Πάμε σινεμά; Το ντεμπούτο ενός τολμηρού Ουκρανού και η επιστροφή του Φατίχ Ακίν

Αυτή την εβδομάδα στη μεγάλη οθόνη: «Ο όρκος του Παμφίρ» του Ουκρανού σκηνοθέτη Ντμίτρο Σουκολίτκι-Σόμπτσουκ, που αντλεί τις εικόνες του από την αγροτική ζωή της χώρας του (η ταινία γράφτηκε και γυρίστηκε πριν από τον πόλεμο με τη Ρωσία, αλλά η παθογένεια του τόπου ξεχειλίζει), από τους λαϊκούς μύθους, αρχέγονους και σύγχρονους κι από την παράδοση του crime cinema | «Το χρυσάφι του Ρήνου» του Φατίχ Ακίν, μια ταινία ανεβαστική, μεν (για όποιον δεν αποστρέφει το βλέμμα από ματωμένες σάρκες), αλλά και μονοδιάστατη κι απλοϊκή | «Βικ ο Βίκινγκ και το μαγικό σπαθί», μια ταινία που με αφετηρία μια σειρά σουηδικών παιδικών βιβλίων του ’60, που στην πορεία έγινε από τηλεοπτική σειρά ώς και θεατρικό μιούζικαλ και τώρα περνά στη μεγάλη οθόνη | «Το πάθος» Μια από τις λιγότερο γνωστές κι αναγνωρισμένες ταινίες του Ινγκμαρ Μπέργκμαν κι όχι χωρίς λόγο…

Ο όρκος του Παμφίρ
(Pamfir, Ουκρανία, Γαλλία, Πολωνία, Χιλή, Λουξεμβούργο, 2022, 100’)
★★★½☆

 σκηνοθεσία: Ντμίτρο Σουκολίτκι-Σόμπτσουκ
 ηθοποιοί: Ολεκσάντρ Γιατσεντούικ, Στανισλάβ Πότιακ, Σολομίγια Κιρίλοβα

Η σχέση εμπιστοσύνης ενός πατέρα και του γιου του, χριστιανικές αναφορές, ένα παγανιστικό καρναβάλι κι η σύγχρονη Ουκρανία της διαφθοράς και της πίστης συνθέτουν το σκηνοθετικό ντεμπούτο ενός τολμηρού δημιουργού, με πρεμιέρα στο Δεκαπενθήμερο του Φεστιβάλ Κανών.

Τον Λεονίντ τον φωνάζουν «Παμφίρ», που σημαίνει πέτρα – κι όχι μόνο γιατί είναι τόσο σκληρός. Εχοντας δώσει όρκο στη γυναίκα και το παιδί του ότι θα ξεφύγει από το λαθρεμπόριο, ο Λεονίντ δουλεύει ως μετανάστης στην Πολωνία κι επιστρέφει για να δει την οικογένειά του και την τοπική ατραξιόν, ένα πανηγύρι με βαθιές ρίζες στο φολκλόρ.

Οταν, όμως, ο γιος του, από αγάπη, κάψει την εκκλησία και μαζί τα χαρτιά που θα επέτρεπαν στον Λεονίντ να ξαναφύγει, εκείνος αναγκάζεται να συνεργαστεί «για μια τελευταία δουλειά» με την τοπική μαφία, με σπαρακτικά αποτελέσματα.

Μ’ ένα γίγαντα, σωματικά και υποκριτικά, για πρωταγωνιστή, ο Ουκρανός σκηνοθέτης αντλεί τις εικόνες του από την αγροτική ζωή της χώρας του (η ταινία γράφτηκε και γυρίστηκε πριν από τον πόλεμο με τη Ρωσία, αλλά η παθογένεια του τόπου ξεχειλίζει), από τους λαϊκούς μύθους, αρχέγονους και σύγχρονους κι από την παράδοση του crime cinema, για να συνδέσει, σαν κολάζ χρόνου και τόπου, τον ακραία βίαιο ρεαλισμό με μια μεταφυσική αίσθηση που προκαλεί δέος, για να μιλήσει για μια βαθιά εθνική ανάγκη για εξιλέωση, αλλά κι ένα συγκινητικό αγώνα επιβίωσης.

Με ματιά αρκετά αποστασιοποιημένη, εντατική, ώστε να μη βοηθά, στ’ αλήθεια, στην ταύτιση, αλλά με μια πηγαία, σχεδόν πρωτόγονη δύναμη και στιγμές κατάμαυρου, αυτοσαρκαστικού χιούμορ, ο Σουκολίτκι-Σόμπτσουκ δίνει τα καλύτερα διαπιστευτήρια για μια μεγάλη καλλιτεχνική καριέρα.


Το χρυσάφι του Ρήνου (Rheingold, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, 2022, 138’)
★★½☆☆

 σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν
 ηθοποιοί: Τζέσε Αλμπερτ, Χοσέ Μπάρος, Φελίξ Μπολντ

Αφήνοντας πίσω του, ευτυχώς, το ανεκδιήγητο, ηδονοβλεπτικό, χειριστικό «Το χρυσό γάντι», ο δικαίως αγαπητός στο διεθνές κι ελληνικό κοινό, Φατίχ Ακίν, επιστρέφει με άλλη μια ταινία εξωραϊσμού της βίας, έντονα… φιγουρατζίδικη, αλλά με διαφορετικές προθέσεις, μια κινηματογραφική βιογραφία που σημείωσε και τεράστια εμπορική επιτυχία στη Γερμανία.

