Δέκα αθηναϊκά μνημεία που θα επισκεφθούμε μέσα από παραστάσεις

svg%3E

Το πρόγραμμα εκδηλώσεων του ΥΠΠΟ «Όλη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός» προτείνει 122 αρχαιολογικούς χώρους σε όλη την ελληνική επικράτεια. Εμείς διακρίνουμε τους δέκα λιγότερο προβεβλημένους εντός λεκανοπεδίου πριν τους επισκεφθούμε ως παραστασιακούς χώρους.

Η site specific περφόρμανς – mainstream είδος πια – που έχει, κατά καιρούς, εξερευνήσει όλα τα αστικά τοπία εγκαθίσταται αυτό το καλοκαίρι σε αρχαιολογικούς χώρους σε ολόκληρη την Ελλάδα. Με τις ευλογίες του υπουργείου Πολιτισμού και την εποπτεία μεγάλων φορέων, μνημεία αρχαίων και μεταγενέστερων χρόνων ενεργοποιούνται μαζικά και συντονισμένα ως παραστασιακοί χώροι με το πρόγραμμα «’Ολη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός». Ανάμεσα τους, ξεχωρίζουμε και γνωρίζουμε τα γνωστά – άγνωστα μνημεία της αττικής γης που, με διάφορες αφορμές επισκέπτεται ο θεσμός: Ιστορία που βρίσκεται σιωπηλά δίπλα μας, στην καθημερινότητα της πόλης.

Ιερό Διονύσου Ελευθερέως

svg%3E

Ανατολικά της Ακρόπολης βρίσκεται το πρώτο θέατρο του αρχαίου κόσμου. Αποτελεί μέρος του Ιερού του Διονύσου που ιδρύθηκε τον 6ο αι. π.Χ., κατά την περίοδο του τυράννου Πεισίστρατου ή των γιών του, οι οποίοι εισήγαγαν στην πόλη την λατρεία του Διονύσου από τις Ελευθερές της Βοιωτίας. Εκεί, κάθε Μάρτιο γιορτάζονταν τα Διονύσια – η λαμπρότερη γιορτή προς τιμήν του θεού.

Λίγο βορειότερα από το ναό διαμορφώθηκε ένας κυκλικός χώρος για την τέλεση των λατρευτικών δρώμενων προς τιμήν του θεού, τα οποία παρακολουθούσαν οι πιστοί καθισμένοι στην πλαγιά του λόφου της Ακρόπολης. Η πρώτη αυτή »ορχήστρα» αποτέλεσε τον πυρήνα του Διονυσιακού Θεάτρου. Η ανασκαφική διερεύνηση όσο και του Ιερού του Διονύσου πραγματοποιήθηκε κυρίως από την εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία και το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, μετά τα μέσα του 19ου αιώνα.

Σήμερα διατηρούνται στο χώρο τα λείψανα κυρίως των κτηρίων που περιελάμβανε το ιερό κατά τον 4ο αι. π.Χ: Οι δύο ναοί του Διονύσου (κατασκευασμένοι στο δεύτερο μισό του 6ου και και 4ου π.Χ. αιώνα αντίστοιχα), ο λατρευτικός βωμός, μια στοά, καθώς και ο τοίχος του περιβόλου που περιέκλειε το τέμενος.
(με πληροφορίες από το κείμενο της αρχαιολόγου ‘Εφης Γιαννικαπάνη στο http://odysseus.culture.gr/index_gr.html)

Λύκειο Αριστοτέλους

svg%3E

Μόλις πριν από 14 χρόνια, στο μέτωπο της Ρηγίλλης, ανάμεσα στο Ωδείο Αθηνών και στο Βυζαντινό Μουσείο αποκαλύφθηκε η παλαίστρα του Λυκείου του Αριστοτέλη. Σε οικόπεδο 11 στρεμμάτων το Ίδρυμα Β. και Ε. Γουλανδρή σχεδίαζε την ανέγερση Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης – το οποίο και εγκαινιάστηκε φέτος στο Παγκράτι – αλλά οι σωστικές ανασκαφές της Γ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων έφεραν στο φως τον ιδιαίτερα σημαντικό αρχαιολογικό χώρο, την περίφημη Περιπατητική Σχολή του Αριστοτέλη – ένα από τα τρία αρχαιότερα γυμνάσια της πόλης μαζί με αυτά της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Κυνοσάργους.

