«Ορκίζομαι πως θα αποκτήσουμε μια χώρα χωρίς διαφθορά και νέο Σύνταγμα» – Αποπέμφθηκε ο επικεφαλής της δημόσιας τηλεόρασης στην Τυνησία

«Ορκίζομαι πως θα αποκτήσουμε μια χώρα χωρίς διαφθορά και νέο Σύνταγμα»

Ο Πέδρο Καστίγιο, μέχρι πρότινος δάσκαλος και συνδικαλιστής, που εργάστηκε σε αγροτικές, επαρχιακές περιοχές το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ορκίστηκε χθες νέος πρόεδρος του Περού, τονίζοντας πως σκοπός του είναι να βάλει τέλος στη διαφθορά στη χώρα και υποσχόμενος να προχωρήσει στην αναθεώρηση του Συντάγματος.

«Ορκίζομαι ενώπιον του Θεού, ενώπιον της οικογένειάς μου, των αγροτών, των αυτοχθόνων λαών (…) των ψαράδων, των γιατρών, των παιδιών και των εφήβων, ότι θα ασκήσω τα καθήκοντα μου, του προέδρου της Δημοκρατίας», είπε ο νέος αρχηγός του κράτους κι επικεφαλής του κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς «Ελεύθερο Περού» στο Κογκρέσο.

«Ορκίζομαι ενώπιον των λαών του Περού πως θα αποκτήσουμε μια χώρα χωρίς διαφθορά και νέο Σύνταγμα», πρόσθεσε ο κ. Καστίγιο, ντυμένος με παραδοσιακά μαύρα ρούχα των Άνδεων και φορώντας, όπως συνηθίζει, το λευκό καπέλο της ιδιαίτερης πατρίδας του.

Παρέλαβε την προεδρική κορδέλα από τα χέρια της νέας προέδρου του περουβιανού Κογκρέσου, της κεντροδεξιάς Μαρίας δελ Κάρμεν Άλβα, που ανήκει στην αντιπολίτευση, την ημέρα που η χώρα των 33 εκατ. κατοίκων γιόρταζε τη συμπλήρωση δύο αιώνων από την ανεξαρτησία της.

Ο βασιλιάς της Ισπανίας, έξι πρόεδροι κρατών της περιοχής, ο αμερικανός υπουργός Παιδείας, ο Μιγκέλ Κάρντονα, καθώς και ο πρώην πρόεδρος της Βολιβίας, ο Έβο Μοράλες, ήταν παρόντες στην ορκωμοσία.,

Δεν είμαι ούτε «τσαβιστής», ούτε «κομμουνιστής»

«Είναι η πρώτη φορά που αυτή τη χώρα θα την κυβερνήσει επαρχιώτης», είπε ο κ. Καστίγιο στην πρώτη του ομιλία μετά την ορκωμοσία του. Ο 51χρονος ανακηρύχθηκε νικητής του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών, που διεξήχθη την 6η Ιουνίου, πριν από δέκα ημέρες.

«Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, έλεγαν ότι θα κάνουμε απαλλοτριώσεις. Αυτό είναι απόλυτα ψευδές. Θέλουμε την οικονομία να είναι σε τάξη», πρόσθεσε, συνεχίζοντας την προσπάθειά του να καθησυχάσει τους κύκλους των επιχειρηματιών, που φοβούνται ριζοσπαστική στροφή σε μια χώρα όπου εδώ και δεκαετίες εφαρμόζεται νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική.

Ήδη την Παρασκευή ο κ. Καστίγιο διαβεβαίωνε ότι δεν θα αντιγράψει ξένα «μοντέλα», επιμένοντας πως δεν είναι ούτε «τσαβιστής», ούτε «κομμουνιστής», αναφερόμενος στις πολιτικές που εφαρμόζονται στο Καράκας και στην Αβάνα.

Ωστόσο ,υποσχέθηκε ξανά χθες πως θα καταθέσει σύντομα στο κοινοβούλιο σχέδιο για την αναθεώρηση του Συντάγματος, για να καταρτιστεί νέος θεμελιώδης νόμος, που θα αντικαταστήσει τον ισχύοντα, που είχε προωθήσει το 1993 ο πρώην πρόεδρος Αλμπέρτο Φουχιμόρι (1990-2000) και κατά πολλούς εδραίωσε την πολιτική της λεγόμενης οικονομίας της αγοράς στο κράτος των Άνδεων.

