Στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο μεταφέρεται από σήμερα η διαπραγμάτευση κυβέρνησης τραπεζών για το νέο πτωχευτικό σε μια ύστατη προσπάθεια να καμφθούν οι σημαντικές διαφορές. Στο παιχνίδι μπαίνουν μέσα στην εβδομάδα και οι Θεσμοί.
Με εξαιρετικά χαμηλές προσδοκίες για γρήγορη συμφωνία ξεκινάει αυτή την εβδομάδα η διαπραγμάτευση κυβέρνησης – Θεσμών για το νέο πτωχευτικό κώδικά, καθώς οι διαπραγματεύσεις των τραπεζών με τα τεχνικά κλιμάκια του οικονομικού επιτελείου ολοκληρώθηκαν την περασμένη Παρασκευή με σημαντικές διαφωνίες.
Πλέον στην διαπραγμάτευση μπαίνουν από σήμερα οι διοικήσεις των τραπεζών και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ενώ μέσα στην εβδομάδα θα ξεκινήσουν και ο πρώτος γύρος με τους Θεσμούς.
Τραπεζικοί κύκλοι με γνώση της διαπραγμάτευσης επισημαίνουν στο news247.gr ότι υπό τις παρούσες συνθήκες δύσκολα η κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να φέρει το νομοσχέδιο για το νέο πτωχευτικό νόμο στη Βουλή μέχρι τέλος του μήνα» και προσθέτει ότι «το χάσμα που έχει προκύψει είναι τέτοιο ώστε η όποια λύση θα αναζητηθεί σε κορυφαίο πολιτικό επίπεδο» προμηνύοντας παρέμβαση επί του θέματος από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη.
Υπενθυμίζεται ότι ενεργό ρόλο στη σύνταξη του νέου πτωχευτικού νόμου από πλευράς της κυβέρνησης έχουν διαδραματίσει ο επικεφαλής στο Οικονομικό Γραφείο του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης και ο υπουργός παρά το πρωθυπουργό Άκης Σκέρτσος με την συνδρομή όπως γίνεται σε κυβερνητικά νομοσχέδια μεγάλης σημασίας του Δικηγορικού γραφείου Ποταμίτη.
Το σκηνικό της επικείμενης διαπραγμάτευσης περιπλέκεται ακόμη περισσότερο καθώς είναι γνωστό ότι η μεν ΕΚΤ συντάσσεται παραδοσιακά με το μέρος των τραπεζών, πόσο δε μάλλον στη συγκεκριμένη περίπτωση που στόχος είναι ο νέος νόμος να διασφαλίζει ότι δεν θα επαναληφθούν περιπτώσεις κατάχρησης από μια νέα “γενιά” στρατηγικών κακοπληρωτών, όπως συνέβη στο παρελθόν με το νόμο Κατσέλη. Την ίδια στιγμή η Κομισιόν εμφανίζεται, σύμφωνα με στελέχη του οικονομικού επιτελείου, σαφώς διαλλακτικότερη διαμηνύοντας ότι βασικός στόχος του νέου πτωχευτικού θα πρέπει να είναι η γρήγορη και πλήρη απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη και η παροχή δεύτερης ευκαιρίας σε αυτόν.
Τέσσερα αγκάθια
Μέχρι όμως η κυβέρνηση να στείλει το νομοσχέδιο στους Θεσμούς θα πρέπει να έχει συμφωνήσει με τις διοικήσεις των τραπεζών σε τέσσερα ακανθώδη ζητήματα:
α) Στην δυνατότητα πτώχευσης νοικοκυριών με τις προβλέψεις του νέου νόμου. Οι τράπεζες δεν δέχονται να εντάσσονται στις προβλέψεις του νέου νόμου και να μπορούν να πτωχεύουν εξωδικαστικά τα νοικοκυριά. Εκτιμούν ότι αυτή η δυνατότητα δεν μπορεί να δίνεται στα νοικοκυριά, όπως θα δίνεται με τον νέο νόμο στις επιχειρήσεις, καθώς τα νοικοκυριά έχουν τη δυνατότητα να επιλύσουν το χρέος τους κατόπιν ρύθμισης με την τράπεζα.
β) Στον χρόνο και τρόπο της απαλλαγής του οφειλέτη που θα πτωχεύει από τα χρέη του. Η κυβέρνηση επιμένει ο δανειολήπτης να απαλλάσσεται οριστικά από τα χρέη του και να μπορεί να αναλάβει εκ νέου οικονομική δραστηριότητα, θεωρούμενος ως αξιόχρεος, ένα χρόνο μετά την πτώχευσή του. Οι τράπεζες από την πλευρά τους ζητούν να οριστεί η τριετία ως ελάχιστος χρόνος απαλλαγής από τα χρέη.