Σε μια έκταση φυτεμένη με ενδημικά είδη διασώζονται ίχνη από τις δεξαμενές, τα λουτρά, την αίθουσα διδασκαλίας, της βιβλιοθήκης και της παλαίστρας του Λυκείου. Το καλοκαίρι του 2015, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, ο χώρος είχε ανοίξει ξανά για παραστασιακούς σκοπούς προκειμένου να φιλοξενήσει τον «Ρήσο» σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου.

Ακαδημία Πλάτωνος

svg%3E
Το αρχαιολογικό άλσος που συμπιέζεται κάτω από το βάρος του πυκνοκατοικημένου αθηναϊκού κέντρου στις παρυφές της λεωφόρου Λένορμαν, δεν είναι παρά η περίφημη στην αρχαιότητα Ακαδημία. Τον 6ο αιώνα π.Χ. ιδρύθηκε εδώ ένα από τα τρία Γυμνάσια της αρχαίας Αθήνας το οποίο και περιέβαλε ένα ιερό άλσος. Εντός του φιλοξενούνταν ιερά και βωμοί όπως του Ακαδήμου, του Έρωτα, του Διός Καταιβάτου, του Προμηθέα και του Ηφαίστου ενώ από εδώ άρχιζε λαμπαδηδρομία προς το Δίπυλο προς τιμήν των πεσόντων που θάβονταν στο Δημόσιον Σήμα.

Περί το 388 π.Χ. ο Πλάτων ίδρυσε στο Γυμνάσιο την Φιλοσοφική Σχολή του η οποία λειτούργησε για χίλια περίπου χρόνια, γνωρίζοντας μεγάλη ακμή ιδίως με τους Νεοπλατωνικούς φιλόσοφους, έως το 529 μ.Χ. Τότε, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανού εξέδωσε διάταγμα, το οποίο έκλεινε όλα τα εκπαιδευτικά κέντρα της Αθήνας, ορίζοντας έτσι το πραγματικό τέλος του αρχαίου κόσμου.

Οι νεότεροι περιηγητές που αναζητούσαν την Σχολή του Πλάτωνα, ταύτισαν τη θέση εξαιτίας της σύνδεσης του αρχαίου ονόματός της περιοχής με την νεότερη ονομασία της ως «Καθήμεια». Τελικά, οι ανασκαφές άρχισαν κατά τον Μεσοπόλεμο (και συνεχίστηκαν μέχρι την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου) από τον Αιγυπτιώτη αρχιτέκτονα Παναγιώτη Αριστόφρονα με δική του πρωτοβουλία, επιμέλεια και δαπάνη έως το 1940. Το νήμα των αρχαιολογικών ανασκαφών ξανάπιασε ο Φοίβος Σταυρόπουλος το 1955.

Μονή Καισαριανής

svg%3E
Στη δυτική καταπράσινη πλευρά του Υμηττού βρίσκεται το βυζαντινό μοναστήρι της Καισαριανής. Αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου υπολογίζεται πως ανεγέρθηκε τον 11ο αιώνα πάνω σε ερείπια αρχαίου ναού που λειτουργούσε και ως φιλοσοφική σχολή που έκλεισε στα χρόνια του Ιουστινιανού. Πειρατές κι επιδρομείς που εντόπιζαν την αρχική θέση της μονής από τη θάλασσα, ανάγκασαν την μετακίνηση της, παρότι η κατάληψη της Αθήνας από τους Φράγκους και αργότερα από τους Τούρκους εξασφάλισε ένα πολυκύμαντο χρονικό λειτουργίας στο μοναστήρι.

Η μονή Καισαριανής υπήρξε, για πολλά χρόνια, οικονομικά εύρωστη και διέθετε αξιόλογη βιβλιοθήκη. Στα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα από τους Τούρκους λειτουργούσε ως ορμητήριο των Ελλήνων αγωνιστών αλλά κατά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, το 1833 διαλύθηκε με διάταγμα της Αντιβασιλείας του Όθωνα. Η πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη και αναστήλωση της Ιεράς Μονής Καισαριανής ξεκίνησε μετεμφυλιακά με επιμέλεια και χρηματοδότηση της Φιλοδασικής Εταιρείας σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, αποκαθιστώντας στο πλαίσιο αυτής και τις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της Μονής.

Αρχαιολογικός χώρος Βραυρώνας

svg%3E
Ο αρχαίος οικισμός της Βραυρώνας – στη νότια αττική ακτή – χαρακτηριζόταν από το ιερό της Βαυρωνίας Αρτέμιδος· ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα ιερά του λεκανοπεδίου. Έλκοντας το όνομα της από τον επώνυμο ήρωα, η Βραυρώνα συγκαταλεγόταν στις δώδεκα αρχαίες πόλεις της Αττικής που κατοικήθηκε χάρη στον φυσικό όρμο ο οποίος εξασφάλιζε την επικοινωνία με τα νησιά των Κυκλάδων και τς παράλια της Ασίας.

