Άκρα του τάφου σιωπή από τον Στουρνάρα — Οι μάρτυρες καίνε τον «αδιευκρίνιστο» Λοβέρδο

Εκτός από τις περιπτώσεις των Ανδρέα Λοβέρδου, ∆ηµήτρη Αβραµόπουλου και Αδωνη Γεωργιάδη, το βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου θέτει νέα δεδοµένα και για τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), ο οποίος τηρεί σιγή ιχθύος. Οι ανώτατοι δικαστές Αρείου Πάγου και ΣτΕ «προσυπέγραψαν» την καταγγελία του Νίκου Μανιαδάκη περί απειλών του Γιάννη Στουρνάρα κατά των προστατευόµενων µαρτύρων και των εισαγγελέων κατά της διαφθοράς.

Η αναγνώριση της καταγγελίας του πρώην προστατευόµενου µάρτυρα από το δικαστικό συµβούλιο ενισχύει και «κουµπώνει» µε τις αποκαλύψεις που επιφύλασσε κατά την κατάθεσή του στην ανακρίτρια Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου ο εκδότης του Documento. Ο Κώστας Βαξεβάνης κατέθεσε και δηµοσιοποίησε ηχητικό ντοκουµέντο µε συνοµιλίες που είχε µε τον Ν. Μανιαδάκη, ο οποίος του εκµυστηρεύτηκε πως ο κεντρικός τραπεζίτης τον κάλεσε στην ΤτΕ για να του γνωστοποιήσει πως «θα γαµήσουµε τους µάρτυρες και θα γαµήσουµε και τη ∆ικαιοσύνη». Εν συνεχεία ο πρώην προστατευόµενος µάρτυρας µε την κωδική ονοµασία «Γιάννης Αναστασίου» πέρασε –κατά το κοινώς λεγόµενο– απέναντι και προσπάθησε να διαφύγει από τη χώρα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το σκεπτικό µε το οποίο αρχειοθετήθηκε η δικογραφία που σχηµατίστηκε για τις απειλές του Γ. Στουρνάρα κατά προστατευόµενων µαρτύρων και δικαστικών λειτουργών, µε το βούλευµα που καθιστά την υπόθεση Novartis σκαστό σκάνδαλο πέραν πάσης αµφιβολίας να αποτελεί αιτία για να ανοίξει εκ νέου και το σκέλος που αφορά τον διοικητή της ΤτΕ.

Οι καταγγελίες Μανιαδάκη

Στη σελίδα 267 του πολυσυζητηµένου βουλεύµατος οι εισαγγελείς σηµειώνουν: «Περί τον Οκτώβριο ή Νοέµβριο του 2018, ο Νίκος Μανιαδάκης κατά τη διάρκεια των καταθέσεών του ως προστατευόµενος µάρτυρας στην υπόθεση Novartis εµφανίστηκε στον όγδοο όροφο του κτιρίου της ΓΑ∆Α, όπου βρίσκεται το Τµήµα Προστασίας Μαρτύρων και όπου λαµβάνονταν οι µαρτυρικές καταθέσεις, ενώπιον των εισαγγελέων και τους γνωστοποίησε ότι τον κάλεσε στο γραφείο του στην Τράπεζα της Ελλάδος κάποιο µεσηµέρι ο κ. Στουρνάρας για φαγητό και εκεί του είπε ότι γνωρίζει ότι αυτός (Ν. Μανιαδάκης) ήταν ένας από τους προστατευόµενους µάρτυρες και ότι όταν αλλάξει η κυβέρνηση ο ίδιος (Γ. Στουρνάρας) µαζί µε δύο ακόµη πολιτικά πρόσωπα από τα ερευνώµενα για την υπόθεση είχαν αποφασίσει να τσακίσουν τόσο τους εισαγγελείς όσο και τους µάρτυρες».
Επίσης, τους είπε ότι ο κ. Στουρνάρας του έστελνε απειλητικά µηνύµατα. Εκείνοι τον προέτρεψαν να κάνει σχετική καταγγελία, πλην όµως, στην περίπτωση αυτή θα αποκαλυπτόταν η ταυτότητά του. Η υπόθεση αυτή περατώθηκε µε την υπ’ αρ. πράξη 1170/2020 αρχειοθέτησης της εισαγγελέα πληµµελειοδικών Πειραιά, µε την οποία η εισαγγελέας χαρακτήρισε την πράξη του εγκαλούµενου «ως απειλή σε βάρος των εισαγγελέων».

