Οι κορυφαίοι είναι Έλληνες: Πετρούνιας, Αντετοκούνμπο, Τσιτσιπάς, Στεφανίδη * Ο Βασίλης Σπανούλης: “Αυτοί με εμπιστεύτηκαν και με πίστεψαν”

Είναι άλλο πράγμα να βγαίνεις πρώτος και τελείως διαφορετικό να φτάνεις να θεωρείσαι ο κορυφαίος σ’ αυτό που κάνεις. Στη δεκαετία που πέρασε ο Λευτέρης Πετρούνιας, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, η Κατερίνα Στεφανίδη και ο Στέφανος Τσιτσιπάς το έκαναν πράξη και δήλωσαν πως “οι κορυφαίοι είναι Έλληνες”.

Το big bang του ελληνικού αθλητισμού ήταν η κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ το 1987. Εκείνη η επιτυχία δεν άλλαξε μόνο τον ρου του μπάσκετ, αλλά ήταν το βότσαλο στο λίμνη όλων των αθλημάτων, το γεγονός που έστειλε διαδοχικά κύματα επιτυχιών. Όσοι ζήσαμε αυτήν την εποχή ήμασταν πολύ τυχεροί, ζήσαμε μεγάλες στιγμές, σε πεδία που δεν μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε.

Στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας ήρθε η σταδιακή, λογική πτώση. Από τη μία είχε προηγηθεί η κορύφωση, του Euro και οι Ολυμπιακοί του 2004, το Ευρωμπάσκετ του 2005 και η Σαϊτάμα το 2006. Από την άλλη στις αρχές της δεκαετίας ήρθε η κρίση, που δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο τον αθλητισμό της χώρας. Όμως συνέβη κάτι μαγικό σ’αυτήν τη δεκαετία που ολοκληρώνεται σε λίγες μέρες. Ο ελληνικός αθλητισμός μπορεί να έχασε σε όγκο επιτυχιών, μπορεί να υποχώρησε σε πεδία που κάποτε κυριαρχούσε, αλλά ταυτόχρονα βρήκε κάτι μοναδικό.

Δεν βρήκε επιτυχίες, αλλά κάτι σημαντικότερο, πιο σπάνιο. Βρήκε τους κορυφαίους. Είναι άλλο πράγμα να βγαίνεις πρώτος και τελείως διαφορετικό να φτάνεις να θεωρείσαι ο κορυφαίος σ’αυτό που κάνεις. Τέτοιος ήταν σ’αυτή τη δεκαετία ο Λευτέρης Πετρούνιας, τέτοια ήταν και η Κατερίνα Στεφανίδη. Όχι μόνο νικητές, αλλά αδιαμφισβήτητοι κυρίαρχοι των αθλημάτων τους, φαβορί σε Παγκόσμια και Ολυμπιακούς Αγώνες.

Τέτοιος, κορυφαίος, είναι και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο. Σε ομαδικό επίπεδο συνεχίζει να ψάχνει την κορυφή που έχει το δαχτυλίδι, αλλά σε ατομικό έκλεισε τη δεκαετία με το βραβείο του MVP στα χέρια του, ενώ την ξεκίνησε παίρνοντας το λεωφορείο 608 για να πάει προπόνηση. Τέτοιος, κορυφαίος, είναι πλέον και ο Στέφανος Τσιτσιπάς. Σταθερά στην 10άδα της παγκόσμιας κατάταξης, πήγε για πρώτη φορά στο ATP Finals κι έφυγε από το Λονδίνο με το τρόπαιο. Κλείνει την δεκαετία στον αφρό και είναι μόλις 21.

Η δεκαετία που ολοκληρώνεται ανήκει σ’αυτήν την τετράδα, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.

Λευτέρης Πετρούνιας: Ο βασιλιάς των κρίκων

Δεν θα ήταν υπερβολή να αναφέρουμε πως η σχέση του Λευτέρη Πετρούνια με τους κρίκους ήταν  έρωτας με την πρώτη ματιά. Από την πρώτη στιγμή που τους είδε του προκάλεσαν δέος και έτσι αποφάσισε να αφοσιωθεί σε αυτούς.

Η σχέση τους πέρασε από πολλά, ακόμα και στο “διαζύγιο” για περίπου τρία χρόνια. Τα δύσκολα χρόνια της εφηβείας τον οδήγησαν στο παρκούρ πριν επιστρέψει ξανά στα γυμναστήρια. Κάπου εκεί μπήκε στην εξίσωση και ο Δημήτρης Ράφτης. Ο προπονητής των επιτυχιών ανέλαβε τον Λευτέρη Πετρούνια και μαζί κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή.

Πολλοί, έχοντας στο μυαλό τους τις πρόσφατες επιτυχίες, θα περίμεναν αυτή η σχέση θα ήταν πάντοτε γεμάτη μετάλλια, όμως δεν είναι έτσι. Πολλές φορές ο Λευτέρης Πετρούνιας απέτυχε και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο, αφού έμενε εκτός μεταλλίων στις μεγάλες διοργανώσεις για λίγο. Μοναδική εξαίρεση το χάλκινο μετάλλιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Βερολίνου το 2011.

Το ημερολόγιο έγραφε 9 Απριλίου όταν ο Λευτέρης Πετρούνιας ανέβηκε για πρώτη φορά στο βάθρο μιας μεγάλης διοργάνωσης. Από τότε μέχρι και σήμερα συνέβησαν πολλά. Ο εφιάλτης των συνεχόμενων αποτυχιών για ελάχιστους βαθμούς μετατράπηκε σε ένα παραμύθι βγαλμένο από τα όνειρα του πεντάχρονου Λευτέρη που έκανε τα πρώτα του βήματα στο γυμναστήριο του Πανιώνιου.

Η ΑΣΚΗΣΗ “ΠΕΤΡΟΥΝΙΑΣ” ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟ 2015

Στις αρχές του 2015 η αρμόδια επιτροπή της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας έδωσε το όνομα του Λευτέρη Πετρούνια σε μία άσκηση. Ο σπουδαίος γυμναστής εκτέλεσε τη συγκεκριμένη άσκηση στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Σόφια της Βουλγαρίας το 2014 στο οποίο κατέκτησε την πέμπτη θέση.

Η συγκεκριμένη εξέλιξη θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο οιωνός που άλλαξε την πορεία της καριέρα του Λευτέρη Πετρούνια, αφού το 2015 ήταν δίχως αμφιβολία η χρονιά του. Τον Απρίλιο πήγε στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που διεξήχθη στο Μονπελιέ θέλοντας να σπάσει την “κατάρα” και να βρεθεί ξανά στο βάθρο μια μεγάλης διοργάνωσης μετά από τέσσερα χρόνια.

Στις 18 Απριλίου εκτελώντας μοναδικά το πρόγραμμα του ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου με 15.866 βαθμούς! Ακολούθησε το χρυσό μετάλλιο στους Ευρωπαϊκούς Αγώνες του Μπακού και η χρονιά ολοκληρώθηκε μοναδικά στην Γλασκόβη όπου ανέβηκε στην κορυφή του κόσμου.

Αυτή ήταν και η πρώτη χρονιά της κυριαρχίας του Λευτέρη Πετρούνια στους κρίκους και εκείνη που αποτέλεσε προάγγελο για όσα θα επακολουθούσαν.

ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΣΤΟ ΡΙΟ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΗΤΤΗΤΟΥ

Το 2016 δεν τον ένοιαζε τίποτα άλλο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο. Τον Απρίλιο πήγε στη Βραζιλία για να συμμετάσχει στο προΟλυμπιακό test event των διοργανωτών. Εκεί έμεινε στη δεύτερη θέση πίσω από τον Αρτούρ Ζανέτι με τη βαθμολογία των κριτών στα προγράμματα των δύο αθλητών να είναι τουλάχιστον περίεργη.

Ο Λευτέρης Πετρούνιας άφησε πίσω του τα όσα συνέβησαν στο Ρίο και σχεδόν ένα μήνα μετά ανέβηκε ξανά στο πρώτο σκαλί του βάθρου. Το χρυσό μετάλλιο στο ευρωπαϊκό της Βέρνης ήταν απλά το ορεκτικό για όσα θα ακολουθούσαν μετά από τρεις μήνες.

Ο μοναδικός στόχος του Λευτέρη Πετρούνιας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ήταν το χρυσό μετάλλιο. Όλοι οι μεγάλοι αντίπαλοί του ήταν και εκείνοι στην Ολυμπιακή Αρένα, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Η εκτέλεσή του ήταν αψεγάδιαστη και με τους 16.000 βαθμούς που συγκέντρωσε κατάφερε να περάσει το χρυσό μετάλλιο στο λαιμό του.

ΣΤΟ ΠΑΝΘΕΟΝ ΤΩΝ ΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΓΥΜΝΑΣΤΩΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ

Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο μέχρι και το Παγκόσμιο πρωτάθλημα του 2018 στην Ντόχα ο Λευτέρης Πετρούνιας έβγαλε τη λέξη ήττα από το λεξικό του μετρώντας το εντυπωσιακό 9/9. Αυτό όμως δεν ήταν το μοναδικό επίτευγμα του 29χρονου Έλληνα γυμναστή, αφού η αήττητη πορεία του συνοδεύτηκε από πολλά επιμέρους κατορθώματα.

Το πρώτο ήρθε το 2017. Κάθε μετα-Ολυμπιακή χρονιά είθισται να αποτελεί περίοδο αποχής ή αγωνιστικής ύφεσης για αρκετούς πρωταθλητές της ενόργανης. Έτσι, στην 60χρονη κοινή ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων και των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων ενόργανης, μόνο μία φορά ο “χρυσός” Ολυμπιονίκης των κρίκων συμμετείχε με ανάλογη επιτυχία στο ευρωπαϊκό που ακολούθησε: Συνέβη το 1989, όταν ο Ανατολικογερμανός Χόλγκερ Μπέρεντ αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης, λίγους μήνες μετά τον θρίαμβό του στην Σεούλ και το έκανε ξανά ο Πετρούνιας 2017.

Τα δύο μετάλλια που κατέκτησε μέσα στο 2018 σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο τον έβαλαν ανάμεσα στους μύθους της γυμναστικής. Στο Ευρωπαϊκό της Γλασκόβης έφτασε τα τέσσερα χρυσά στη διοργάνωση και ισοφάρισε το ρεκόρ του Ιταλού Γιούρι Κέκι, επίσης θριαμβευτή στους κρίκους σε τέσσερα διαδοχικά ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (1990, 1992, 1994, 1996).

Παράλληλα, ο Λευτέρης Πετρούνιας αποτελεί πλέον ένα από τα… επτά θαύματα της ευρωπαϊκής ενόργανης γυμναστικής ανδρών, δηλαδή έναν από τους μόλις επτά σπεσιαλίστες που έχουν κατακτήσει τέσσερα ή περισσότερα χρυσά μετάλλια στο ίδιο όργανο, στην 63χρονη ιστορία του θεσμού.