γ) Στη λειτουργία του κρατικού φορέα που θα αποκτά τις πρώτες κατοικίες των πτωχευσάντων. Εδώ η κυβέρνηση ζητάει από τις τράπεζες να ειδοποιούν τον κρατικό φορέα για την πτώχευση οφειλέτη και ο φορέας να προβαίνει στην απόκτηση του ακινήτου. Οι τράπεζες, θεωρώντας ότι ο κρατικός φορέας θα είναι «δυσκίνητος» ζητούν να προχωρούν οι ίδιες κανονικά στον πλειστηριασμό του ακινήτου, να το αποκτούν και στη συνέχεια ο κρατικός φορέας να παίρνει το ακίνητο από τις τράπεζες.
Δ) Παράλληλα οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι τα κριτήρια βάσει των οποίων ένα νοικοκυριό θα χαρακτηρίζεται ως ευάλωτο και θα μπορεί να κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας είναι ιδιαιτέρως γενναιόδωρα. Με δεδομένο ότι το 90% των δανείων καλύπτει αξία κατοικίας μικρότερη των 200.000 ευρώ, στην κρατική στήριξη, με βάση την πρόβλεψη του νομοσχεδίου, θα μπορεί να προσφύγει το 100% των δανειοληπτών, ανοίγοντας το δρόμο για γενικευμένη χρήση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Η σύγκλιση
Την ίσια στιγμή η κυβέρνηση αποδέχθηκε το βασικό αίτημα των τραπεζών να μην τυγχάνουν αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και πλειστηριασμού, οι οφειλέτες που πληρούν τα κριτήρια του οικονομικά «ευάλωτου» και έχουν «κόκκινα» δάνεια με υποθήκη σε πρώτη κατοικία, γεγονός που όπως εκτιμούν πηγές με γνώση της διαπραγμάτευσης είναι πιθανό να διευκολύνει πολύ την πρόοδο των διαπραγματεύσεων για τα τρία σημεία της διαφωνίας.
Σημειώνεται ότι το σχέδιο επιχειρεί να εισάγει στην Ελλάδα το θεσμό της καταναλωτικής πτώχευσης, μέσω του οποίου οι ιδιώτες δανειολήπτες μπορούν, αφού παραχωρήσουν στους πιστωτές τους τυχόν βασικά περιουσιακά στοιχεία, να απαλλάσσονται, με γρήγορες διαδικασίες, από τα χρέη τους, ώστε να αναλαμβάνουν εκ νέου οικονομική δραστηριότητα.
Να σημειωθεί ότι οι θεσμοί θεωρούν την ύπαρξη ενός αποτελεσματικού και δίκαιου πτωχευτικού πλαισίου κομβική για την αποκατάσταση της κουλτούρας πληρωμών και την ομαλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, αλλά και των επενδυτικών κεφαλαίων, που αγοράζουν αυτά τα δάνεια από τις τράπεζες.
Ποιες συντάξεις καταβάλλονται σήμερα – Οι επόμενες πληρωμές
Καταβάλλονται σήμερα οι συντάξεις των μισθωτών, (δηλαδή των συνταξιούχων που προέρχονται από το τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, τις τράπεζες και τον ΟΤΕ), για τους συνταξιούχους που ο ΑΜΚΑ τους λήγει σε 1, 3, 5, 7, 9, ενώ, στις 24 Ιουνίου 2020, ημέρα Τετάρτη, για τους συνταξιούχους που ο ΑΜΚΑ τους λήγει σε 0, 2, 4, 6, 8.
Όπως έχει, ήδη, ανακοινώσει ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), οι συντάξεις των μη μισθωτών, (δηλαδή των συνταξιούχων που προέρχονται από τους τέως φορείς ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και ΕΤΑΑ), θα καταβληθούν στις 26 Ιουνίου 2020, ημέρα Παρασκευή και οι συντάξεις του Δημοσίου, του τ. ΝΑΤ, του τ. ΕΤΑΤ, του τ. ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και της ΔΕΗ, θα καταβληθούν στις 29 Ιουνίου 2020, ημέρα Δευτέρα.
Το διοικητικό συμβούλιο του e-ΕΦΚΑ αποφάσισε την τροποποίηση του προγράμματος προπληρωμής των συντάξεων του μηνός Ιουλίου 2020 για την ασφαλέστερη εξυπηρέτηση των συνταξιούχων και την αποφυγή του συνωστισμού στα τραπεζικά καταστήματα και στα ΑΤΜ.
Η αναπτυξιακή τράπεζα των ΗΠΑ έρχεται να επενδύσει στην Ελλάδα με «όπλο» 60 δισ.