Σύμφωνα με την παράδοση στο ιερό υπήρχε το άγαλμα της θεάς που είχαν μεταφέρει μετά από εντολή της θεάς Άρτεμης, ο Ορέστης και η Ιφιγένεια από την Ταυρίδα. Παρά τις μεταγενέστερες προσθήκες, κέντρο της λατρείας παρέμενε πάντοτε ο αρχικός πυρήνας του ιερού, γύρω από το ναό της Αρτέμιδας και τον τάφο της Ιφιγένειας, στη βόρεια βραχώδη πλαγιά του λόφου της ακρόπολης. Μια μεγάλη καταιγίδα φαίνεται πως το έθαψε τον 3ο π.Χ. αιώνα για να το αποκαλύψει μεταπολεμικά η σκαπάνη του τότε διευθυντή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Ιωάννη Παπαδημητρίου.
(με πληροφορίες από το κείμενο της αρχαιολόγου Βασιλικής Σκαράκη και το http://odysseus.culture.gr/index_gr.html)

Αρχαιολογικός χώρος Θορικού

svg%3E
Σε απόσταση περίπου 50 χιλ. από την Αθήνα βρίσκεται ο διπλός λόφος Βελατούρι, το, πάλαι ποτέ, κέντρο του μυκηναϊκού οικισμού και του αρχαίου δήμου Θορικού. Ο Θορικός αποτελεί έναν από τους αρχαιότερους οικισμούς της Αττικής και μια από τις δώδεκα πόλεις που συνοικίστηκαν από το Θησέα.

Σύμφωνα με το μύθο ιδρύθηκε από τον Κέκροπα – τον πρώτο μυθικό βασιλιά της Αθήνας – ενώ, όπως αναφέρεται στον ομηρικό ύμνο, εδώ βρέθηκε η θεά Δήμητρα κατά το ταξίδι της από την Κρήτη στην Ελευσίνα. Ο οικισμός του Θορικού υπήρξε ένα ακμαίο κέντρο επεξεργασίας μετάλλων κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. καθώς βρισκόταν κοντά στα μεταλλεία του Λαυρίου αποκτώντας μεγάλη εμπορική αξία.

Η κατοίκηση στο λόφο Βελατούρι υπήρξε μακραίωνη και πυκνή. Στην κορυφή του σώζονται τα ερείπια της ακρόπολης με ίχνη εγκατάστασης από το τέλος της νεολιθικής εποχής, σπίτια της πρωτοελλαδικής και μεσοελλαδικής περιόδου και πέντε θολωτοί και θαλαμωτοί τάφοι της μυκηναϊκής περιόδου. Το 412 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Αθηναίοι οχύρωσαν τη χερσόνησο του Αγίου Νικολάου για να προστατεύσουν τα μεταλλεία.

Μετά την εξάντληση των πηγών του Λαυρίου και την καταστροφή του Θορικού από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Σύλλα το 86 π.Χ. η περιοχή εγκαταλείφθηκε. Κατοικήθηκε και πάλι κατά τη ρωμαϊκή περίοδο ως τον 6ο αι. μ.Χ., οπότε αρχίζουν οι σλαβικές επιδρομές που ερημώνουν την ύπαιθρο της Αττικής.

Στο χώρο έχουν διενεργηθεί ανασκαφές από το 1820 ως το 1999, ωστόσο ημιτελείς παραμένουν οι εργασίες αναστήλωσης του θεάτρου.

Αρχαιολογικός χώρος Ηετιωνείας Πύλης

svg%3E
Στον μυθικό ήρωα Ηετίωνα – που σύμφωνα με την παράδοση κατοίκησε πρώτος την χερσόνησο που έκλεινε από τα δυτικά το εμπορικό λιμάνι του αρχαίου Πειραιά – οφείλεται το όνομα ενός από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της πόλης.