Το απόλυτο ρεκόρ κατέχει ο Ούγγρος Κρίστιαν Μπέρκι με έξι τίτλους στον πλάγιο ίππο (2005, 2007, 2008, 2009, 2011, 2012), ακολουθεί ο Έλληνας υπέρ-πρωταθλητής του μονόζυγου Βλάσης Μάρας των πέντε ευρωπαϊκών τίτλων (2002, 2004, 2006, 2009, 2010), ενώ από τέσσερα χρυσά μετάλλια έχουν κερδίσει ο Σοβιετικός / Λευκορώσος Βιτάλι Σέρμπο στο άλμα (1990, 1992, 1994, 1996), ο Σλοβένος Μίτγια Πέτκοβσεκ στο δίζυγο (2000, 2006, 2007, 2008), ο Ρουμάνος Μάριαν Ντραγκουλέσκου στο έδαφος (2000, 2004, 2005, 2017) και ο προαναφερθείς Κέκι.

Στο Παγκόσμιο της Ντόχα ο Λευτέρης Πετρούνιας έφτασε τις τρεις κατακτήσεις χρυσών μεταλλίων στους κρίκους. Μόλις δύο αθλητές-θρύλοι μετρούν περισσότερους από δύο τίτλους στο αγώνισμα, στα συνολικά 47 παγκόσμια πρωταθλήματα που έχουν διεξαχθεί από το 1903: Ο Ιταλός Γιούρι Κέκι με πέντε νίκες και μάλιστα συνεχόμενες (1993, 1994, 1995, 1996, 1997) και ο Κινέζος Τσεν Γιμπίνγκ με τέσσερις (2006, 2007, 2010, 2011).

ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΤΩΝ ΠΙΟ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΩΝ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Η νίκη του στην Ντόχα τον ανέβασε παράλληλα στην κορυφή των ελληνικών μεταλλίων αφού είναι ο μοναδικός με τρία χρυσά. Με αυτόν τον τρόπο ο Λευτέρης Πετρούνιας ξεπέρασε σε παγκόσμιους τίτλους τον συναθλητή του και πολυνίκη Έλληνα στα χρονικά του θεσμού, τον εξπέρ του μονόζυγου Βλάση Μάρα, ο οποίος έχει στην συλλογή του δύο χρυσά μετάλλια (Γάνδη 2001, Ντέμπρετσεν 2002) και ένα χάλκινο (Άαρχους 2006).

Βέβαια, τα κατορθώματα του ξεπερνούν τα ώρια της γυμναστικής. Ο Λευτέρης Πετρούνιας ανήκει πλέον σε ένα εξαιρετικά μικρό γκρουπ Ελλήνων αθλητών, αυτό όσων έχουν κατακτήσει τρεις παγκόσμιους τίτλους. Ποιοι είναι οι άλλοι που το έχουν κάνει; Στην άρση βαρών ο Πύρρος Δήμας (1993, 1995, 1998) και ο Κάχι Κακιασβίλι (1995, 1998, 1999), στο τζούντο ο Ηλίας Ηλιάδης (2010, 2011, 2014) και στην ιστιοπλοΐα η Σοφία Μπεκατώρου με την Αιμιλία Τσουλφά (2001, 2002, 2003).

Γιάννης Αντετοκούνμπο: Από το 608 στο MVP

Τέτοια εποχή, πριν από επτά χρόνια, έπαιζε στη Λευκάδα, στην Αμαλιάδα, στις Σέρρες, στην Τρίπολη, στον Βόλο, στα Τρίκαλα, στο Ηράκλειο. Έπαιζε και στα γήπεδα της Αθήνας με την εφηβική ομάδα του Φιλαθλητικού. Θυμάμαι σαν χθες να τον παρακολουθώ σε αγώνες με το Περιστέρι και τον Παναθηναϊκό για την ΕΣΚΑ, θυμάμαι σαν χθες αυτό το ψιλόλιγνο παιδί με το καλό περιφερειακό σουτ και το αστείρευτο πείσμα να προσπαθεί να βελτιωθεί, να ωριμάσει και να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει μια αξιόλογη καριέρα που θα το βοηθήσει, εκείνο και την οικογένειά του, να ζήσει μια φυσιολογική ζωή μακριά από τους δρόμους και την παρανομία.

Στις αρχές της δεκαετίας που φεύγει, πήγαινε με το θρυλικό 608 από προπόνηση σε προπόνηση. Στο “αντίο” της είναι ένας 25χρονος που ξεφεύγει από το status του superstar και πλησιάζει εκείνο του μύθου. Τότε μπορούσες να τον δεις μόνο μέσα στα ασφυκτικά κλειστά γυμναστήρια της χώρας, αλλά εδώ και χρόνια τον θαυμάζεις αποκλειστικά στα κανάλια της Cosmote TV, στα παρκέ των εκπληκτικών γηπέδων του ΝΒΑ. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έχει καταφέρει πολλά και θα καταφέρει ακόμη περισσότερα γιατί γεννήθηκε για την κορυφή.

Η δεκαετία που φεύγει είναι η δεκαετία του Γιάννη Αντετοκούνμπο. Του παιδιού που στις αρχές της έκανε προπονήσεις με όποια ομάδα του άνοιγε τις πόρτες, παιδική, εφηβική ή γυναικεία, του παιδιού που στα τελειώματά της έγινε MVP του ΝΒΑ, έφτασε δύο νίκες μακριά από τους τελικούς και στα 25 του χρόνια πια θεωρείται αν όχι ο κορυφαίος όλων, ένας από τους 3-4 καλύτερους παίκτες του παγκόσμιου μπάσκετ.

Ιστορία βγαλμένη από σενάριο ταινίας, γι’ αυτό και η ζωή του θα μπει στο μικροσκόπιο της Disney, γι’ αυτό όλος ο πλανήτης ασχολείται μαζί του, γι’ αυτό το Μιλγουόκι αναγεννήθηκε τα τελευταία χρόνια, γι’ αυτό οι Μπακς καταπίνουν φέτος τον έναν αντίπαλο μετά από τον άλλο μετά από μια σεζόν στην οποία είχαν το καλύτερο ρεκόρ σε όλο το ΝΒΑ.

ΤΟ 608 ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΤΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΕ

Στο ξεκίνημα της δεκαετίας που μας αποχαιρετά, ο Γιάννης χρησιμοποιούσε το θρυλικό 608 για να μετακινείται από το ένα γήπεδο στο άλλο. Το 2011 οι πρώτοι σκάουτ του ΝΒΑ, οι πρώτοι παράγοντες των 30 οργανισμών της Λίγκας ασχολήθηκαν μαζί του. Το 2012 άρχισαν να ταξιδεύουν στην Ελλάδα για να τον δουν από κοντά και το κλειστό του Ζωγράφου είχε συχνά-πυκνά ανθρώπους που παρακολουθούσαν τις προπονήσεις του με την εφηβική και την ανδρική ομάδα του Φιλαθλητικού. Στη διάρκεια της σεζόν 2012/13, στην οποία έκανε πρωταθλητισμό στην Α2, έφτασε μια νίκη μακριά από την Α1 όμως ηττήθηκε σε ματς τριών παρατάσεων από την Κηφισιά (89-81) στις Αδάμες, σε ένα μικροσκοπικό κλειστό γήπεδο που γέμισε ασφυκτικά και είχε 15-20 ανθρώπους από το ΝΒΑ για χάρη του. Ήταν ο πρώτος πραγματικός πόνος που ένιωσε στο μπάσκετ, λίγους μήνες πριν γίνει επαγγελματίας.

Δεν υπάρχει κάτι που να απέκτησε ο Αντετοκούνμπο χωρίς να παλέψει γι’ αυτό.

Χωρίς ταυτότητα δεν μπορούσε να ταξιδέψει, δεν τον άφηναν. Στα εκτός έδρας παιχνίδια έρχονταν 2-3 άνθρωποι, αυθημερόν. Έβλεπαν τον αγώνα και γύριζαν κατευθείαν πίσω. Ήταν φίλοι της ομάδας, άνθρωποι της διοίκησης. Μια Κυριακή αγώνα με την Χαλκηδόνα δεν μπορούσαν να έρθουν, θα έφευγαν κανονικά το πρωί, θα έπαιρναν μαζί τους τον Γιάννη, δεν ξέρω αν θα ήταν στην δωδεκάδα ή θα ήταν 13ος, δεν θα είχε χρόνο συμμετοχής και θα γύριζαν τα χαράματα. Όταν ο Γιάννης έμαθε ότι δεν μπορούσε να ταξιδέψει με το αεροπλάνο και εκείνοι οι 2-3 που τον έπαιρναν μαζί τους κάθε φορά δεν θα έρχονταν, δεν έκανε προπόνηση. Ήταν η πρώτη φορά που δεν προπονήθηκε. Πήγε στα βάρη και έκλαιγε με αναφιλητά, το λέω κι ανατριχιάζω, δεν υπάρχει αυτή η ιστορία, έχω ανατριχιάσει ολόκληρος. Πήγα με τον Γκίκα, τον κάναμε μια αγκαλιά και του είπαμε “Γιάννη, ηρέμησε. Είναι ένα ματς, έχεις να παίξεις τόσα πολλά παιχνίδια, που θα βαρεθείς τις μετακινήσεις, κάποια στιγμή θα θέλεις να κάτσεις σπίτι σου”. Ήταν απαρηγόρητος, δεν μπορούσε να το πιστέψει. Ένα πατίνι αν του έδινες, ρόλερ αν του έδινες, θα πήγαινε στη Χαλκηδόνα. Εκείνη πρέπει να ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής του“.

Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ

Αυτός ήταν, αυτός συνεχίζει να είναι ο Αντετοκούνμπο. Το παιδί που τρώει μπάσκετ. Το καλοκαίρι του 2013 μας έλεγε στα γραφεία του Sport24.gr ότι δεν υπήρχε περίπτωση να παίξει στη G-League. Το έλεγε και στους Μπακς, οι οποίοι δεν τον έστειλαν ποτέ στην αναπτυξιακή Λίγκα. Του έδωσαν χρόνο και ευκαιρίες, τον υποστήριξαν, είδαν το μέλλον τους στο πρόσωπό του και δικαιώθηκαν. Από την πρώτη του χρονιά έδειξε από τι υλικό ήταν φτιαγμένος.

Από τους 6.8 πόντους και τα 4.4 ριμπάουντ, πήγε στους 12.7 πόντους και τα 6.7 ριμπάουντ στη δεύτερη σεζόν του στο ΝΒΑ. Έγινε βασικός το φθινόπωρο του 2014 και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Ο Λάρι Ντρου τον πίστεψε, ο Τζέισον Κιντ τον εξέλιξε, ο Μάικ Μπουντενχόλζερ τον εκτόξευσε. Πλέον, λίγο πριν πιάσει τα 500 ματς στην καριέρα του σε κανονικές περιόδους, ο Γιάννης αγγίζει τους 20 πόντους ανά αγώνα, έχει 8.5 ριμπάουντ, 4.2 ασίστ, 1.2 κλεψίματα και 1.3 μπλοκ ανά 32.6 λεπτά συμμετοχής. Αριθμοί συγκλονιστικοί, αριθμοί που δεν περιμέναμε ποτέ πως θα γράψει ένα δικό μας παιδί.