Το Περού δεν μπορεί να «καταδικαστεί να παραμείνει αιχμάλωτο αυτού του Συντάγματος του 1993», επιχειρηματολόγησε ο νέος πρόεδρος. «Θα παρουσιάσουμε στο κοινοβούλιο σχέδιο νόμου για την αναθεώρησή του, που αφού συζητηθεί στο Κογκρέσο και εγκριθεί, όπως ελπίζουμε, κατόπιν θα τεθεί σε δημοψήφισμα».

«Θα χρειαστεί πάντως να συμφιλιώσουμε τις θέσεις μας με αυτές του κοινοβουλίου», αναγνώρισε, καθώς το «Ελεύθερο Περού» διαθέτει μεν τις περισσότερες έδρες του Κογκρέσου (37 από τις συνολικά 130), αλλά όχι σχετική, πόσο μάλλον απόλυτη πλειοψηφία στο σώμα, όπου η ισχύς είναι κατακερματισμένη και έχουν αναδείξει μέλη όχι λιγότερα από δέκα κόμματα.

Η ακροδεξιά αντίπαλός του, Κέικο Φουχιμόρι, κατέθεσε δεκάδες προσφυγές, ζητώντας να ακυρωθούν ψηφοδέλτια σε εκλογικές περιφέρειες όπου τα αποτελέσματα δεν την ευνοούσαν, καθυστερώντας για εβδομάδες την επίσημη ανακήρυξη του αποτελέσματος της πολύ αμφίρροπης αναμέτρησης, που κρίθηκε για λίγες δεκάδες χιλιάδες ψήφους.

Χθες η ίδια υποσχέθηκε να ασκήσει «υπεύθυνη δημοκρατική αντιπολίτευση», διατρανώνοντας πως το κόμμα της, «Λαϊκή Δύναμη», θα αποτελέσει «προμαχώνα εναντίον (…) της απειλής νέου κομμουνιστικού Συντάγματος».

Μεγάλες προκλήσεις

Σε μια χώρα σημαδεμένη τα τελευταία χρόνια από πολιτική και θεσμική αστάθεια, που άλλαξε τρεις προέδρους μέσα σε μια εβδομάδα στα τέλη του 2020, έπειτα από μια προεκλογική εκστρατεία άκρως πολωμένη, τα περιθώρια ελιγμών του κ. Καστίγιο αποτελούν ερώτημα που μένει να απαντηθεί.

Ο νέος πρόεδρος καλείται εξάλλου να αντιμετωπίσει την πανδημία του νέου κορονοϊού, που έχει καταφέρει πολύ βαρύ πλήγμα στη λατινοαμερικάνικη χώρα, και να συνεφέρει την οικονομία (που υπέστη ύφεση –11,2% του ΑΕΠ το 2020).

Το Περού θρηνεί ως αυτό το στάδιο πάνω από 195.000 νεκρούς εξαιτίας της COVID-19, με άλλα λόγια καταγράφει τον υψηλότερο δείκτη θνητότητας κατ’ αναλογία προς τον πληθυσμό από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο.

«Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Πέδρο Καστίγιο θα είναι να μην απογοητεύσει τον κόσμο που χρειάζεται απαντήσεις άμεσα, διότι δεν έχει πια δουλειά, ή πεινάει, ή παίζει τη ζωή του κορόνα-γράμματα εξαιτίας της COVID-19», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο αναλυτής Ούγο Οτέρο.

Πριν από μια εβδομάδα, ο νέος πολιτικός απηύθυνε έκκληση «σε όλους τους ειδικούς, σε όλους όσοι έχουν διακριθεί στον τομέα τους, σε όλους όσοι έχουν την ισχυρότερη στράτευση στη χώρα αυτή» να ενταχθούν στην ομάδα του.

Αποπέμφθηκε ο επικεφαλής της δημόσιας τηλεόρασης στην Τυνησία

Σε ακόμη μία κίνηση που μπορεί να βαθύνει την ήδη σοβαρή πολιτική κρίση στην Τυνησία, προχώρησε ο πρόεδρος της χώρας, Κάις Σάγεντ, ο οποίος απέπεμψε το βράδυ της Τετάρτης τον επικεφαλής της δημόσιας τηλεόρασης, Μοχάμεντ αλ Ντάχας και διόρισε προσωρινό αντικαταστάτη του. Ο Τυνήσιος πρόεδρος δεχόταν πιέσεις να προστατεύσει την ελευθερία του λόγου στη χώρα.

