Οxfam: Η πείνα στον κόσμο έκανε θραύση το 2020 – Τα περιοριστικά μέτρα εξέθεσαν ευάλωτες ομάδες, στον κίνδυνο της εμπορίας ανθρώπων

155 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αντιμέτωποι με διατροφική ανασφάλεια, με άλλα λόγια δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν επαρκή ποσότητα τροφής – Eάν δεν αναληφθεί «άμεσα δράση», ως το τέλος της χρονιάς θα πεθαίνουν από πείνα 11 άνθρωποι κάθε λεπτό, αριθμός υψηλότερος από αυτόν της τρέχουσας θνητότητας της COVID-19, που είναι επτά άνθρωποι (νεκροί) το λεπτό.

Η πείνα στον κόσμο επιδεινώθηκε σε τρομακτικό βαθμό το 2020, εξαιτίας συνδυασμού παραγόντων, με τους εξαπλάσιους ανθρώπους σε σύγκριση με το 2019 να βρίσκονται πλέον «σε συνθήκες σχεδόν λιμού», αποκαλύπτει έκθεση της οργάνωσης Oxfam που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα. 

Συνολικά, 155 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αντιμέτωποι με διατροφική ανασφάλεια, με άλλα λόγια δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν επαρκή ποσότητα τροφής, σύμφωνα με την έκθεση. Ο αριθμός αυτός είναι «ίσος με τον πληθυσμό της Γαλλίας, της Γερμανίας και του Βελγίου μαζί» κι είναι αυξημένος κατά 20 εκατομμύρια σε σύγκριση με το 2019.

Αιτία, το «εκρηκτικό κοκτέιλ» που δημιούργησαν «οι ένοπλες συρράξεις, η πανδημία του νέου κορονοϊού και η κλιματική αλλαγή»· εάν δεν αναληφθεί «άμεσα δράση», ως το τέλος της χρονιάς θα πεθαίνουν από πείνα 11 άνθρωποι κάθε λεπτό. Πρόκειται για αριθμό «υψηλότερο από αυτόν της τρέχουσας θνητότητας» της COVID-19, που είναι «επτά άνθρωποι (νεκροί) το λεπτό», τονίζει η Οxfam.

Οι ένοπλες συρράξεις παραμένουν μολαταύτα «η κύρια αιτία του λιμού αφότου εκδηλώθηκε η πανδημία», ώθησαν «πάνω από μισό εκατομμύριο ανθρώπους σε συνθήκες που προσιδιάζουν σε λιμό, δηλαδή εξαπλάσιους» από ό,τι το 2019, σύμφωνα με την Όξφαμ.

Ανάμεσα στις εστίες ακραίου λιμού που κατονομάζει η οργάνωση, το Αφγανιστάν, η Υεμένη, η περιοχή του Σαχέλ στη δυτική Αφρική, το Νότιο Σουδάν και η Βενεζουέλα, μεταξύ άλλων είδαν την κατάσταση να επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο το 2020.

«Η μια κρίση πάνω στην άλλη»

«Βλέπουμε σήμερα τη μια κρίση πάνω στην άλλη: ατελείωτες ένοπλες συρράξεις, τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας του νέου κορονοϊού και την κλιματική κρίση, που έχει αρχίσει να επιταχύνεται με τρελό ρυθμό» – συνδυασμό «ο οποίος ώθησε πάνω από 520.000 ανθρώπους σε καταστροφική κατάσταση λιμού», επισήμανε η Ελέν Μποτρό, αρμόδια για ζητήματα διατροφικής ασφάλειας και γεωργίας στο παράρτημα της Όξφαμ στη Γαλλία.

Ανάμεσα στα 155 εκατ. ανθρώπους που αντιμετωπίζουν κατάσταση διατροφικής κρίσης, οι δύο στους τρεις ζουν σε χώρες όπου μαίνονται πόλεμοι ή εκτυλίσσονται συγκρούσεις.

Σε αυτό προστίθεται «ο τεράστιος αντίκτυπος» των οικονομικών σοκ «που επιτάθηκαν από την πανδημία του νέου κορονοϊού και την επιδείνωση της κλιματικής κρίσης», με αποτέλεσμα «δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι επιπλέον» να είναι αντιμέτωποι με «την πείνα».