Κάποτε πανηγυρίζαμε όταν ο Αντώνης Φώτσης, ο Ευθύμης Ρεντζιάς, ο Βασίλης Σπανούλης έπαιρναν χρόνο με τους Γκρίζλις, τους Σίξερς και τους Ρόκετς αντίστοιχα. Δεν φανταζόμασταν ότι μετά από μερικά χρόνια θα υπάρξει ένας τόσο κυρίαρχος αθλητής που θα κάνει σχεδόν τα πάντα στο παρκέ να μοιάζουν τόσο, μα τόσο εύκολα. Για να φτάσει βέβαια ο Γιάννης στο σημείο να έχει 31 πόντους, 13 ριμπάουντ και 5 ασίστ τη φετινή σεζόν, την έβδομή του στο ΝΒΑ, χρειάστηκε ένας συνδυασμός πείσματος, εργατικότητας, αυτοπεποίθησης, ταλέντου, αλλά και τύχης. Αυτόν τον συνδυασμό τον είχε και συνεχίζει να τον έχει στον υπερθετικό βαθμό ο Greek Freak που δουλεύει όσο κανείς, πιστεύει όσο κανείς στον εαυτό του και πλέον αντιλαμβάνεται όσο ποτέ τις δυνατότητές του.

ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ΚΑΙ ROLE MODEL ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΑΡΟΥΣ ΑΘΛΗΤΕΣ

Δεν θα ξεχάσω τη συνάντησή μας στο Λονδίνο, για εκείνο το ματς των Μπακς με τους Νικς. Είχε αρχίσει να καθιερώνεται στη βασική πεντάδα της ομάδας του και μου έλεγε πως “θέλω κάθε χρόνο να κάνω αυτό που δεν περιμένουν. Έλεγαν ότι δεν μπορώ να παίξω στο ΝΒΑ, έπαιξα. Θέλω να βελτιώνονται, να κερδίζει η ομάδα μου και μια μέρα να γίνω All-Star“. Ενάμιση χρόνο μετά, το φθινόπωρο του 2016 στο Μιλγουόκι, μου εξηγούσε πόσο σκληρά τον αντιμετώπιζαν πια οι αντίπαλοί του, πως έβαζαν τα γόνατά τους στα σκριν για να τον χτυπήσουν, πως μέσα από την επιτυχία των Μπακς θα γινόταν από την τέταρτη χρονιά του All-Star. Έγινε. Και πενταδάτος μάλιστα.

Για τα αμέτρητα “παράσημά” του, για τα βραβεία, τις ατομικές διακρίσεις, τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια που κερδίζει από τα συμβόλαια με τους Μπακς και τους χορηγούς του, για το πόσο πραγματικά σπουδαίος είναι πλέον στο ΝΒΑ, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Όποιος παρακολουθεί, ξέρει ότι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έχει ξεφύγει πολύ από το status του superstar και πλησιάζει σε επίπεδα μύθου.

Η μεγαλύτερη νίκη του απ’ όλες, βέβαια, είναι ότι έδωσε κίνητρο σε χιλιάδες παιδιά να μπουν ξανά στα γήπεδα και να δοκιμάσουν αυτό το υπέροχο άθλημα που ονομάζεται μπάσκετμπολ. Όπως όλα τα παιδιά στις ΗΠΑ θέλουν να γίνουν οι διάδοχοι του Στέφεν Κάρι, έτσι και τα παιδιά στην Ελλάδα ονειρεύονται πως θα πάρουν την σκυτάλη από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Στο πρόσωπό του, άλλωστε, όλοι μας έχουμε δει το ακατόρθωτο να γίνεται πιθανό, το όνειρο να γίνεται πραγματικότητα. Και μαζί του έχουμε νιώσει κάθε είδους συναισθήματα. Χαρά, στενοχώρια, απογοήτευση, ενθουσιασμό, ανυπομονησία σαν αυτή που αισθανόμασταν πριν από μερικούς μήνες στα γήπεδα της Κίνας, στη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Ο Γιάννης έχει καταφέρει πολλά, πάρα πολλά, περισσότερα απ’ όσα ακόμη κι ο ίδιος ονειρευόταν. Δεν κοιτάζει όμως το παρελθόν, κάποιες φορές δεν κοιτάζει ούτε το παρόν, τον ενδιαφέρει το μέλλον, τον ενδιαφέρει να χτίσει τον μύθο του, να σπάει κάθε μέρα το ταβάνι του, να βελτιώνει κάθε τομέα του παιχνιδιού του και να γίνει ο κορυφαίος όλων των εποχών. Έχοντας παρακολουθήσει όλη την πορεία του με κάθε λεπτομέρεια τα τελευταία επτά-οκτώ χρόνια, δεν θα πόνταρα ποτέ εναντίον του…

Κατερίνα Στεφανίδη: How high can you fly

Όποιος θα έλεγε πως ένας αθλητής ή μία αθλήτρια με υψοφοβία θα κυριαρχούσε στο επί κοντώ το πιθανότερα θα ταν να τον περνούσαν για τρελό. Μόνο που η Κατερίνα Στεφανίδη κατέρριψε και τον συγκεκριμένο μύθο. Σε λίγους μήνες θα μπει στα 30 της χρόνια και την τελευταία δεκαετία έχει καταφέρει να επιβεβαιώσει σε απόλυτο βαθμό τις προσδοκίες που υπήρχαν για εκείνη.

Βλέπετε το φαινόμενο Κατερίνα Στεφανίδη μας απασχολεί εδώ και αρκετά χρόνια αφού είχε καταρρίψει όλα τα παγκόσμια ρεκόρ Κ18 με τις επιδόσεις της να συνοδεύονται με ανάλογα μετάλλια σε Παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά και με μια υποτροφία στο Στάνφορντ (ανάμεσα στις αθλητικές της διακρίσεις πρόλαβε να πάρει πτυχίο στην Βιολογία και να ολοκληρώσει το μεταπτυχιακό στη Νευροψυχολογία).

Η ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΛΛΙΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΡΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΡΙΕΡ

To 2011 η Κατερίνα Στεφανίδη κατέκτησε τα τελευταία της μετάλλια στις μικρότερες ηλικιακές κατηγορίες, αφού ήταν δεύτερη στο Ευρωπαϊκό Κ23 και τρίτη στην παγκόσμια Πανεπιστημιάδα, ενώ στην πρώτη της χρονιά σαν ενήλικας η Στεφανίδη έφτασε την τρίτη θέση στο Αμερικάνικο πρωτάθλημα (NCAA) κλειστού στίβου (4.35).

Το 2012 έγινε ξανά πρωταθλήτρια στο Pac-12, που έγινε στο Όρεγκον με επίδοση 4,48μ. Ένα μήνα αργότερα έγινε πρωταθλήτρια στο πανεπιστημιακό πρωτάθλημα στο Ντές Μοινες, στην Αιόβα με 4.45. Το ρεκόρ της σεζόν έγινε στο Λίβερμορ της Καλιφόρνια με 4.51 και επιτεύχθηκε τον Ιούλιο του 2012, που είναι και το εθνικό ρεκόρ της Ελλάδος για τις ηλικίες κάτω των 23 ετών.

Κάπου εκεί μπήκε στην εξίσωση ένας άνθρωπος ο οποίος έμελλε να αλλάξει τη ζωή της τόσο εντός, όσο και εκτός στίβου. Ο λόγος φυσικά για τον Μιτς Κρίερ. Ο προπονητής και σύζυγος της Κατερίνας Στεφανίδη ήταν ο άνθρωπος που βρήκε τα κουμπιά της, την απάλλαξε από το άγχος της και κατάφερε να την απογειώσει από το 2014 και μετά.

ΕΝΑ ΜΕΤΑΛΛΙΟ ΑΝΑ 187 ΜΕΡΕΣ

Αρχικά, δεν κατάφερε να πάει στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου του 2014, αφού δεν έπιασε το όριο συμμετοχής. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που δεν αγωνίστηκε σε μία μεγάλη διοργάνωση. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ανοικτού στίβου της Ζυρίχης κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο το οποίο ήταν και το πρώτο της σε επίπεδο γυναικών σε μεγάλη διοργάνωση. Λίγους μήνες αργότερα στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κλειστού στίβου που διεξήχθη στην Πράγα ήταν και πάλι δεύτερη!

Η τελευταία της αποτυχία ήταν στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα ανοικτού στο Πεκίνο το 2015. Η Κατερίνα Στεφανίδη σε εκείνο των αγώνα δεν είχε καταφέρει να περάσει στον τελικό, αλλά μετά ακολούθησε ένα εντυπωσιακό σερί σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις.

Ξεκίνησε με το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο κλειστού στίβου στο Πόρτλαντ το 2016 και λίγους μήνες αργότερα ήρθε το πρώτο της χρυσό στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ανοικτού στίβου του Άμστερνταμ. Βέβαια, το μεγαλύτερο μετάλλιο μέχρι στιγμής στην καριέρα της ήταν εκείνο των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο.

Το 2017 ήταν αήττητο και ονειρικό για την σπουδαία Κατερίνα Στεφανίδη. Το χρυσό στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κλειστού στίβου του έμοιαζε εύκολη υπόθεση και ο μεγάλος της στόχος ήταν να παραμείνει στην κορυφή του κόσμου. Έτσι και έγινε αφού κατέκτησε την πρώτη θέση στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα του Λονδίνου!

Το 2018 ήθελε να κατακτήσει το χρυσό και στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα κλειστού στίβου, το μοναδικό που λείπει από τη συλλογή της, ωστόσο δεν τα κατάφερε. Βέβαια, πάλι ανέβηκε στο βάθρο κατακτώντας το χάλκινο για να κλείσουν οι μεγάλοι αγώνες με το χρυσό στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Βερολίνου.

Πριν από λίγους μήνες παρότι αγωνίστηκε με τραυματισμό κατάφερε να τερματίσει τέταρτη στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του κλειστού στίβου. Στα παραπάνω κατορθώματα της θα πρέπει να προσθέσουμε και τα τέσσερα διαδοχικά της διαμάντια (2016, 2017, 2018, 2019) στο Diamond League με το τελευταίο να έρχεται πριν από λίγες ημέρες. Στα παραπάνω προσθέστε και το χάλκινο μετάλλιο που κατέκτησε το βράδυ της Κυριακής.

Αν χάσατε το μέτρημα αρκεί να σας πούμε ότι τα τελευταία έξι χρόνια η Κατερίνα Στεφανίδη έχει κατακτήσει 10 μετάλλια (5 χρυσά, 2 ασημένια και 3 χάλκινα) σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις από τον Αύγουστο του 2014 μέχρι και σήμερα.