Εισαγγελική αποδοχή

Οπως γίνεται εµφανές, οι εισαγγελείς δεν εκφράζουν καµία αµφισβήτηση για την καταγγελία του «Γιάννη Αναστασίου» προς τους εισαγγελείς διαφθοράς, µε αφορµή τις απειλές και τους εκβιασµούς του Γ. Στουρνάρα. Αλλωστε είχαν µεσολαβήσει η κατάθεση και δηµοσίευση του ηχητικού από τον Κ. Βαξεβάνη, µε τη µόνη διαφορά πως τα µέλη του δικαστικού συµβουλίου προτιµούν το ρήµα «τσακίσουν» έναντι του «γαµήσουν» που χρησιµοποίησε ο Ν. Μανιαδάκης κατά τη συνάντηση που είχε µε τον εκδότη του Documento.

Αναλυτικά τα επίµαχα αποσπάσµατα από τις συνοµιλίες Βαξεβάνη – Μανιαδάκη κατά τη συνάντηση που διεξάχθηκε στον ∆ιόνυσο την 1η Μαΐου 2018:

Μανιαδάκης: Κοίταξε, εγώ ετοιµάζοµαι τώρα να δεχτώ επίθεση από τους άλλους. Αυτούς που υποστήριξα. Μ’ έχουν βάλει χοντρά στο στόχαστρο.

Βαξεβάνης: Ναι…

Μανιαδάκης: Ε, και τρώω απίστευτο µπούλινγκ.

Βαξεβάνης: Τι σου είπε ο Στουρνάρας; Ο Στουρνάρας τι σου είπε;

Μανιαδάκης: Ε, κοίτα… Ρε παιδί µου, έχει πολωθεί πολύ το πράγµα. Αυτός είναι τριάδα µε τους άλλους δύο.

Βαξεβάνης: Βενιζέλο, Σαµαρά…

Μανιαδάκης: Και µε φώναξαν µέσα και µου είπαν ότι θα µε γαµήσουν. Πολύ απειλητικό.

Βαξεβάνης: Ναι µωρέ, εντάξει. Να σου πω, ήταν και οι τρεις µαζί; Αυτός… Και σου είπε ότι θ’ αλλάξουµε το πλαίσιο…

Μανιαδάκης: Μην ξεφύγει τίποτα γιατί θα µε γαµήσουν.

Βαξεβάνης: Καλά, είσαι µε τα καλά σου; Απλά πρέπει να ξέρω.

Μανιαδάκης: Κοίτα, µε φώναξαν… Οι δυο µας ήµασταν έτσι; ∆εν ήταν κανείς.

Βαξεβάνης: 20 Απριλίου;

Μανιαδάκης: ∆εν θυµάµαι τώρα… Ναι… Τώρα, την προπερασµένη Παρασκευή. […]

Βαξεβάνης: Τι σου έλεγε δηλαδή; Οτι θα σε γαµήσει;

Μανιαδάκης: Οτι θα γαµήσουµε τους µάρτυρες και θα γαµήσουµε και τη ∆ικαιοσύνη.

Βαξεβάνης: Και τους εισαγγελείς δηλαδή.

Μανιαδάκης: Οτι µόλις βγουν πάνω θα περάσουν νοµοθεσία γι’ αυτό.

Βαξεβάνης: Τι νοµοθεσία;

Μανιαδάκης: Ξέρω γω;

Βαξεβάνης: Οτι επιτρέπεται να γαµάνε µάρτυρες και τη ∆ικαιοσύνη;

Μανιαδάκης: Μου είπε ότι πρώτον, ο Βενιζέλος του λέει ότι δεν το είπα εγώ ότι… των µαρτύρων είναι… [ακατάληπτο] έτσι και όλα αυτά, ότι θα περάσουν νοµοσχέδιο. Με φωνάξατε λέω του πρόεδρου γιατί έχετε την αίσθηση ότι είµαι µάρτυρας; Λέει ναι. Η Νέα ∆ηµοκρατία αυτό λέει.

Η περίεργη αρχειοθέτηση

Τον ∆εκέµβριο του 2020 αρχειοθετείται (αρ. 1170/16.12.2020) από την αντεισαγγελέα πληµµελειοδικών Πειραιά Χαρίκλεια Θάνου η δικογραφία που σχηµατίστηκε µε αφορµή την καταγγελία Μανιαδάκη.

Το σκεπτικό της αντεισαγγελέα προκαλεί ερωτήµατα, καθώς µιλά για «µελλοντικό κακό» και δεν εντοπίζει «σύνδεσµο µεταξύ της απειλής και της επιδιωχθείσης παράλειψης ή ανοχής». Συγκεκριµένα, έκρινε ότι επρόκειτο για «µελλοντικό κακό που δεν εξαρτάται ούτε καν έµµεσα από τους απειλούντες, ενώ λείπει και ο απαιτούµενος αιτιώδης σύνδεσµος µεταξύ της απειλής και της επιδιωχθείσης παράλειψης ή ανοχής των εξαναγκαζόµενων προσώπων».