Mε ενεργοποιηση της Διεθνούς Επιχείρησης Οικονομικής Ανάπτυξης (Development Finance Corporation – DFC) στην Ελλάδα, στα δυτικά Βαλκάνια και σε άλλες χώρες της Ευρώπης επιχειρούν οι Ηνωμένες Πολιτείες να ανακόψουν τις πρωτοβουλίες της Κίνας, η οποία συνεχίζει τις επενδύσεις στην περιοχή, αν και με χαμηλότερους ρυθμούς λόγω της πανδημίας. Η DFC είναι η αναπτυξιακή τράπεζα των ΗΠΑ και ιδρύθηκε πέρυσι με στόχο αναπτυσσόμενες αγορές της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, στις οποίες το Πεκίνο είχε διευρύνει σημαντικά την επιρροή του τα τελευταία χρόνια.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, όμως, υπήρξε αλλαγή του καταστατικού της και πλέον μπορεί να επενδύει σε αναπτυγμένες αγορές όπως η Ελλάδα. Οπως είχε δηλώσει πρόσφατα ο πρέσβης των ΗΠΑ στη χώρα μας, Τζέφρι Πάιατ, οι πρώτες επενδύσεις για τις οποίες ενδιαφέρεται η DFC είναι τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και τα λιμάνια Αλεξανδρούπολης και Καβάλας. Τις τελευταίες εβδομάδες ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδωνις Γεωργιάδης είχε απανωτές τηλεδιασκέψεις με τη διοίκηση της DFC, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία για τη μεταβίβαση των Ναυπηγείων Ελευσίνας στην ONEX. Η τελευταία, που διοικείται από τον κ. Πάνο Ξενοκώστα, είχε αποκτήσει επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης τα Ναυπηγεία Νεωρίου Σύρου, πάλι με τη στενή στήριξη των ΗΠΑ.
«Στην τελική ευθεία»
Πριν από λίγες ημέρες ο κ. Γεωργιάδης δήλωσε πως «βρισκόμαστε στην τελική ευθεία της συμφωνίας με την ONEX και τον αμερικανικό οργανισμό DFC για να περάσουν τα Ναυπηγεία Ελευσίνας στην ίδια εταιρεία που έχει αγοράσει τα Ναυπηγεία Νεωρίου Σύρου». Ο υπουργός Ανάπτυξης είχε υποστηρίξει πως αυτή την εβδομάδα ή την επόμενη θα φτάσει στην Αθήνα και η σχετική επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος (Letter of Intent) από την DFC. Με πρόσφατες δηλώσεις του ο κ. Πάιατ είχε τονίσει πως ο αμερικανικός παράγοντας δεν ενδιαφέρεται μόνο για το λιμάνι, αλλά για «ολόκληρο το πλέγμα έργων γύρω από την Αλεξανδρούπολη».
Συγκεκριμένα, για την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού, όπως και της Καβάλας, που προωθεί το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ), τον τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU) που προωθεί ένα σχήμα υπό την Gaztrade του ομίλου Κοπελούζου, την υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου νοτίως της Καβάλας που επίσης θα βγάλει προς παραχώρηση το ΤΑΙΠΕΔ αλλά και την ιδιωτικοποίηση της Εγνατίας Οδού.
«Ολα αυτά αποτελούν μέρος αυτού του κόμβου εφοδιασμού και μεταφοράς γύρω από την Αλεξανδρούπολη» είχε δηλώσει ο πρέσβης των ΗΠΑ. Κατά τον κ. Πάιατ, η DFC «έχει επίσης σαφή εντολή να εργαστεί και στα δυτικά Βαλκάνια και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αλεξανδρούπολη είναι τόσο σημαντική. Επειδή τα έργα εκεί συνδέονται με πράγματα όπως η διασύνδεση φυσικού αερίου με τη Βόρεια Μακεδονία και η προοπτική μεταφοράς φυσικού αερίου στη Σερβία».
Τηλεδιάσκεψη
Σε μια τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε προ μηνός στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων δεν συμμετείχε μόνο η διοίκηση της DFC αλλά και ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, αρμόδιος για τις ενεργειακές πηγές, Φράνσις Φάνον. Η διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ προγραμματίζει να ξεκινήσει μέσα στον μήνα ή στις αρχές του Ιουλίου τους διαγωνισμούς για την πώληση του Οργανισμού Λιμένος Αλεξανδρούπολης (ΟΛΑ), καθώς και του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας (ΟΛΗΓ), ενώ μέσα στις επόμενες εβδομάδες προγραμματίζεται και η εκκίνηση του διαγωνισμού για την υποθαλάσσια αποθήκη φυσικού αερίου νοτίως της Καβάλας. Η αμερικανική πλευρά δεν κρύβει, πάντως, τους λόγους για τους οποίους ιδρύθηκε πέρυσι η DFC και τους λόγους για τους οποίους άλλαξε το καταστατικό της, ώστε να επενδύει και σε ανεπτυγμένες αγορές όπως η χώρα μας.
Προσπαθεί να δημιουργήσει αναχώματα στην πρωτοβουλία «Belt and Road» του Πεκίνου, που βρίσκεται πλέον στον έβδομο χρόνο και στηρίζει τις επενδύσεις κινεζικών ομίλων σε τομείς που ξεκινούν από τις υποδομές και φτάνουν μέχρι τη διατροφή και τον τουρισμό. Το «οπλοστάσιο» της DFC, με βάση τη νομοθεσία ίδρυσής της, φτάνει τα 60 δισ. δολάρια, ποσό διπλάσιο από το πλαφόν επενδύσεων που είχε η προκάτοχός της, η Overseas Private Investment Corporation (OPIC). Επιπλέον έχει τη δυνατότητα άμεσης συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών και όχι μόνο στη χρηματοδότηση επενδύσεων μέσω δανεισμού.