ΣΤΟ ΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Μπορεί να ακουστεί περίεργο στους περισσότερους, ωστόσο το χάλκινο μετάλλιο που κατέκτησε το βράδυ της Κυριακής η Κατερίνα Στεφανίδη έχει το βάρος ενός χρυσού.

Η 29χρονη πρωταθλήτρια, όπως και η Νικόλ Κυριακοπούλου, συμμετείχαν στον καλύτερο τελικό όλων των εποχών στο επί κοντώ των γυναικών, ο οποίος διεξήχθη κάτω από ειδικές συνθήκες. Ας πάρουμε όλα τα δεδομένα από την αρχή.

Για πρώτη φορά οι αθλήτριες και τα τεχνικά τους επιτελεία είχαν για πρώτη φορά να διαχειριστούν έναν μεγάλο αγώνα στα τέλη του Σεπτέμβρη. Μία ματιά στο καλεντάρι των προηγούμενων ετών θα σας βοηθήσει να καταλάβετε πως μέχρι τώρα τα Παγκόσμια πρωταθλήματα και γενικότερα οι μεγάλοι αγώνες διεξάγονταν τον Αύγουστο.

Φέτος, έγινε κάτι παραπάνω από έναν μήνα αργότερα και έτσι όλοι οι αθλητές και οι αθλήτριες έπρεπε να πειραματιστούν για να είναι στην καλύτερη δυνατή κατάστασή τους στο Παγκόσμιο.

Επιπρόσθετα, η Κατερίνα Στεφανίδη και όλα τα μεγάλα ονόματα του αθλήματος έπεσαν θύματα της γκάφας της IAAF. Προφανώς εκείνοι που αποφάσισαν να βάλουν ως όριο για τον τελικό δεν υπολόγιζαν τη ραγδαία άνοδο που έχει τα τελευταία χρόνια το επί κοντώ με αποτέλεσμα 17 αθλήτριες να βρεθούν στον τελικό με αποτέλεσμα αυτός να κρατήσει 2,5 ώρες.

Για πρώτη φορά στην ιστορία του αθλήματος όλα τα μετάλλια κρίθηκαν πάνω από τα 4,85μ., ενώ το 4,95μ. της νικήτριας Αντζέλικα Σιντόροβα είναι η δεύτερη καλύτερη επίδοση σε τελικό παγκοσμίου μετά το 5,01 της Ισιμπάγεβα το 2005. Με το 4,85μ. η Κατερίνα Στεφανίδη σε προηγούμενες διοργανώσεις θα έπαιρνε είτε το ασημένιο είτε ακόμα και το χρυσό, ενώ πέρα από τις τρεις αθλήτριες που κατέκτησαν τα μετάλλια άλλες τόσες ξεπέρασαν τα 4,80μ.

Επιπρόσθετα να σημειώσουμε πως η Σιντόροβα έκανε την καλύτερη επίδοση φέτος στον κόσμο, Μόρις και Στεφανίδη βελτίωσαν το ρεκόρ του για το 2019, ενώ οι Πένγκτσον, Ζουκ και Πεϊνάδο βελτίωσαν τις κορυφαίες επιδόσεις όλων των εποχών σε Σουηδία, Λευκορωσία και Βενεζουέλα αντίστοιχα.

Κάπως έτσι κύλησε η δεκαετία της Κατερίνας Στεφανίδη, η οποία είναι σε λίγους μήνες θα κλείσει τα 30 της χρόνια και ήδη θεωρείται από πολλούς η κορυφαία Ελληνίδα αθλήτρια του στίβου όλων των εποχών.

Στέφανος Τσιτσιπάς: The sky is the limit

Ο Στέφανος Τσιτσιπάς μπορεί να έγινε γνωστός τα τελευταία δύο χρόνια στο ευρύ κοινό, όμως οι ειδικοί του τένις ασχολούνται εδώ και σχεδόν μία δεκαετία με τον ψηλόλιγνο αγόρι που βάλθηκε να βάλει το άθλημα στις ζωές των Ελλήνων.

Οι επιτυχίες του σήμερα ήρθαν σαν μία φυσιολογική εξέλιξη όσων πέτυχε τα πρώτα χρόνια της ενασχόλησης του με το τένις αν και όλα αυτά ήρθαν μέσα από μεγάλες θυσίες του ίδιου και της οικογένειάς του. Βλέπετε, για να φτάσει στο επίπεδο που είναι σήμερα χρειάστηκαν ατελείωτες ώρες προπόνησης, ταξίδια και πολλά χρήματα. Ο Στέφανος Τσιτσιπάς είχε το ταλέντο, όμως για να φτάσει να θεωρείται από τους καλύτερους τενίστες στον κόσμο χρειάστηκε να δουλέψει σκληρά.

ΑΠΟ ΜΙΚΡΟΣ ΕΔΕΙΞΕ ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ

Το πρώτο τουρνουά που έπαιξε ήταν στα οκτώ του στην Νορμανδία και αυτό συνέβη κατά τύχη επειδή η οικογένεια του έκανε εκεί διακοπές.  Έκτοτε, ο Όμιλος Αντισφαίρισης Γλυφάδας (ΟΑΓ) έγινε το δεύτερο σπίτι του. Στα 15 κατέκτησε το Legend Cup (τουρνουά των καλύτερων νέων), έπειτα από συγκλονιστικό τελικό -εκ των καλύτερων στην ιστορία του τουρνουά-, με τον Ντάνιελ Ορλίτα, το μεγάλο φαβορί και ακολούθησε η τρίτη θέση στο Tennis Europe Master Κ16.

Το ρεσιτάλ τίτλων άρχισε στις κατηγορίες Grade 2 και Grade 1, ενώ ο αγώνας που άλλαξε το επίπεδο του ήταν αυτός με τον Νίκολα Μιλόγεβιτς σε τουρνουά Futures στην Κρήτη. Στις αρχές τους 2015 ήρθε η πρώτη του συμμετοχή στο Australian Open στην κατηγορία των Juniors, ενώςμερικούς μήνες αργότερα ήρθε η συμμετοχή του στο Wimbledon. To 2015 έκλεισε με μία ονειρική στο διάσημο τουρνουά τζούνιορ “Metropolia Orange Bowl”όπου έφτασε μέχρι τον τελικό.

Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΜΟΥΡΑΤΟΓΛΟΥ ΚΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΤΟP 100

Το 2016 κέρδισε μεταξύ πολλών άλλων, το Trofeo Bonfiglio (Grade A τουρνουά), στο Μιλάνο, ενώ αναδείχθηκε νικητής στο διπλό του Wimbledon, μαζί με τον Εσθονό, Κένεθ Ράισμα, στις 10 Ιουλίου του 2016 και έγινε ο δεύτερος Έλληνας που κέρδισε σε τελικό Grand Slam, στην Open Era (από το 1968 και μετά), έπειτα από τον Νίκο Καλογερόπουλο, παίκτη που είχε αριστεύσει στο Roland Garros και το Wimbledon, το 1963.

Στις 25 Ιουλίου του ίδιου έτους, έγινε ο πρωταθλητής Ευρώπης Κ18 και εν μέσω όλων αυτών, δέχθηκε και μια ενδιαφέρουσα πρόταση: από τους υπεύθυνους της ακαδημίας του Πατρίκ Μουράτογλου, στην πόλη Νις της Γαλλίας.

Φτάσαμε στο 2017 όπου ο “Στεφ”, όπως καθιερώθηκε από τους ξένους που δυσκολεύονταν να πουν το επώνυμο του, άρχισε να συστήνεται σε περισσότερο κόσμο. Συμμετείχε σε όσο το δυνατόν περισσότερα τουρνουά και για πρώτη φορά αγωνίστηκε σε κυρίως ταμπλό τουρνουά της ATP στο Ρότερνταμ όπου ηττήθηκε από τον Τσονγκά. Τον Ιούνιο έπαιξε στο κυρίως ταμπλό του Ρολάν Γκαρός, ακολούθησε το Wimbledon, ενώ η πορεία του στο US Open σταμάτησε στον τρίτο προκριματικό γύρο.

Στις 10 Σεπτεμβρίου κατέκτησε το Challenger της Γένοβας και ένα μήνα αργότερα με την νίκη του επί του Χατσάνοβ στην Σανγκάη πήρε την πρώτη του νίκη στο κυρίως ταμπλό τουρνουά της ATP. Όλα τα παραπάνω του έδωσαν την ευκαιρία να μπει για πρώτη φορά στην καριέρα του στο Top100 της παγκόσμιας κατάταξης, κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ άλλος Έλληνας.

ΚΟΡΥΦΗ ΣΤΟ NEXT GEN ΚΑΙ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΟΥ ΠΙΟ ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΟΥ

Έχοντας φάει την κρυάδα της πρώτη συμμετοχής σε μεγάλα τουρνουά ως άνδρας, το 2018 ήταν εντελώς διαφορετικό για τον Στέφανο Τσιτσιπά. Μπορεί το ξεκίνημα του στην χρονιά να μην ήταν το καλύτερο δυνατό, όμως από την Άνοιξη και μετά πέτυχε τρομερά πράγματα.

Νίκη επί του Τζόκοβιτς και πρόκριση στον τελικό στην Βαρκελώνη όπου έχασε από τον Ναδάλ, πρώτη νίκη σε Grand Slam στο Roland Garros, πρώτος τελικός σε Masters, ήταν μόνο μερικά από τα όσα πέτυχε μέσα στη χρονιά. Τον Οκτώβριο κατέκτησε τον πρώτο του τίτλο σε τουρνουά της ATP στην Στοκχόλμη, ενώ όλα τα προηγούμενα του έδωσαν την πρόκριση στο Next Gen Finals.

Στο Μιλάνο ο Στέφανος Τσιτσιπάς κατέκτησε τον τίτλο και παράλληλα παρέλαβε τον τίτλο του πιο βελτιωμένου αθλητή μέσα στο 2018 έπειτα από σχετική ψηφοφορία. Το τέλος του 2018 τον βρήκε στο Νο15 της Παγκόσμιας κατάταξης και όλα αυτά ήταν απλά το ορεκτικό για το 2019.

ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ ΣΤΟ ATP FINALS ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΘΙΚΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ

Συνολικά, ο Στεφ μέσα στο 2019 αγωνίστηκε σε 27 τουρνουά της ATP στα οποία μέτρησε 54 νίκες και 25 ήττες. Ο μοναδικός που είχε περισσότερες νίκες ήταν ο Μεντβέντεβ που έκλεισε τη χρονιά με 59, ενώ μαζί με τον Τσιτσιπά 54 νίκες είχε και ο Τζόκοβιτς.

Πώς μεταφράζονται αυτές οι 54 νίκες του Στέφανου Τσιτσιπά στα 27 τουρνουά της σεζόν; Στα 15 εξ αυτών έφτασε τουλάχιστον μέχρι τα προημιτελικά, έντεκα φορές προκρίθηκε στον ημιτελικό και τις έξι η πορεία του ολοκληρώθηκε στον τελικό ενός τουρνουά.