Ο Κάις Σαγέντ, με τις ενέργειές του -την Κυριακή έπαυσε τον πρωθυπουργό, ανέστειλε τη λειτουργία της Βουλής για τριάντα ημέρες και ανέλαβε ο ίδιος την άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας, επικαλούμενος κατάσταση έκτακτης ανάγκης- προκάλεσε τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, που τον κατηγορεί ότι ουσιαστικά έκανε πραξικόπημα.

Ο πρόεδρος Σαγέντ για την αντικατάσταση του Μοχάμεντ αλ Ντάχας επικαλέστηκε καταγγελία μελών της τυνησιακής Ένωσης Συντακτών και οργάνωσης υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία είπαν πως εμποδίστηκαν να μπουν στις εγκαταστάσεις της δημόσιας τηλεόρασης, παρότι είχαν προσκληθεί να συμμετάσχουν σε εκπομπή της.

Σύμφωνα με την Αμίρα Μοχάμεντ, δεύτερη τη τάξει στην ιεραρχία της ένωσης των Τυνήσιων δημοσιογράφων, κατήγγειλε πως ο κ. Ντάχας της είπε ότι αξιωματικός του στρατού -στρατιώτες έχουν περικυκλώσει τον σταθμό από την Κυριακή- τον διέταξε να μην επιτρέψει την είσοδο των καλεσμένων στις εγκαταστάσεις της δημόσιας τηλεόρασης.

Τόσο η Αμίρα Μοχάμεντ όσο και το στέλεχος της οργάνωσης υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Μπασάμ Τρίφι, μπόρεσαν αργότερα να συμμετάσχουν στην εκπομπή, ενώ σύμβουλος του προέδρου Σάγεντ και εκπρόσωπος του στρατού, που εμφανίστηκαν στην ίδια εκπομπή, αρνήθηκαν πως είχε δοθεί τέτοια διαταγή.

Η καταγγελία πάντως προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις, με αρκετούς Τυνήσιους δημοσιογράφους να ζητούν μέσω των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης να απαλλαγεί ο Μοχάμεντ αλ Ντάχας από τα καθήκοντά του.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η κίνηση του Τυνήσιου προέδρου είναι μάλλον αμφιλεγόμενη και πιθανώς προσπάθεια να χρυσώσει το χάπι για τους πολίτες, καθώς τη Δευτέρα η αστυνομία έκανε έφοδο στα γραφεία του τηλεοπτικού δικτύου Αλ Τζαζίρα στην Τύνιδα, ωθώντας το Στέιτ Ντιπάρμεντ να εκφράσει την ανησυχία του και να καλέσει τις τυνησιακές αρχές να προασπίσουν την ελευθερία του Τύπου. Επίσης, χθες, Τετάρτη, δημοσιογράφος της εφημερίδας New York Times κατήγγειλε πως τέθηκε υπό κράτηση για δύο ώρες στην Τύνιδα αλλά κατόπιν αφέθηκε ελεύθερη και της επιτράπηκε να συνεχίσει τη δουλειά της.

Μετά την επανάσταση του 2011, απαρχή της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης, που έβαλε τη χώρα στον δρόμο του εκδημοκρατισμού, στην Τυνησία έχουν δοθεί πολύ ευρύτερες ελευθερίες στα ΜΜΕ απ’ ό,τι σε άλλα αραβικά κράτη. Είναι ενδεικτικό το ότι το δημόσιο πρακτορείο ειδήσεων TAP για παράδειγμα καλύπτει συστηματικά αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις και επικριτικές για τις αρχές τοποθετήσεις.

Ωστόσο το τελευταίο διάστημα η Τυνησία αντιμετωπίζει τη σοβαρότερη πολιτική κρίση από το 2011, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, με τους πολίτες να κατηγορούν τις αρχές αδυναμία να διαχειριστούν την υγειονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, αλλά και να δώσουν λύσεις στα προβλήματά τους.