Εν μέσω μαζικής ανεργίας, τα προβλήματα στην παραγωγή τροφίμων και στις αλυσίδες εφοδιασμού «προκάλεσαν αύξηση κατά 40% των τιμών των τροφίμων παγκοσμίως, τη μεγαλύτερη εδώ και πάνω από δέκα χρόνια», υπογραμμίζει η μη κυβερνητική οργάνωση.

Η Όξφαμ καλεί τις κυβερνήσεις να χρηματοδοτήσουν την πρωτοβουλία του ΟΗΕ για να εξασφαλιστεί η διατροφική ασφάλεια σε παγκόσμια κλίμακα και να υποστηρίξουν τη δημιουργία «παγκόσμιου ταμείου αφιερωμένου στην κοινωνική πρόνοια», ώστε να εξασφαλιστεί «ανθρωπιστική πρόσβαση σε εμπόλεμες ζώνες» και «να μη χρησιμοποιείται πλέον η πείνα σαν πολεμικό όπλο».

Η υπηρεσία του ΟΗΕ για τη Γεωργία και τα Τρόφιμα αναμένεται να δώσει στη δημοσιότητα τη Δευτέρα τη δική της έκθεση για την κατάσταση ως προς τη διατροφική ασφάλεια σε παγκόσμια κλίμακα.

 

Μελέτη UNODC: Τα περιοριστικά μέτρα εξέθεσαν ευάλωτες ομάδες ακόμα περισσότερο στον κίνδυνο της εμπορίας ανθρώπων

Η μελέτη εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο κρατικοί οργανισμοί και μη κυβερνητικές οργανώσεις ανταποκρίθηκαν στις προκλήσεις που δημιούργησε η πανδημία και συνέχισαν το έργο τους παρά τους περιορισμούς

Μελέτη που δημοσιεύθηκε σήμερα από το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC) αναδεικνύει τις καταστροφικές επιπτώσεις του COVID-19 σε θύματα και επιζώντες της εμπορίας ανθρώπων και υπογραμμίζει την αυξημένη στοχοποίηση και εκμετάλλευση των παιδιών. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα που διέθεσε στο Γραφείο Εθνικού Εισηγητή για την καταπολέμηση Eμπορίας Aνθρώπων, η μελέτη εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο κρατικοί οργανισμοί και μη κυβερνητικές οργανώσεις ανταποκρίθηκαν στις προκλήσεις που δημιούργησε η πανδημία και συνέχισαν το έργο τους παρά τους περιορισμούς. Σύμφωνα με τη μελέτη, προστίθεται στην ανακοίνωση, οι διακινητές αξιοποίησαν την παγκόσμια κρίση προς όφελος τους εκμεταλλευόμενοι ανθρώπους που έμειναν άνεργοι, αλλά και τον αυξημένο χρόνο που περνούσαν οι ενήλικες και τα παιδιά στο διαδίκτυο.

«Η πανδημία έχει αυξήσει τον κίνδυνο για τις ήδη ευάλωτες ομάδες, ενώ καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την ταυτοποίηση των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, που παλεύουν για βοήθεια και πρόσβαση στη δικαιοσύνη», αναφέρει η εκτελεστική διευθύντρια του UNODC, Γκάδα Γουαλί.

«Αυτή η μελέτη είναι ένα σημαντικό νέο εργαλείο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τον τομέα της δικαιοσύνης και τις διωκτικές αρχές, καθώς εξετάζει καλές πρακτικές για τη διερεύνηση και ποινική δίωξη της εμπορίας ανθρώπων σε περιόδους κρίσης. Παρέχει συστάσεις για την υποστήριξη τόσο των οργανώσεων πρώτης γραμμής όσο και των ίδιων των θυμάτων, αλλά και για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν παρόμοιες μελλοντικές κρίσεις» επισημαίνεται. Η μελέτη δείχνει, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, ότι σε πολλές περιπτώσεις τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού εξέθεσαν ευάλωτες ομάδες ακόμα περισσότερο στον κίνδυνο της εμπορίας ανθρώπων, διεύρυναν την εκμετάλλευση όσων έχουν ήδη θυματοποιηθεί και περιόρισαν την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες αρωγής.