Πιο αναλυτικά. Η πορεία του σταμάτησε στα προημιτελικά στο Paris Masters, στο Λονδίνο, στο Σίδνεϊ και στη Σόφια, στα ημιτελικά έφτασε στο Australian Open, στα Masters της Ρώμης και της Σανγκάη, αλλά και στα 500άρι της Ουάσινγκτον και της Βασιλείας.

Οι τελικοί που ήταν απλός φιναλίστ ήταν στη Μαδρίτη, στο Ντουμπάι και στο Πεκίνο, ενώ τα τρία τρόπαια του μέσα στη σεζόν τα κατέκτησε στη Μασσαλία, το Εστορίλ και φυσικά το ATP Finals του Λονδίνου και συγκίνησε όσους τον είδαμε στις μεγάλες μάχες, αποκλειστικά τα κανάλια της Cosmote TV. Εκεί όπου αντιμετώπισε όλους τους κορυφαίους. Αυτοί οι τρεις τίτλοι τον κατατάσσουν στην έκτη θέση της σχετικής λίστας, αφού πέντε τίτλους είχαν οι Τζόκοβιτς και Τιμ, ενώ από τέσσερις μέτρησαν οι Ναδάλ, Φέντερερ και Μεντβέντεβ. Παράλληλα, αξίζει να σημειώσουμε ότι οι έξι συμμετοχές του σε τελικούς είναι η τρίτη καλύτερη επίδοση πίσω από τις εννιά που είχε ο Μεντβέντεβ και τις επτά του Τιμ, ενώ ίδιο αριθμό με τον 21χρονο τενίστα είχαν και οι Φέντερερ και Τζόκοβιτς.

Για να κλείσουμε αυτή τη σύντομη αναδρομή αρκεί να αναφέρουμε πως μέσα στη σεζόν ο Στέφανος Τσιτσιπάς επικράτησε τουλάχιστον από μία φορά απέναντι σε Τζόκοβιτς, Φέντερερ, Ναδάλ, έγινε ο νεαρότερος που το καταφέρνει και σε συνολικά 18 αναμετρήσεις του με Top10 αντιπάλους είχε εννιά νίκες.

Στην παγκόσμια κατάταξη έφτασε μέχρι το Νο5 (μπήκε στο Top-10 πιο γρήγορα από τον Φέντερερ), ενώ την έκλεισε στο Νο6. Όλα αυτά, ενώ είναι ακόμα 21 ετών και είναι ήδη ο κορυφαίος Έλληνας τενίστας όλων των εποχών.

 

Ο Βασίλης Σπανούλης αποκλειστικά στο Sport24.gr: “Αυτοί με εμπιστεύτηκαν και με πίστεψαν”

Είναι ο άνθρωπος της δεκαετίας στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ο θρύλος του Ολυμπιακού. Αυτός που δεν δίστασε να φύγει από τον Παναθηναϊκό για τον αιώνιο αντίπαλο και δικαιώθηκε όσο κανείς άλλος. Ο Βασίλης Σπανούλης αποχαιρετά τα 10 χρόνια που άλλαξαν τη ζωή του, με μια μεγάλη συνέντευξη στο Sport24 gr.

Τον Ιούλιο του 2010 τάραξε τα νερά στο ελληνικό μπάσκετ. Στα 28 του χρόνια, έφυγε από τον Παναθηναϊκό για τον αιώνιο αντίπαλο. Τον Ολυμπιακό. Ήθελε απλά να πάρει το πρωτάθλημα από την Αθήνα και να το στείλει στον Πειραιά. Είχε ένα όνειρο και το έκανε πραγματικότητα. Όχι μόνο μία, αλλά τρεις φορές. Και να ήταν μόνο αυτό… Φορώντας την αγαπημένη του ερυθρόλευκη φανέλα πήγε σε άλλους τέσσερις τελικούς στην EuroLeague και ως MVP του Final Four σήκωσε δύο κούπες.

Μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια ο σπουδαίος αυτός παίκτης έγινε θρύλος. Όχι μόνο του Ολυμπιακού, όχι μόνο του ελληνικού, αλλά ολόκληρου του ευρωπαϊκού μπάσκετμπολ. Ακόμα είναι εδώ και στα 37 του χρόνια βρίσκει τρόπο να γράφει ιστορία… Σπάει τα κοντέρ, οι χιλιάδες πόντοι που έχει βάλει τον έχουν φέρει στην κορυφή. Κι αν για το μπάσκετ στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυτή η δεκαετία έπρεπε να έχει ένα ονοματεπώνυμο, ε δεν τίθεται θέμα. Δεν υπάρχει συζήτηση.

Είναι η δεκαετία “ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ”.

Συνέντευξη στον Σπύρο Καβαλιεράτο και τον Αλέξανδρο Τρίγκα

“Ήταν παραμυθένια η κατάκτηση της EuroLeague το 2012, αλλά η δικαίωση για μένα ήρθε όταν πήραμε το πρωτάθλημα”, λέει γυρνώντας πίσω το χρόνο. Και παρότι έχει καταφέρει όσα κανείς άλλος τη δεκαετία που φεύγει, παραμένει προσγειωμένος. Ταπεινός όσο δεν πάει, θα λέγαμε. “Αν είμαι ο βασιλιάς της δεκαετίας; Δεν θα το πω εγώ, δεν νιώθω άνετα να μιλάω για τον εαυτό μου. Αν είμαι ή όχι βασιλιάς, ας το πουν οι άλλοι”.

Αυτός ακριβώς είναι ο Βασίλης Σπανούλης. Όταν βρίσκεται στο παρκέ, νιώθει άτρωτος. Έξω απ’ αυτό, είναι ένας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους. Και κάνοντας την αναδρομή όσων πέτυχε από το 2010 ως το 2019, γίνεται όσο ποτέ άλλοτε συναισθηματικός. “Όταν συμβαίνουν τα πράγματα δεν τα καταλαβαίνεις. Όταν κοιτάς πίσω, γίνεσαι συναισθηματικός”, παραδέχεται και νιώθει υπερήφανος που έκανε πολλά παιδιά να ασχοληθούν με το μπάσκετ. Όπως έκαναν το 1987 οι παλιότεροι. Και δεν λησμονεί να πει ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο. “Αυτοί με πίστεψαν, αυτοί με εμπιστεύτηκαν και ένα μερίδιο όσων έχω πετύχει, ανήκει σε αυτούς”.

– Το βράδυ της 11ης Ιουλίου 2010 ανακοινώθηκε η απόκτησή σου από τον Ολυμπιακό. Στο μυαλό πολλών αυτή είναι η μεγαλύτερη αθλητική απόφαση της ζωής σου. Εσύ το βλέπεις ως τέτοια;

“Σίγουρα ήταν μια πολύ μεγάλη απόφαση, απόλυτα συνειδητή. Για πολλούς δύσκολη, όπως και για μένα. Ήξερα όμως τι έκανα”.

– Λες ότι ήξερες τι έκανες τότε, υπολόγιζες όμως τι θα ακολουθήσει; Είχες στο μυαλό σου μία τέτοια συνέχεια και συνέπεια;

“Όχι, δεν θα σου πω ψέματα. Μην λέμε ψέματα. Πήρα αυτή την απόφαση, στόχος μου ήταν να πάρουμε ένα πρωτάθλημα στην τριετία, για την οποία είχα υπογράψει τότε. Αυτό ήθελα: ένα πρωτάθλημα. Όπως ξέρουμε, τότε ο Ολυμπιακός είχε πολλά χρόνια να κατακτήσει κάτι, αντικειμενικά ο πιο ρεαλιστικός στόχος ήταν η κατάκτηση του πρωταθλήματος, όχι η EuroLeague. Αυτό ήταν ένα κίνητρο για μένα, να χτίσουμε μια καλή ομάδα για να πάρουμε τον τίτλο στην Ελλάδα. Δεν φανταζόμουν ότι θα παίζουμε σε τελικούς της EuroLeague και θα είμαστε σε θέση να τους διεκδικούμε. Δεν είχα τότε στο μυαλό μου τίποτα απ’ όσα προέκυψαν: ότι θα γίνουμε μια από τις καλύτερες ομάδες στην Ευρώπη, ότι θα φτάσουμε στο σημείο να παίζουμε σε Διηπειρωτικό. Με ρόστερ που δεν πλησιάζουν καν τις μεγάλες ομάδες της EuroLeague”.

– Να τα πάρουμε από την αρχή: Η πρώτη σεζόν στον Ολυμπιακό δεν σε δικαιώνει απόλυτα, ο Παναθηναϊκός κατακτά την EuroLeague και το Πρωτάθλημα. Κλονίστηκες;

“Όταν κάτι δεν πάει καλά, η φιλοσοφία μου είναι να προσπαθήσω να κάνω τα πράγματα να πάνε καλά. Οπότε πάνω σε αυτό θα σου πω πολύ απλά ότι δεν κλονίστηκα. Δεν είμαι της λογικής να τα παρατήσω ή να αφήσω κάτι στη μοίρα του. Δεν θα πω ότι απέτυχα. Θα δουλέψω. Είχα τριετές συμβόλαιο, όχι μονοετές. Οπότε στόχος ήταν σε αυτά τα τρία χρόνια να κάνω την ευχή και τον στόχο μου πραγματικότητα και να κατακτήσω ένα πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό”.

– Την ίδια στιγμή που ο Παναθηναϊκός κατακτά δύο τίτλους, ο Ολυμπιακός μειώνει δραματικά το μπάτζετ. Αποφασίστηκε να ξεκινήσει επί της ουσίας από το μηδέν. Πέρασε καθόλου από το μυαλό σου ότι για άλλα πράγματα ήρθες, κι άλλα προέκυψαν στην πορεία;

“Από το μυαλό μου πέρασαν διάφορα πράγματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν φοβήθηκα. Απλώς, προσπάθησα να μην σκέφτομαι τίποτα, παρά μόνο να δουλεύω σκληρά και να αφήσω τα πράγματα να έρθουν μόνα τους. Δεν έκανα ούτε μεγάλα όνειρα, ούτε μεγάλες σκέψεις. Σου είπα, αυτό που ήθελα ήταν μέσα σε αυτή την -πρώτη- τριετία, να κατακτήσω ένα πρωτάθλημα. Δεν σκεφτόμουν κάτι άλλο. Όταν άλλαξε η ομάδα, προσπάθησα κάθε φορά να δουλεύω όλο και περισσότερο και να βελτιωθούμε όλοι μαζί, ως σύνολο. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή, παρά μόνο η σκληρή δουλειά. Σκοπός πάντα είναι να δημιουργήσεις κάτι, με τα πράγματα που έχεις, όχι με αυτά που δεν έχεις. Ήταν κάτι πολύ πιο δύσκολο από αυτό που περίμενα, αλλά εγώ έπρεπε να το κάνω”.

Δεν με πήρε ποτέ από κάτω…

– Πάμε μετά στη δεύτερη σεζόν στον Ολυμπιακό, όπου παιζόταν την τελευταία αγωνιστική της regular season η πρόκριση στην επόμενη φάση. Εκεί, πώς το αντιμετώπισες; Ήταν μια ομολογουμένως περίεργη κατάσταση αυτή.

