε αύξηση κατά 16,2%. Καταλύτης σε αυτήν την πορεία ήταν η ανάκαμψη της ζήτησης, ο τουρισμός, οι εξαγωγές, η μεταποίηση και βέβαια οι επενδύσεις.
Παραδοσιακά, πάντως, το τρίτο τρίμηνο, λόγω τουρισμού, είναι το βασικό που δίνει τον τόνο και έτσι θα πρέπει να διαφανεί η δυναμική του για να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε ετήσια βάση για την ανάπτυξη. Βέβαια όπως φαίνεται μέχρι στιγμής ο τουρισμός πάει καλά, ειδικά από τα μέσα Ιουλίου και μετά, κάτι που δημιουργεί αισιοδοξία.
Οι πυλώνες της ανάπτυξης
Όπως ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας «η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης σε συνδυασμό με τη θετική πορεία όλων των συνιστωσών της εγχώριας ζήτησης, δηλαδή την ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, και ιδιαίτερα τις επενδύσεις, των καθαρών εξαγωγών, αλλά και τη συνεχή ανοδική τροχιά πρόδρομων δεικτών, όπως είναι το οικονομικό κλίμα, η βιομηχανική παραγωγή, η μεταποίηση, η οικοδομική δραστηριότητα, οι τουριστικές αφίξεις, δείχνουν ότι η πορεία του ΑΕΠ, στο σύνολο του τρέχοντος έτους, θα είναι καλύτερη από τις εκτιμήσεις που είχαν γίνει στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής.»
Ωστόσο ο κ. Σταϊκούρας αφού επισήμανε το «ομιχλώδες παγκόσμιο περιβάλλον» κι έκανε λόγο για την ανάγκη εγρήγορσης και εντατικοποίησης των προσπαθειών.
Τα “καμπανάκια”
Είναι προφανές ότι παρά τα χαμόγελα για την πορεία του ΑΕΠ αλλά και την διαφαινόμενη αναθεώρηση της πρόβλεψης για την ανάπτυξη το 2021, που δημιουργεί μια βελτιωμένη αφετηρία για τον προϋπολογισμό του 2022 αλλά και δημοσιονομικό χώρο για κάποια μέτρα στήριξης των εισοδημάτων υπάρχουν και σημεία που χρήζουν προσοχής.
Ένα από αυτά είναι η εκτίναξη των εισαγωγών, που οδηγούν σε διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος. Ουσιαστικά με τις εισαγωγές «χάνεται» εθνικό εισόδημα και «αφαιρείται» υπεραξία από την εθνική οικονομία, δείγμα της ελλιπούς ανταγωνιστικότητας. Σε τριμηνιαία βάση οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 5,0% σε σχέση με το 1ο τρίμηνο του 2021. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 3,8%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 19,8%.
Σε ετήσια βάση οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 22,5% σε σχέση με το 2 o τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 19,7% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 35,2%.
Οι “βόρειοι” και η λιτότητα
Επίσης κυρίαρχο στον εν γένει προβληματισμό είναι το κατά πόσο οι φωνές των βορείων για επαναφορά της δημοσιονομικής πειθαρχίας και «μάζεμα» του πληθωρισμού μέσα από περιοριστικές πολιτικές θα ακουστούν. Επίσης, μπορεί η ΕΚΤ να έχει αναθεωρήσει τον στόχο για πληθωρισμό στο 2%, αλλά η αγωνία είναι διάχυτη για το κατά πόσο θα συνεχιστεί το «ελικόπτερο παροχής ρευστότητας» και άρα η στήριξη των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ μέσα από τα πρόγραμμα αγορών κρατικών τίτλων, το περίφημο ΡΕΡΡ.