Μάλιστα, αίσθηση προκαλεί ότι προτού καταλήξει σε αυτό το µετέωρο συµπέρασµα, η αντεισαγγελέας αναφέρει την απειλή «όταν αλλάξει η κυβέρνηση θα τσακίσουν τους εισαγγελείς και τους µάρτυρες» και προσθέτει: «Κι αν ακόµα ήθελε υποτεθεί ότι ειπώθηκε». ∆ηλαδή και να ειπώθηκε κάτι τέτοιο κατά εισαγγελέων και προστατευόµενων µαρτύρων, η αντεισαγγελέας κρίνει πως δεν προκύπτει κανένα ζήτηµα…

 

Οι μάρτυρες καίνε τον «αδιευκρίνιστο» ΛοβέρδοΟι μάρτυρες καίνε τον «αδιευκρίνιστο» Λοβέρδο

Νέα δεδοµένα στην υπόθεση Novartis και ειδικά σε ό,τι αφορά την εµπλοκή του πρώην υπουργού Υγείας Ανδρέα Λοβέρδου δηµιουργούν το απαλλακτικό βούλευµα που εξέδωσε το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο και όσα αναφέρονται σε αυτό. Ηδη την περασµένη Παρασκευή ο εκδότης του Documento Κώστας Βαξεβάνης διαβίβασε µέσω του νοµικού συµβούλου της εφηµερίδας Γιάννη Απατσίδη στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών το βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου, ζητώντας από την εισαγγελία να εκτιµηθεί ως νέο στοιχείο, βάσει του οποίου θα γίνει επανεξέταση της υπόθεσης Λοβέρδου για το σκάνδαλο Novartis.

Η υπόθεση µε την ποινική δίωξη Λοβέρδου για δωροληψία εξακολουθεί άλλωστε να παραµένει ανοικτή στη ∆ικαιοσύνη. Συγκεκριµένα, πριν από λίγες µέρες η εισαγγελέας πρωτοδικών Μαρία Κάψου εισηγήθηκε προς το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών την απαλλαγή του πρώην υπουργού Υγείας και πλέον αναµένεται η κρίση του δικαστικού συµβουλίου. Με τη µόνη διαφορά ότι η απαλλακτική εισήγηση της εισαγγελέα Κάψου στηρίχτηκε σε µια προβληµατική έως ανύπαρκτη ανακριτική διαδικασία, ενδεχοµένως και µεθοδευµένη από την ανακρίτρια Γλυκερία-Λουίζα Ιωαννίδου, προτού προκύψουν τα νέα δεδοµένα από το απαλλακτικό βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου.
Ας πάρουµε όµως τα πράγµατα από την αρχή.

Η ανύπαρκτη ανακριτική διαδικασία

Σύµφωνα µε όσα αναφέρονται στο διαβιβαστικό του νοµικού συµβούλου της εφηµερίδας Γ. Απατσίδη προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, «το υπ’ αριθµ. 25/2022 αµετάκλητο Βούλευµα του ∆ικαστικού Συµβουλίου […] συνιστά νέο στοιχείο, που στηρίζεται στην αξιολόγηση των ίδιων στοιχείων της εν θέµατι δικογραφίας, αλλά και άλλων στοιχείων». Η απαλλακτική για τον Λοβέρδο εισήγηση της εισαγγελέα Μ. Κάψου προς το δικαστικό συµβούλιο για την πράξη της δωροληψίας πολιτικού προσώπου κατ’ εξακολούθηση, µε το σκεπτικό ότι «δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής», είχε στηριχτεί στα δεδοµένα που είχαν προκύψει από την ανακριτική διαδικασία που είχε ακολουθήσει η κ. Ιωαννίδου. Πρόκειται για την ανακρίτρια η οποία, αφού κράτησε τη δικογραφία Λοβέρδου για τη Novartis στο συρτάρι της επί τρία χρόνια χωρίς να προβεί σε καµία επί της ουσίας ανακριτική πράξη, επιχείρησε να «καθαρίσει» τον Λοβέρδο λίγο πριν από τις εσωκοµµατικές εκλογές στο ΚΙΝΑΛ µε το σαθρό επιχείρηµα της δήθεν παραγραφής των αδικηµάτων. Παρά το γεγονός ότι για κάτι τέτοιο είχε αποφανθεί η Βουλή από το 2018.

Στη συνέχεια το δικαστικό συµβούλιο έκρινε ότι δεν υπάρχει καµία παραγραφή και διέταξε να συνεχιστεί η ανάκριση για τον Λοβέρδο, υιοθετώντας πλήρως την εισαγγελική πρόταση του εισαγγελέα Ιωακείµ Κασωτάκη, η οποία περιείχε ένα συγκλονιστικό νοµικό σκεπτικό που αποδοµούσε πλήρως την επιχειρηµατολογία της ανακρίτριας Ιωαννίδου.