«Οι διακινητές εκμεταλεύονται τις ανάγκες των υποψηφίων θυμάτων και συχνά τα δελεάζουν και τα εξαπατούν με ψεύτικες υποσχέσεις για δουλειά», εξηγεί ο Ηλίας Χατζής, επικεφαλής του Τμήματος Εμπορίας Ανθρώπων και Διακίνησης Μεταναστών του UNODC, που συνέταξε τη νέα έκθεση. «Η πανδημία έχει επιφέρει μεγάλες απώλειες θέσεων εργασίας σε πολλούς τομείς, δημιουργώντας έτσι ευκαιρίες για τις εγκληματικές οργανώσεις που εκμεταλλεύονται την απελπισία των ανθρώπων», προσθέτει.

Η μελέτη, τονίζεται επιπροσθέτως, διαπίστωσε ότι τα παιδιά στοχοποιούνται όλο και περισσότερο από τους διακινητές που χρησιμοποιούν μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες διαδικτυακές πλατφόρμες για να προσεγγίσουν νέα θύματα και να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση πορνογραφικού υλικού. «Οι ειδικοί που συνέβαλαν στη μελέτη μας μετέφεραν τις ανησυχίες τους σχετικά με την αύξηση της εμπορίας παιδιών. Τα κυκλώματα τα διακινούν για σεξουαλική εκμετάλλευση, εξαναγκαστικούς γάμους, επαιτεία ή και για καταναγκαστική εγκληματικότητα», λέει ο κ. Χατζής. «Λόγω της καραντίνας και των περιορισμών στις υπηρεσίες αρωγής, οι πιθανότητες τα θύματα να ξεφύγουν από τους διακινητές ελαχιστοποιούνται. Με το κλείσιμο των συνόρων, πολλά αναγνωρισμένα θύματα εμπορίας αναγκάστηκαν να παραμείνουν για μήνες έγκλειστα σε καταφύγια σε τρίτες χώρες μην μπορώντας να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Οι βασικές υπηρεσίες υποστήριξης και προστασίας που τόσο πολύ χρειάζονται τα θύματα μειώθηκαν ή και καταργήθηκαν» επισημαίνεται.

«Όταν τα θύματα προσπαθούν να ανακάμψουν χρήζουν αρωγής στο πλαίσιο της διαδικασίας αποκατάστασης και επανένταξης. Τέτοιου είδους βοήθεια μπορεί να είναι υγειονομική, συμβουλευτική, νομική ή πρόσβαση στην εκπαίδευση και ευκαιρίες απασχόλησης», σημειώνει ο Ηλίας Χατζής του UNODC. «Σε πολλές περιπτώσεις αυτές οι υπηρεσίες απλά σταμάτησαν, εκθέτοντας ανθρώπους που είχαν ανάγκη σε νέους κινδύνους, ειδικά όσους έχασαν τις δουλειές τους και βρέθηκαν ξαφνικά άνεργοι και άποροι», προσθέτει.

Αν και πολλά πράγματα στον κόσμο μας παρέλυσαν, η πανδημία του COVID δεν επιβράδυνε την εμπορία ανθρώπων, τονίζεται στην ανακοίνωση.

«Το έγκλημα ευδοκιμεί σε περιόδους κρίσης και οι διακινητές προσαρμόστηκαν γρήγορα στη “νέα πραγματικότητα”. Με το κλείσιμο μπαρ, κλαμπ και κέντρων μασάζ, όπου λαμβάνει χώρα σεξουαλική εκμετάλλευση, απλώς μετέφεραν την παράνομη δραστηριότητα τους σε ιδιωτικούς χώρους ή στο διαδίκτυο», σημειώνει.

Σε ορισμένες χώρες, όπως σημειώνεται στην ίδια ανακοίνωση, οι ειδικές αστυνομικές μονάδες κατά της εμπορίας ανθρώπων αποσπάστηκαν από τα τακτικά καθήκοντά τους  στον έλεγχο των μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του COVID, επιτρέποντας έτσι στους διακινητές να λειτουργούν με μικρότερο ρίσκο.

«Η πανδημία μάς έχει διδάξει ότι πρέπει να βρούμε στρατηγικές για το πώς να συνεχίσουμε τη δράση μας κατά της εμπορίας ανθρώπων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο ακόμη και εν μέσω κρίσης. Ελπίζουμε ότι τα ευρήματα της μελέτης μας και οι συστάσεις της θα συμβάλλουν σε αυτό», επισημαίνει ο Ηλίας Χατζής.