“Δεν είπα κάτι. Δεν μου αρέσει να μιλάω ή να λέω πολλά, θέλω να είμαι στο γήπεδο και να παίζω μπάσκετ. Να δείχνω μέσα στο γήπεδο, όσα θέλω. Απλά ήθελα να κάνω όσα περνούσαν από το χέρι μου, για να είναι πετυχημένη η ομάδα. Δεν σκεφτόμουν διάφορα πράγματα. Δεν με πήρε ποτέ από κάτω. Απλά είχα στο μυαλό μου ότι από την στιγμή που η ομάδα ήταν έτσι, θα έπρεπε να κάνω περισσότερα για να είμαστε επιτυχημένοι”.

– Κι η σεζόν καταλήγει όπως θυμούνται όλοι στην Κωνσταντινούπολη. Έχεις μιλήσει εκατοντάδες φορές για την τελευταία φάση του τελικού με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Αλήθεια, πόσες φορές την έχεις δει εσύ;

“Τα παιδιά μου τις βλέπουν τέτοιες φάσεις. Εγώ δεν τα βλέπω αυτά…”.

– Σε έχουν ρωτήσει ποτέ κάτι για αυτό;

“Όχι, δεν με έχουν ρωτήσει κάτι πάνω στο παιχνίδι με βάση αυτό που βλέπουν. Απλά τα έχω πετύχει να παρακολουθούν στο Youtube τις φάσεις μου ή κάποια άλλα πράγματα, στιγμές από το Final Four. Μόνο τότε κάθομαι κι εγώ να δω”.

– Υπάρχει κάποια φάση που έχουν δει περισσότερο;

“Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο, δεν είναι μία φάση ή ένα παιχνίδι. Βλέπουν διάφορα στιγμιότυπά μου. Τους αρέσει το άθλημα, παίζουν κιόλας. Από μόνα τους το κάνουν. Όχι μόνο εμένα, τους αρέσει πολύ για παράδειγμα το ΝΒΑ. Βλέπουν στιγμιότυπα”.

– Έχει τύχει ποτέ να σε πιάσουν μετά στο σπίτι και να σου σχολιάσουν μια φάση ή την απόδοσή σου;

“Συμβαίνει να με βλέπουν στο σπίτι μετά τους αγώνες και να μου λένε “μπαμπά σήμερα δεν έπαιξες καλά” ή “μπαμπά σήμερα ήσουν πολύ καλός”. Όχι να μου πουν γιατί έκανα ή δεν έκανα κάτι στο παιχνίδι”.

– Είχες πει μια ατάκα στα αποδυτήρια στους συμπαίκτες σου: “Ζήστε το αυτό, μπορεί να μην έχουμε άλλη ευκαιρία”. Όταν εν τέλει τα καταφέρατε, ήταν κάτι παραπάνω από αυτό που είχες αρχικά ονειρευτεί να πετύχεις με τον Ολυμπιακό;

“Αυτό το είπα πριν από τον τελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στην Κωνσταντινούπολη. Πραγματικά ήταν μια τεράστια ευκαιρία. Έτσι το έβλεπα, γιατί έτσι ήταν. Ποτέ δεν ξέρεις γενικά αν και πότε θα έχεις άλλη ευκαιρία ή δυνατότητα να διεκδικήσεις ένα τόσο μεγάλο τρόπαιο. Όπως σου ανέφερα νωρίτερα όμως, στόχος μου ήταν ένα πρωτάθλημα. Ξαφνικά όμως βρεθήκαμε σε σημείο να διεκδικούμε τον τίτλο της EuroLeague. Κανένας δεν το περίμενε αυτό, ούτε εγώ ο ίδιος. Δεν θα σου πω ψέματα για αυτό. Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα, που είχαμε έναν αγώνα μπροστά μας για να γίνουμε οι Πρωταθλητές Ευρώπης. Έπρεπε να αρπάξουμε αυτή την ευκαιρία. Είχα λίγη παραπάνω εμπειρία από τα άλλα παιδιά, κι έτσι ήθελα να τους δώσω να καταλάβουν πόσο σημαντικές ήταν εκείνες οι στιγμές”.

Παραμυθένιο αυτό που κάναμε στην Κωνσταντινούπολη

– Μετά την Κωνσταντινούπολη έρχεται ο τίτλος του πρωταθλητή στην Ελλάδα, κι ένα χρόνο αργότερα η δεύτερη σερί κατάκτηση της EuroLeague. Στο Λονδίνο σκέφτηκες καθόλου ότι “πέτυχα ό,τι ήθελα και παραπάνω”; Ήταν ενός είδους δικαίωση όλο αυτό για σένα;

Όταν πήραμε την EuroLeague στην Κωνσταντινούπολη, ήταν κάτι το παραμυθένιο. Στα δικά μου μάτια, η δικαίωση ήρθε με το πρωτάθλημα. Τα υπόλοιπα ήταν απλά παραμυθένια. Δεν τα είχα στο μυαλό μου, ούτε υπολόγιζα ότι θα τα καταφέρουμε με μία τόσο καινούργια ομάδα, με νεαρούς παίκτες. Ας μην γελιόμαστε, ήταν κάτι που ουδείς περίμενε. Ούτε καν, ίσως, να φτάσουμε μέχρι τα playoffs. Παλεύαμε για να περάσουμε από τη μία φάση στην επόμενη. Μετά το πρωτάθλημα του 2012 ένιωσα το συναίσθημα της επιτυχίας. Όταν πήραμε την EuroLeague στο Λονδίνο, ζούσα την στιγμή και απολάμβανα ό,τι γινόταν. Το διασκεδάζαμε όλοι, είχαμε σπουδαία ομάδα”.

– Είπες τη λέξη “παραμυθένιο”. Αυτό που έχεις ζήσει από την πρώτη μέρα που πάτησες το πόδι σου στο γήπεδο τι είναι; Παραμύθι; Μύθος; Πώς θα το χαρακτήριζες, γιατί δεδομένα αυτό που θα αφήσεις πίσω σου είναι κάτι μυθικό.

“Ειλικρινά δεν μπορώ να το δω έτσι γιατί είμαι ακόμη στο γήπεδο και παίζω. Απολαμβάνω την στιγμή, διασκεδάζω με αυτό που κάνω. Νιώθω ευλογημένος που μπορώ να κάνω αυτό το πράγμα. Δεν περίμενα ποτέ να φτάσω σε αυτό το σημείο όταν ξεκινούσα. Το μόνο που σκεφτόμουν είναι να παίζω και να κάνω αυτό που αγαπάω τόσο. Η αγάπη μου για το μπάσκετ ξεπερνάει τα πάντα. Ίσως είναι λίγο κοινότοπο αυτό που θα πω, αλλά κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πόσο μου αρέσει και πόσο αγαπάω αυτό που κάνω. Όπως επίσης πόσες ώρες, πόσες μέρες, πόσα χρόνια έχω σπαταλήσει. Αυτό έχει να κάνει τόσο με το πνευματικό, όσο και με το σωματικό. Σκέφτομαι όλη την ώρα πώς μπορώ να γίνω καλύτερος και να βοηθήσω την ομάδα, πώς μπορούμε όλοι μαζί να γίνουμε καλύτεροι ως σύνολο. Η μεγαλύτερη ευλογία για μένα είναι να μου λένε ότι έχω εμπνεύσει κάποιους να ασχοληθούν με το άθλημα. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα από το να βλέπεις μικρά παιδιά να παίζουν μπάσκετ και να σου λένε ότι εσύ είσαι η αφορμή για αυτό. Δεν συγκρίνεται με τίποτα, ούτε με τίτλους, ούτε με κάτι άλλο. Τότε καταλαβαίνω ότι, όπως λέω και στη γυναίκα μου, ότι κάτι έχω πετύχει. Τότε αισθάνομαι αυτή την εσωτερική ευφορία, να αντιληφθώ πόσα έχω πετύχει. Μου αρέσει τόσο πολύ το μπάσκετ, ζω τόσο έντονα κάθε στιγμή, που δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω γιατί είμαι ακόμη ενεργός. Είναι ακόμη κομμάτι της καθημερινότητάς μου”.

– Πέρα από τις μεγάλες επιτυχίες, υπάρχουν κι οι στιγμές που τελειώνουν με άσχημο τρόπο. Όπως για παράδειγμα οι δύο τελικοί το 2015 και το 2017.

(μας διακόπτει) “Ξέρεις κάτι; Είναι τεράστιο όλο αυτό που έχουμε πετύχει. Όλοι μιλάνε μόνο για την Κωνσταντινούπολη και το Λονδίνο, αλλά αυτό που καταφέραμε επίσης σε Μαδρίτη και Κωνσταντινούπολη είναι πολύ μεγάλο. Σκέψου το λίγο: παίξαμε δύο τελικούς στην έδρα του αντιπάλου. Δεν ήταν ουδέτερο γήπεδο”.

– Τόσο το 2015 όσο και το 2017, ο Ολυμπιακός έχασε στον τελικό κι ο κόσμος έψαχνε τι έφταιγε και δεν ήρθαν οι τίτλοι. Καλομάθατε τους πάντες. Είναι κι αυτό μια “κατάκτηση”, ομολογουμένως.

“Βέβαια, έτσι είναι. Όταν παίρνεις την EuroLeague δύο φορές, πόσω μάλλον σε διαδοχικές σεζόν, ο κόσμος σκέφτεται την τρίτη και την τέταρτη. Κι εμείς αυτό θέλαμε, αλλά παίζει κι ο άλλος. Υπάρχουν οι καλές κι οι κακές στιγμές, πρέπει να το σκεφτόμαστε όλοι αυτό. Μπορεί ο αντίπαλος να βάλει ένα μεγάλο καλάθι, κι εσύ όχι. Μπορεί αυτό το σουτ που ένα χρόνο πριν έβαλες εσύ, τώρα να στο βάλει ο αντίπαλος. Το να έχει μια ομάδα τέτοια διάρκεια είναι κάτι σπουδαίο. Σκέψου ότι είχαμε τρεις διαφορετικούς προπονητές (Ντούσαν Ίβκοβιτς, Γιώργος Μπαρτζώκας, Γιάννης Σφαιρόπουλος), πολλές αλλαγές παικτών. Η ομάδα ποτέ δεν ήταν ίδια, αν εξαιρέσεις τρία ή τέσσερα παιδιά. Πάρε για παράδειγμα τη Ρεάλ Μαδρίτης, δες πόσα χρόνια παίζουν όλοι αυτοί μαζί. Αυτό που κάναμε εμείς, ήταν ακόμη πιο δύσκολο. Ανά δύο χρόνια έπρεπε να βάλουμε άλλους στην εξίσωση. Έφευγε ένα σημαντικό κομμάτι κι ερχόταν ένα άλλο, το οποίο αφορούσε σε παίκτη που δεν ήταν έτοιμος και “ψημένος” από αυτό το επίπεδο. Οπότε ξεκινούσαμε πάλι από την αρχή. Ήταν παίκτες που έρχονταν από πιο μικρές ομάδες κι εμείς προσπαθούσαμε να τους βοηθήσουμε να εξελιχθούν. Μιλάμε για κάτι τρομερά δύσκολο. Ο κόσμος δεν το σκέφτεται αυτό όταν βλέπει έναν αγώνα. Είναι κάτι πολύ δύσκολο. Δεν το λέω αυτό για να ευλογήσω τα γένια της ομάδας, αλλά γιατί έτσι είναι το πράγμα. Είναι διαφορετικό να έχεις έναν προπονητή για πολλά χρόνια και απλά να κάνεις προσθαφαιρέσεις, κι άλλο να έχεις ένα σταθερό πρόγραμμα και απλά να εντάξεις παίκτες σε αυτό. Η ομάδα έδειξε τρομερή διάρκεια, με συνεχόμενους τίτλους και τελικούς”.