Εκεί σώζονται κατάλοιπα της αρχαίας οχύρωσης ενώ στα τείχη και στους πύργους εικόνα ορατά τα ίχνη διαφορετικών χρονολογικών περιόδων από την αρχική οικοδομική φάση του 5ου αι. που ανάγεται στον Θεμιστοκλή μέχρι το τέλος του 3ου αι. π.Χ. Την άμυνα του οχυρού ενίσχυε και η εντυπωσιακή τάφρος μήκους 100 μ. που βαίνει παράλληλα προς το βόρειο τείχος, το οποίο κατέληγε στις Αστικές Πύλες, στην είσοδο της αρχαίας πόλης του Πειραιά.
(με πληροφορίες από το κείμενο της αρχαιολόγου Άννας Αλεξανδροπούλου και το http://odysseus.culture.gr/index_gr.html)

Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά

svg%3E
Κατά την αρχαιότητα η πόλη του Πειραιά γνώρισε μεγάλη ακμή τόσο ως εμπορικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου όσο και ως πολεμικός ναύσταθμος της αρχαίας Αθήνας. Τα ευρήματα που φιλοξενούνται στο αρχαιολογικό μουσείο συμπυκνώνουν το αρχαίο παρελθόν της πόλης και προέρχονται κυρίως από την ευρύτερη περιοχή του και της αττικής παραλίας καλύπτοντας από τη μυκηναϊκή έως και τη ρωμαϊκή εποχή.

Το μουσείο που εκτείνεται σε δύο ορόφους και δέκα αίθουσες, συνορεύει με το εντυπωσιακό ελληνιστικό θέατρο της Ζέας όπου λειτουργεί και υπαίθρια έκθεση γλυπτών.

Μονή Δαφνίουsvg%3E

Στις παρυφές του άλσους Χαϊδαρίου, αριστερά της Ιεράς Οδού, στο δρόμο για την Ελευσίνα βρίσκεται το οχυρωμένο μοναστήρι του Δαφνιού – η πρώτη μορφή του οποίου αποδίδεται στους βυζαντινούς χρόνους. Εκεί που πιθανότατα βρισκόταν το αρχαίο ιερού του Δαφνίου Απόλλωνα, προβάλλουν τα ερείπια του εντυπωσιακού οχυρωμένου με πύργους και επάλξεις μοναστηριού.

Στο εσωτερικό του οχυρού δεσπόζει το Καθολικό (ο ναός της Μονής) ενώ βόρεια βρίσκονται τα ερείπια της Τράπεζας (τραπεζαρίας). Το Καθολικό της Μονής – με κύριο χαρακτηριστικό τον ευμεγέθη τρούλο και την φροντισμένη (με αριστοκρατική καταγωγή) κατασκευή του – είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και χρονολογείται στον 11ο αιώνα. Ωστόσο, στα 1000 χρόνια ζωής του μνημείου έχουν γίνει πολλές μεταγενέστερες επεμβάσεις και προσθήκες, ανάγοντας το σε παλίμψηστο.

Μετά την Επανάσταση του 1821 – κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά ως φρουραρχείο – η Μονή ερημώθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε, για να μετατραπεί σταδιακά σε αρχαιολογικό χώρο, αφού στέγασε για μικρό χρονικό διάστημα στρατώνα των Βαυβαρικών στρατευμάτων καθώς και το Δημόσιο Ψυχιατρείο.

Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του συγκροτήματος και συντήρησης του ψηφιδωτού διακόσμου του καθολικού άρχισαν από τα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίσθηκαν κατά διαστήματα μέχρι σήμερα από την Αρχαιολογική Εταιρεία αρχικά και στη συνέχεια από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Από το 1990, το μνημείο περιλαμβάνεται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco.

Ρωμαϊκή Αυλή Ελευσίνας

svg%3E
Σκαρφαλώνοντας στο μικρό λόφο, η εποπτεία του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας αποκαλύπτεται ανάγλυφη: Η Ρωμαϊκή Αυλή – στην οποία υπάρχουν ο ναός της Προπυλαίας Αρτέμιδος, η Εσχάρα, η Ρωμαϊκή Κρήνη και οι δύο Θριαμβικές Αψίδες – το Ιερό της Δήμητρας, τα Μεγάλα και Μικρά Προπύλαια, το Καλλίχορο Φρέαρ, το Τελεστήριο.

Η Ελευσίνα υπήρξε ένα εξέχον λατρευτικό κέντρο του αρχαίου κόσμου από τους μυκηναϊκους χρόνους μέχρι τα τέλη του 4ου μ.Χ. Αιώνα. Εκεί διοργανώνονταν τα περίφημα Ελευσίνια Μυστήρια προς τιμή της Δήμητρας και της κόρης της Περσεφόνης, τα οποία τίμησαν και οι Ρωμαίοι κατακτητές παρατείνοντας τα χρόνια ακμής του ιερού.

Στην κορυφή του λόφου που εποπτεύει την πόλη της Ελευσίνας μέχρι τη θάλασσα, συνυπάρχει και ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, έργο μεταβυζαντανικής περιόδου.

author-image

Στέλλα Χαραμή