Η ταινία αφηγείται την πραγματική, όσο και απίστευτη, ιστορία του Τζιβάρ Χατζάμπι, παιδί Σύρων προσφύγων στη Βόννη, γνωστού αργότερα ως ράπερ Ζατάρ. Παίζοντας με τον χρόνο, η ιστορία ξεκινά όταν ο Τζιβάρ βασανίζεται άγρια για ν’ αποκαλύψει πού έχει κρύψει μεγάλα αποθέματα κλεμμένου χρυσού και γυρίζει πίσω: στην καταδιωκόμενη έγκυο μάνα του, τον εγωκεντρικό μουσικοσυνθέτη πατέρα του, στα χρόνια της ανέχειας, στο πώς διέπρεψε ως… έμπορος ναρκωτικών, αλλά και «προστασία» σε κλαμπ του Αμστερνταμ. Οσο το φιλμ ξεκινά καθηλωτικά, ανοίγοντας τις επιλογές του σε διαφορετικά και συναρπαστικά μονοπάτια, τόσο προχωρώντας στενεύει τον ορίζοντά του, με το δεύτερο μέρος να εστιάζει εξαντλητικά σ’ ένα μεγάλο heist που οργανώνει ο Τζιβάρ, με τον Ακίν να ντύνει αβλεπί τα πλάνα του με τη μουσική του Ζατάρ και να μην μπορεί να κρύψει τον θαυμασμό του για τον ήρωά του, παραβλέποντας κάθε σύνθετο χαρακτηριστικό του και παρουσιάζοντάς τον, τελικά, σαν ένα πολυμήχανο οδοστρωτήρα της ζωής. Το οποίο συνιστά μια ταινία ανεβαστική, μεν (για όποιον δεν αποστρέφει το βλέμμα από ματωμένες σάρκες), αλλά και μονοδιάστατη κι απλοϊκή.


Βικ ο Βίκινγκ και το μαγικό σπαθί
(Vic the Viking and the magic sword, Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, 2019, 77’)
★★☆☆☆

 σκηνοθεσία: Ερίκ Καζές

Ο μικροσκοπικός Βικ είναι γιος του αρχηγού των Βίκινγκ: πρόθυμος, ενθουσιώδης, έξυπνος και δυνατός, υποφέρει που ο μπαμπάς του δεν τον θεωρεί ικανό να αναδείξει τις δεξιότητές του. Μέχρι που ένα λάφυρο, το μαγικό σπαθί του Οντιν (γιατί, ναι, στην ιστορία εμπλέκεται και ο Θορ, ο Λόκι και ο κόσμος των Θεών), δίνει στον Βικ την ευκαιρία να ταξιδέψει μακριά και ν’ αποδείξει την αξία του.

Με αφετηρία μια σειρά σουηδικών παιδικών βιβλίων του ’60, που στην πορεία έγινε από τηλεοπτική σειρά (και ευρωπαϊκή αλλά και ιαπωνική!) ώς και θεατρικό μιούζικαλ, οι περιπέτειες του Βικ και των υπόλοιπων Βίκινγκ περνούν στη μεγάλη οθόνη, αναζητώντας μια θέση στην παιδική καρδιά. Την οποία, λόγω της γοητείας του σκανδιναβικού λαού και της χάρης που πάντα έχει ένας μικρός ήρωας που μαθαίνει να πιστεύει στον εαυτό του, κερδίζει, παρότι δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια για κάτι πιο ενδιαφέρον, είτε στο απλοϊκό σχέδιο είτε στις ιδέες του σεναρίου.


Το πάθος (En passion, Σουηδία, 1969, 101’)
​​​​​​​★★★☆☆

 σκηνοθεσία: Ινγκμαρ Μπέργκμαν
 ηθοποιοί: Μαξ φον Σίντοφ, Λιβ Ούλμαν, Μπίμπι Αντερσον, Ερλαντ Γιόζεφσον

Ο Αντρέας, μετά το διαζύγιό του, αποσύρεται σ’ ένα νησί για να γιατρέψει τις πληγές του. Εκεί θα γνωρίσει τη χήρα Ανα που φέρει στο σώμα της τα τραύματα ενός αδιέξοδου γάμου κι ένα παντρεμένο ζευγάρι, τον Ελις, που φωτογραφίζει πρόσωπα σε όλη την κλίμακα των συναισθημάτων και την Εβα για την οποία ο Αντρέας νιώθει ερωτική έλξη. Καθώς οι σχέσεις των τεσσάρων ανθρώπων συστρέφονται κι αλλάζουν μορφές, κάποιος στο νησί σκοτώνει τα ζώα με φρικτούς τρόπους. Μια από τις λιγότερο γνωστές κι αναγνωρισμένες ταινίες του Μπέργκμαν κι όχι χωρίς λόγο: παρότι καταπιάνεται με τις βασικές θεματικές του έργου του Μπέργκμαν, την εμμονή, τη βία, τις ανθρώπινες σχέσεις, την αμαρτία και την εξιλέωση και παρά τους -σταθερά- συγκλονιστικούς πρωταγωνιστές του, η ταινία μοιάζει παραφορτωμένη με συμβολισμούς, αλλά και κινηματογραφικούς πειραματισμούς, όπως οι «συνεντεύξεις» που δίνουν οι ήρωες στην κάμερα, ώστε στην εποχή της να δείχνει επιτηδευμένη και στη σημερινή γερασμένη.