– Μήπως μετά το “Γκαλόσημο” πρέπει να αρχίσει η κουβέντα για το “Σπανουλόσημο”;

(γελάει) “Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή. Όποιος έφυγε από τον Ολυμπιακό αυτή την επταετία, από το 2011 έως το 2018, έφυγε με πολύ μεγάλο συμβόλαιο, με τίτλους, με σπουδαίες εμπειρίες. Βλέπεις ότι πλέον αυτοί οι παίκτες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της EuroLeague και βοηθούν άλλες ομάδες να φτάσουν ψηλά. Πραγματικά, ήταν μια επταετία μαγική”.

ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΑ ΣΟΥΤ ΣΤΟ ΟΑΚΑ

– Δύο φορές το τρόπαιο της EuroLeague από τη μία, δύο μεγάλα σουτ στο ΟΑΚΑ (στους τελικούς του 2016) από την άλλη. Ουσιαστικά απέναντι στον Παναθηναϊκό έκανες αυτό που όλα τα παιδιά ονειρεύονται: να κρίνουν έναν τίτλο με δικό τους σουτ στο φινάλε. Μπορείς να βάλεις στη ζυγαριά αυτά τα δύο;

“Ήταν δύο φοβερές στιγμές. Η κάθε στιγμή έχει τη δική της αίγλη. Το να πάρει πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός μέσα στο ΟΑΚΑ, σε ένα γήπεδο που πάντα ήταν πολύ δύσκολο και είχε χρόνια για να κερδίσει, ήταν κάτι μαγικό. Πάντα θα το θυμόμαστε”.

– Μίλησες για “κάτι μαγικό”, για “παραμύθι”. Σε βλέπουμε πιο συναισθηματικό απ’ ό,τι συνήθως…

“Ξέρεις γιατί είμαι πιο συναισθηματικός; Όταν γυρίζεις τον χρόνο πίσω και βλέπεις τι έχεις κάνει και κάτω από ποιες συνθήκες, αντιλαμβάνεσαι τι έχει συμβεί. Όταν τρέχει η σεζόν, δεν το καταλαβαίνεις αυτό. Αν καθίσεις να σκεφτείς τι έχει συμβεί, κατανοείς κάποια πράγματα που είναι πολύ σημαντικά κι έχουν στιγματίσει τόσο εμάς τους ίδιους όσο και τον κόσμο. Δεν είναι μόνο όμορφες στιγμές όμως, δεν έχει μόνο χαρά όλο αυτό. Έχουμε χάσει τελικούς, έχουμε χάσει τίτλους. Είναι στιγμές που σε οδηγούν στην επόμενη”.

– Η συνέχεια παραμένει σπουδαία, παρά το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός σταματάει να κατακτά τίτλους τα τελευταία χρόνια. Έχεις δημιουργήσει μαζί με την ομάδα μια κληρονομιά, το legacy που λένε. Μπήκαν λάβαρα στο ΣΕΦ, που δεν υπήρχαν. Πιστεύεις ότι θα μπορούσαν να είναι κρεμασμένα κι άλλα λάβαρα;

(σηκώνει το βλέμμα του, κοντοστέκεται για λίγο) “Σίγουρα θα μπορούσε, αλλά με το ίδιο σκεπτικό θα μπορούσε να μην έχει τίποτα. Όταν το πάμε έτσι, πρέπει να σκεφτόμαστε τι θα γινόταν αν δεν είχαμε κατακτήσει την EuroLeague σε Κωνσταντινούπολη και Λονδίνο, για παράδειγμα, ή τα πρωταθλήματα. Αυτό που πετύχαμε ήταν κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Ο Παναθηναϊκός της προηγούμενης δεκαετίας ήταν μια ομάδα με τεράστιο προϋπολογισμό, έπαιρνε ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε στην Ευρώπη. Σε αυτή τη δεκαετία βλέπουμε τη Ρεάλ Μαδρίτης να έχει αντίστοιχο προϋπολογισμό, εξαιρετικούς παίκτες και τον ίδιο προπονητή, κι έχει πάρει δύο τίτλους. Η ΤΣΣΚΑ Μόσχας έχει πάρει επίσης δύο φορές την EuroLeague”.

– Επειδή έχεις μεγαλουργήσει τόσο σε αυτή όσο και στην προηγούμενη δεκαετία, αυτή που τελειώνει σε μερικές ημέρες, θεωρείς ότι ήταν πιο δύσκολη;

“Κάθε δεκαετία έχει τον δικό της βαθμό δυσκολίας. Μπορεί να έχει πέσει κάπως η ποιότητα, αλλά έχει ανέβει ο ανταγωνισμός. Είναι πολλές οι καλές ομάδες, αλλά δεν βγαίνουν οι παίκτες που υπήρχαν τα πιο παλιά χρόνια. Για μένα, όπως έχω ξαναπεί, έχει σημασία με ποιον και υπό ποιες συνθήκες κατακτάς έναν τίτλο. Δηλαδή, μπορεί να πάρεις πέντε πρωταθλήματα με μια ομάδα που έχει συνηθίσει να τα παίρνει, να πάρεις ένα πρωτάθλημα με μια ομάδα που δεν το έχει συνηθίσει και να είναι μεγαλύτερο πράγμα. Το ίδιο ισχύει με την EuroLeague. Έχει σημασία όλο αυτό. Όταν πάρεις τίτλο και ξαναπάς σε τελικό την επόμενη χρονιά, αυτόματα αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία και αξία. Όταν παίζεις τελικούς είναι δεδομένα κάτι μεγάλο, αλλά πρέπει να κατακτήσεις το τρόπαιο για να νιώσεις όλη τη χαρά και να περάσει αυτό στον σύλλογο”.

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ “SPANOULIS MENTALITY”

– Κι έχεις φτάσει στο σημείο να γράφεις ιστορία: Σύντομα θα είσαι πρώτος σε πόντους, ενώ είσαι ήδη πρώτος σε αξιολόγηση και σε ασίστ. Κι έχεις φάει το ξύλο της αρκούδας για να το πετύχεις, βάσει του τρόπου με τον οποίο παίζεις.

“Ακόμη και με τον Ερυθρό Αστέρα, πριν μερικές ημέρες έφαγα πολύ ξύλο. (γελάει) Λένε πολλοί ότι έχω εκτελέσει πολλές βολές στην καριέρα μου, αλλά μπορούσα πραγματικά να έχω εκτελέσει ακόμη περισσότερες βάσει του πώς παίζω και τι ξύλο έχω φάει. Πιστεύω ότι όλα έγιναν, κάνοντας αυτό που αγαπάω με τη λογική ότι θέλω να νικήσω σε κάθε παιχνίδι. Ποτέ δεν κοίταξα τα νούμερά μου, με τη λογική του πόσα σουτ κάνω, πόσα βάζω, πόσες ασίστ έχω, πόσα λάθη έχω κάνει. Δεν με νοιάζουν αυτά. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να κερδίσω. Για να το κάνεις αυτό, επειδή το μπάσκετ είναι ομαδικό άθλημα, πρέπει να βάλεις και τους άλλους στο παιχνίδι. Ειλικρινά, θα μπορούσα να έχω πολλούς περισσότερους πόντους, αν δεν σκεφτόμουν να βάλω τους συμπαίκτες μου στο παιχνίδι. Κι αντίστοιχα, πολύ λιγότερα λάθη, αν δεν σκεφτόμουν να τους βάλω στο παιχνίδι. Πολλές φορές έχω στο μυαλό μου να πάρω μια προσπάθεια, αλλά πάντα υπολογίζω ότι κάποιος μπορεί να μην έχει σουτάρει. Όλα τα κάνω με πρόθεση να μπουν όλοι στο παιχνίδι”.

– Τι τίτλο θα έβαζες σε αυτό το τεράστιο επίτευγμα;

“Είναι κάτι σημαντικό γιατί όλοι αυτοί οι πόντοι που έχω βάλει έχουν οδηγήσει σε τίτλους, κι αυτό είναι το πιο σπουδαίο. Πάντα είχα την εμπιστοσύνη των προέδρων, των προπονητών και των συμπαικτών μου, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για μένα. Φέτος, θα προτιμούσα να περάσουμε στα playoffs, από το να σπάσω αυτό το ρεκόρ”.

– Η ταυτότητα λέει ότι γεννήθηκες στις 7 Αυγούστου 1982. Δηλαδή 37 και κάτι… ψιλά. Εσύ πόσο νιώθεις;

“Είναι όλη αυτή η δουλειά που έχω κάνει από μικρό παιδί. Έχω δουλέψει ασύλληπτα. Είναι η αγάπη μου γι αυτό που κάνω, ότι προσέχω πάρα πολύ σε όλα. Τη διατροφή μου, τον ύπνο μου, το σώμα μου. Κι είναι μαζί η δίψα μου για ανταγωνισμό και το να νιώθω σημαντικός για την ομάδα μου. Σίγουρα είναι και το DNA, το μυϊκό μου σύστημα έχει βοηθήσει επίσης”.

– Ξέρεις κάτι όμως; Όσοι έχουν μιλήσει για σένα, το πρώτο που λένε είναι για το πνευματικό σου κομμάτι. Αυτό ξεχωρίζουν. Να το πούμε “Spanoulis Mentality” κατά το “Mamba Mentality”;

(γελάει) “Έχω τη δική μου φιλοσοφία για αυτό. Βάζω πολύ ψηλά τον πήχη, είμαι τελειoμανής. Πολλές φορές αυτό μου κάνει κακό στην προσωπική μου ζωή. Γιατί είναι πραγματικά πολλές οι φορές που δεν κοιμάμαι, κάθομαι και σκέφτομαι για τα παιχνίδια. Δοκιμάζω τα όριά μου, πολλές φορές”.

Στην Ελλάδα έχουμε εμπάθεια με την ηλικία

– Το κοντέρ γράφει 4.000+ πόντους και… έχουμε ακόμα. Μια πάσα όμως είναι πιο σημαντική;

“Την Κωνσταντινούπολη λες ε; Είναι αυτό που σου είπα πριν, ποτέ δεν σκέφτομαι ότι πρέπει ντε και καλά να βάλω εγώ το καλάθι. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να κερδίσει η ομάδα μου, κι αν δω τον συμπαίκτη μου σε καλύτερο σημείο ή σε καλύτερη κατάσταση από μένα, εννοείται πως θα τον εμπιστευτώ. Πόσω μάλλον στην προκειμένη περίπτωση, που ήταν εκεί ο Γιώργος (Πρίντεζης) και πήρε ένα “δικό του” σουτ”.