Όπως φαίνεται και στα όσα αναφέρουν διεθνείς αναλυτές η ανοδική κίνηση των τιμών, ο λεγόμενος πληθωρισμός αποτελεί μια μεγάλη αγωνία, ειδικά για οικονομίες όπως η Ελληνική με προβλήματα διαρθρωτικά και ανταγωνιστικότητας, μεγάλες εισαγωγές αλλά και εισαγόμενη ζήτηση λόγω τουρισμού.
Ήδη βέβαια τα ενεργειακά κόστη και τα καύσιμα να έχουν πάρει την ανιούσα, ενώ βασικά αγαθά όπως τα ψωμί και τα φρέσκα προϊόντα αναμένεται να περάσουν σε διαδικασία αυξήσεων.
Επίσης βασικοί προμηθευτές των σούπερ μάρκετ έχουν αρχίσει να περνούν αυξήσεις, έστω και μικρές (2-4%), που βέβαια για μια οικογένεια είναι συχνά δυσβάσταχτες σε μια συγκυρία με πολλά εισοδήματα να έχουν συρρικνωθεί. Βέβαια παράλληλα διερευνούν το πώς θα ισορροπήσουν ανάμεσα στις πιέσεις των κοστολογίων τους και της ανάγκης να «κρατήσουν» τιμές και βέβαια μερίδια αγοράς.
Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι σε πολλά νωπά προϊόντα (φρούτα και λαχανικά) λόγω καυσίμων, ανόδου έως και 45% σε λιπάσματα και γεωργικά είδη κτλ (αγορά που βασίζεται στα κόστη ενέργειας) και καταστροφών λόγω καιρού, οι τιμές «τσίμπησαν» το καλοκαίρι.
Μια τέτοια τάση, βέβαια, που πλήττει, ειδικά τους ευάλωτους, περισσότερο από τους «έχοντες», οδηγεί σε ψαλίδισμα εισοδημάτων αλλά και σε μια πολιτική πίεση για αναπλήρωσή τους, κάτι που εν όψει ΔΕΘ κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο.
Αν μάλιστα υπό την πίεση των βορείων οδηγηθούμε σε «φρένο» στις επεκτατικές πολιτικές, πχ σε ανάσχεση πιθανών αυξήσεων μισθών, ή άλλων φοροαπαλλαγών και παροχών κτλ, υπάρχει κίνδυνος για νέες πολιτικές και κοινωνικές κρίσεις.
Η αντιπολίτευση
Ήδη μάλιστα αναλυτές και στελέχη της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εγείρουν το ζήτημα.
«Το κόστος διαβίωσης θα ανέβει πάρα πολύ ιδιαίτερα για τα ευάλωτα νοικοκυριά που θα επωμιστούν ένα δυσβάσταχτο κόστος, το οποίο δεν είχαν υπολογίσει και το ζήτημα είναι το πως παρεμβαίνει η εκάστοτε κυβέρνηση προκειμένου να διατηρήσει ένα επίπεδο κοινωνικής συνοχής και να λύσει προβλήματα» είπε Στο Κόκκινο και στον Στάθη Σχινά, ο πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του, Δημήτρης Λιάκος.
«Αν δούμε τα στατιστικά στοιχεία, θα διαπιστώσουμε ότι το βασικό πρόβλημα είναι ότι άνθρωποι με τους μισθούς από την εργασία τους, δεν θα μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Απέναντι στους εξωγενείς παράγοντες αλλά και στους εσωτερικούς που επηρέασαν στην αύξηση των τιμών, απαιτείται ισχυρή κρατική παρέμβαση.
Εμείς είχαμε κάνει το κοινωνικό τιμολόγιο για να ανακουφίσουμε τα νοικοκυριά, το οποίο πρέπει να το ξαναδεί η κυβέρνηση. Επίσης πρέπει να υπάρξει παρέμβαση στο κομμάτι των φοροαπαλλαγών και κυρίως των έμμεσων φόρων, ούτως ώστε η τελική επιβάρυνση να είναι όσο πιο χαμηλή στον καταναλωτή. Ένα τρίτο σημείο είναι ότι θα πρέπει να γίνουν έλεγχοι στην αγορά προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος των καταναλωτών.
Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να ανέβει το ποσοστό επί του ΑΕΠ της μισθωτής εργασίας. Με την αύξηση του 2% που θα ισχύσει από το 2022, σημαίνει ότι τα νοικοκυριά και οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ανταπεξέλθουν στις νέες δυσκολίες με τις τιμές στα ύψη. Είναι θετικό το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει, απαιτείται όμως κρατική παρέμβαση ούτως ώστε, οι τιμές να συγκρατηθούν» τόνισε ο κ. Λιάκος.
«Η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να συγκρατήσει τις εκρηκτικές αυξήσεις των τιμών σε μία σειρά από βασικά αγαθά, όπως αυτό της ενέργειας, όπου νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα λάβουν τον Σεπτέμβριο αυξημένους λογαριασμούς κατά μέσο όρο 50%, σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, επιφέροντας παράλληλα μεγάλες ανακατατάξεις συνολικά στην οικονομία», είπε επίσης Στο Κόκκινο και στον Νίκο Ξυδάκη, ο οικονομολόγος και πρώην υπουργός Ανάπτυξης Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Γιώργος Σταθάκης.
«Οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρώπη είναι της τάξης του 3 με 4%. Το φαινόμενο δεν είναι πανευρωπαϊκό όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση και είναι ανάγκη να εξεταστεί ο λόγος που η Ελλάδα, ειδικά σε τομείς αιχμής, εμφανίζει τόσο ακραία φαινόμενα. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ενώ στην Ελλάδα, η τιμή του ρεύματος μέχρι πριν από ένα χρόνο ήταν στο μέσο όρο της Ε.Ε., τώρα με τον διπλασιασμό της χονδρικής τιμής του ρεύματος, έχει κατακτήσει την πρωτιά με διαφορά στην Ευρώπη» συμπλήρωσε ο κ. Σταθάκης που τόνισε:
«Εμείς από το Νοέμβριο είχαμε εντοπίσει και είχαμε επισημάνει διπλασιασμό των τιμών και ένα καθαρό κέρδος για τους παραγωγούς ενέργειας της τάξης περίπου 150 εκατομμυρίων. Το καμπανάκι που χτύπησε σήμαινε ότι υπάρχει ολιγοπωλιακή πρακτική από τους 4 βασικούς παραγωγούς ενέργειας. Και ενώ υπήρχαν τα σημάδια ότι η αγορά εύκολα θα μπορούσε να τεθεί εκτός ελέγχου, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν προέβησαν σε καμία ενέργεια, παρότι έχουν τον θεσμικό ρόλο αλλά και καθήκον να το κάνουν.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση απαιτείται να λάβει άμεσα μέτρα για να αποτρέψει την ενεργειακή φτώχεια και τις αλυσιδωτές συνέπειες που αυτή θα επιφέρει. Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν είναι σε τρία επίπεδα. Είναι απόλυτη προτεραιότητα και καθοριστικής σημασίας παρέμβαση, α) να ελεγχθεί η τιμή στη χονδρική αγορά μέσω της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, β) να υπάρξει ένα ισχυρό κοινωνικό οικονομικό πακέτο προς τα ευάλωτα νοικοκυριά και γ) να δημιουργηθεί ταμείο στήριξης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας που να μεριμνά για τον διπλασιασμό του ενεργειακού κόστους και την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων».
Να σημειωθεί πάντως ότι με βάση έρευνα του ΙΕΛΚΑ, σημαντικό εμπόδιο στην διαχείριση των τιμών σε χαμηλότερα επίπεδα αποτελούν οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ και άλλων έμμεσων φόρων, κάτι που η κυβέρνηση φέρεται να έχει βάλει στην ατζέντα συζήτησης με τους θεσμούς εν όψει και της νέας αξιολόγησης αλλά και των μέτρων που θα ανακοινώσει.