– Με τι θα άλλαζες τους χιλιάδες πόντους που έχεις πετύχει στην EuroLeague;

“Με την πρόκριση στα playoffs. Μία ομαδική επιτυχία, οτιδήποτε έχει να κάνει με το καλό της ομάδας, θα το άλλαζα. Τα ρεκόρ είναι προσωπικά, αλλά αυτό που προέχει για μένα είναι η επιτυχία της ομάδας”.

– Ποιος θέλεις να είναι ο επόμενος τίτλος σου;

“Όταν είσαι σε μια ομάδα, αγωνίζεσαι πάντα για να κατακτήσεις τίτλους. Ο τίτλος δεν είναι μόνο να σηκώσεις την EuroLeague, ένα πρωτάθλημα ή ένα κύπελλο, αλλά και να υπερβείς τα όριά σου. Αυτή την στιγμή, έτσι όπως είναι στην κατάταξη η ομάδα, κάτι πάρα πολύ σημαντικό για την ομάδα θα είναι να περάσουμε στα playoffs. Αυτό για μένα, έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα, θα είναι τίτλος η πρόκριση. Θα είναι κάτι πολύ δύσκολο, αλλά γι αυτό είμαστε εδώ και για αυτό θα συνεχίσουμε να παλεύουμε”.

– Πάει αυτή η δεκαετία, τελείωσε. Θα υπάρξει κι άλλη μία για τον Βασίλη Σπανούλη στα παρκέ;

“Όσο μπορώ να παίζω και να βοηθάω την ομάδα μου, όσο νιώθω καλά και είμαι υγιής θα είμαι στο γήπεδο. Δεν κοιτάζω μακριά, πηγαίνω χρόνο με τον χρόνο. Θέλω να ευχαριστιέμαι κάθε αγώνα. Όταν καταλάβω ότι δεν μπορώ, θα το πω ότι δεν μπορώ. Δεν αργεί αυτή η μέρα, δεν ξέρω πότε θα είναι. Κάποτε θα γίνει κι αυτό. Όταν έρθει, θα σας το πω” (γελάει)

– Πότε βάζεις το όριο για σένα; Ποια είναι η λεπτή γραμμή για σένα;

“Θα παίζω μέχρι όσο νιώθω καλά και μπορώ να βοηθάω την ομάδα μου. Αν νιώσω ότι δεν μπορώ να κάνω καλό στην ομάδα, θα σταματήσω. Δεν θέλω να παίζω απλά για να παίζω, θέλω να παίζω, να είμαι σημαντικός και να κερδίζω”.

– Δεν μπορώ να μην σε ρωτήσω: έχεις βαρεθεί να σε ρωτάνε πόσο θα παίζεις ακόμη; Στο λέω αφενός γιατί είναι μια συζήτηση που κρατάει χρόνια, αφετέρου βλέπουμε για παράδειγμα τον Λουίς Σκόλα να πλησιάζει τα σαράντα και να αποθεώνεται, να μην συζητιέται ότι είναι μεγάλος και πρέπει να σταματήσει.

“Έχεις δίκιο σε αυτό. Ακούω αυτή την ερώτηση εδώ και έξι χρόνια, από τα 33 μου. Όχι μόνο πόσο θα παίζω. Κι άλλα. Ότι έχω μεγαλώσει, ότι έχω γεράσει. Ότι πρέπει να παίζω λιγότερο. Δηλαδή αποφασίζουν οι άλλοι πόσο θα παίξω; Ο μεγαλύτερος καθρέφτης για τον κάθε αθλητή είναι το γήπεδο, κι ο εκάστοτε προπονητής θα αποφασίσει τι ρόλο θα έχει ο παίκτης στην ομάδα. Ο θεατής σίγουρα έχει άποψη και κρίση, που είναι σεβαστές. Πρέπει όμως πάντα να κοιτάμε το γήπεδο. Έχουμε μια εμπάθεια με την ηλικία στην Ελλάδα”.

– Τι ρόλο έχουν παίξει στη δική σου πορεία κι εξέλιξη, στην πραγματοποίηση των ονείρων σου ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος;

“Είναι οι άνθρωποι που με πίστεψαν, με εμπιστεύτηκαν. Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι με έφεραν στον Ολυμπιακό, αλλά και με το ότι η ομάδα χτίστηκε γύρω μου. Σε πολύ δύσκολες εποχές κατάφεραν να δαπανήσουν χρήματα για να κρατήσουν εμένα κι άλλα παιδιά εδώ. Παρά τις δύσκολες συνθήκες που υπάρχουν, πάντα θέλουν να έχουν την ομάδα ψηλά. Είναι οι άνθρωποι με τους οποίους από τότε που ήρθα στον Ολυμπιακό, μαζί πετύχαμε όλα αυτά τα σημαντικά πράγματα. Είναι οι πρωτεργάτες της ομάδας, όλα ξεκινούν από τη διοίκηση. Σίγουρα ένα μερίδιο όσων έχω πετύχει, τους ανήκει. Με εμπιστεύτηκαν και τους ευχαριστώ για αυτό. Το εκτιμώ ότι σε δύσκολες εποχές, μάτωσαν οικονομικά για να έχουν την ομάδα σε ανταγωνιστικό επίπεδο και να είμαστε σε θέση να διεκδικούμε τίτλους”.

ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΠΑΙΞΕΙ

– Απωθημένα υπάρχουν; Κι αναφέρομαι στην Εθνική. Ή θεωρείς ότι τα έκανες όλα την προηγούμενη δεκαετία και δεν υπάρχει κάτι;

“Καταφέραμε να πάρουμε τρία μετάλλια με την Εθνική. Απ’ όλα όσα έχω κάνει, αυτό που μου λείπει είναι ένα ολυμπιακό μετάλλιο. Γι αυτό, εγώ έβγαλα τα μάτια μου. Στο ματς με την Αργεντινή το 2008. Ήταν στα χέρια μου να γίνει αυτό. Είναι κάτι που μου λείπει. Στη ζωή όμως δεν μπορείς να τα έχεις όλα”.

– Δεύτερη ερώτηση για απωθημένα. Το ΝΒΑ είναι; Θα το προσπαθούσες;

“Πήγα στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Επειδή, όπως όλα τα παιδιά, είχα ένα όνειρο να παίξω στο ΝΒΑ, έγινε μια τελείως λάθος συνεννόηση ανάμεσα στον προπονητή και τον General Manager. Δεν ρώτησα τίποτα, δεν ήξερα πού πήγαινα. Αν το έκανα ξανά, θα πήγαινα σε πιο σωστή και ευρωπαϊκή ομάδα”.

– Υπάρχει κάποιο παιχνίδι που θα ήθελες να ξαναπαίξεις;

“Θα έπαιζα πάλι τον πέμπτο τελικό με τον Παναθηναϊκό στο ΣΕΦ το 2017 και τους δύο τελικούς της EuroLeague σε Μαδρίτη (2015) και Κωνσταντινούπολη (2017). Πιστεύω με τη Ρεάλ Μαδρίτης είχαμε πολύ περισσότερες πιθανότητες σε σχέση με το παιχνίδι απέναντι στη Φενέρμπαχτσε. Τότε, η Φενέρμπαχτσε ήταν σε τρομερή κατάσταση κι έπαιζε μπροστά σε 17.000 οπαδούς της. Με όποιον και να έπαιζε, δεν θα έχανε. Για ουδέτερο γήπεδο δεν το συζητάω, θα είχαμε πολύ περισσότερες πιθανότητες”.

– Πώς σου φαίνεται που ο Λούκα Ντόντσιτς έχει εσένα για ήρωα; Ένα… παιδί, που σε ηλικία 20 ετών κάνει ό,τι θέλει στο ΝΒΑ.

“Είναι τιμητικό. Δεν είναι όποιος κι όποιος, είναι ένα φαινόμενο. Παίκτης που βγαίνει κάθε πενήντα χρόνια. Όταν ακούς ένα παιδί σαν τον Λούκα Ντόντσιτς να μιλάει έτσι για σένα, δεν μπορεί παρά να είναι τιμητικό. Νιώθω πολύ περήφανος για αυτό. Είναι μια ηθική ανταμοιβή για όλες τις ώρες που έχω δουλέψει κι έχω περάσει στο γήπεδο και το γυμναστήριο”.

– Με αφορμή τα πολλά μεγάλα σουτ που έχεις βάλει στη διάρκεια της καριέρας σου, στα social media κυκλοφορεί συχνά η άποψη πως τρία είναι τα πράγματα που είναι αναπόφευκτα: ο θάνατος, οι φόροι και το μεγάλο σουτ του Βασίλη Σπανούλη.

“Έτσι όπως το λένε, είναι τιμητικό. Δείχνει και μου θυμίζει ότι έχω βάλει πολλά σουτ, αλλά το να χρησιμοποιούν αυτές τις εκφράσεις για μένα προφανώς το κάνουν για να με τιμήσουν. Τους ευχαριστώ. Μακάρι να βάλω κι άλλα και να συνεχίσουν να το λένε”.

– Πριν από μερικά χρόνια, σε ένα promo της EuroLeague παρουσιαζόσουν ως ο βασιλιάς με το στέμμα. Είναι εικόνα – αποτύπωμα της δεκαετίας; Είναι κάπως… σπανουλική αυτή η δεκαετία.

(γελάει) “Δεν μου αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου, δεν νιώθω άνετα. Εμένα μου αρέσει να παίζω. Οι άλλοι πρέπει να μιλάνε για μένα, όχι εγώ για τον εαυτό μου. Αν είμαι ή όχι βασιλιάς, ας το πουν οι άλλοι”.

Το legacy του Βασίλη Σπανούλη είναι τεράστιο! Είναι ο παίκτης – συνώνυμο της σκληρής δουλειάς, της αυτοπεποίθησης και της αποφασιστικότητας. Χωρίς να τον ενδιαφέρουν οι πιθανότητες για να πετύχει. Ποιος άλλωστε μπορεί να παραγνωρίσει πως το καλοκαίρι του 2010, αψήφησε τις… πιθανότητες και επέλεξε έναν (πιο) δύσκολο δρόμο για να φτάσει στην κορυφή. Ξεκίνησε από το “μηδέν” και κατάφερε να γράψει ιστορία. Ο Βασίλης Σπανούλης είναι ο άνθρωπος της δεκαετίας σε Ελλάδα και Ευρώπη. Κι ως τέτοιος θα μνημονεύεται για πάντα. Είναι ο θρύλος του Θρύλου!

Photo Credits: Φραντζέσκα Watkinson

Πλάνα – Μοντάζ: Χρήστος Πανάγος – Φραντζέσκα Watkinson