Τελικά η ανακρίτρια Ιωαννίδου αποφάσισε στη συνέχεια να περατώσει την ανακριτική διαδικασία µε τυπικές κλήσεις και διαβίβασε τη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών. Η εισαγγελέας Μ. Κάψου, που χρεώθηκε τη δικογραφία Λοβέρδου µε τις διαπιστώσεις της ανακρίτριας Ιωαννίδου, συνέταξε απαλλακτική εισαγγελική πρόταση προς το δικαστικό συµβούλιο. Ωστόσο το απαλλακτικό βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου που εκδόθηκε την Πέµπτη 30 Ιουνίου δηµιουργεί νέα δεδοµένα, καθώς καταλήγει στο συµπέρασµα ότι υπάρχει σκάνδαλο Novartis και σε καµία περίπτωση δεν ήταν σκευωρία.

Τα νέα δεδοµένα µετά το βούλευµα

Για τον λόγο αυτό ο εκδότης του Documento ζητεί µέσω του νοµικού συµβούλου Γ. Απατσίδη να «διαβιβαστεί το βούλευµα στην Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, κ. Μ. Κάψου, ώστε να υποβάλει συµπληρωµατική εισαγγελική πρόταση, ως οφείλει, αλλά και στο Συµβούλιο Πληµ/κών Αθηνών, για να το αξιολογήσει ως νέο στοιχείο στη σε βάρος του Ανδρέα Λοβέρδου ποινική δικογραφία».

«Αφού αξιολογηθεί το αποστελλόµενο Βούλευµα, και ζητηθεί να εγχειριστεί στη δικογραφία, σε βάρος του Ανδρέα Λοβέρδου, η πλήρης δικογραφία που εκκρεµεί στον Αρειο Πάγο, και εφ’ ης εξεδόθη το υπ’ αριθµ. 25/2022 αµετάκλητο Βούλευµα, που αποφαίνεται περί της πρόδηλης αξιοπιστίας των προστατευοµένων µαρτύρων κ.ά., καταλήγοντας ότι υπήρχε σκάνδαλο Novartis, και ουχί σκευωρία, παρακαλούµε πολύ να διαταχθεί η συνέχιση της ανάκρισης, για τη διενέργεια επειγουσών ανακριτικών πράξεων, που σκοπίµως δεν έλαβαν χώρα επί τρία ολόκληρα χρόνια, και τη λήψη της απολογίας του κατηγορουµένου, µε την επιφύλαξη του εκδότη της εφηµερίδας, παντός νοµίµου δικαιώµατός του, ως άδικα κατηγορουµένου, και ήδη αµετάκλητα αθωωθέντος, για την κατάχρηση εξουσίας, που παρατηρήθηκε, και στη συγκεκριµένη δικογραφία» ανέφερε µεταξύ άλλων προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ο νοµικός σύµβουλος του Documento Γ. Απατσίδης.

Η εισαγγελική πρόταση έχει ανατραπεί

Η απαλλακτική εισαγγελική πρόταση της εισαγγελέα Κάψου για τον Λοβέρδο είχε στηριχτεί σε µεγάλο βαθµό στην αποδόµηση της αξιοπιστίας και της σηµαντικότητας των προστατευόµενων µαρτύρων. Ειδικότερα, στην εισαγγελική πρότασή της επισηµαίνεται ότι οι κατηγορίες περί λήψης «δώρων και ωφεληµάτων» προς τον Ανδρ. Λοβέρδο βασίστηκαν «σχεδόν αποκλειστικά στις ένορκες καταθέσεις των προστατευόµενων µαρτύρων». Το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο όµως είχε άλλη άποψη για τους προστατευόµενους µάρτυρες. Σύµφωνα µε το απαλλακτικό βούλευµα, οι προστατευόµενοι µάρτυρες προσεγγίστηκαν από τους πρώην εισαγγελείς κατά της διαφθοράς επειδή γνώριζαν «ουσιώδη πράγµατα για τις διερευνώµενες πράξεις και πρόσωπα» λόγω και των θέσεων που κατείχαν. Αλλωστε οι δύο από αυτούς ήταν «σηµαντικά» στελέχη της Novartis Hellas και ο τρίτος µάρτυρας στέλεχος του υπουργείου Υγείας. Με απλά λόγια, το δικαστικό συµβούλιο αναγνωρίζει πόσο σηµαντικοί είναι οι µάρτυρες λόγω και των θέσεων που κατείχαν, κάτι που τους έδινε πρόσβαση σε καταστάσεις και γεγονότα κρίσιµα για το σκάνδαλο Novartis.

Σε άλλο σηµείο της εισαγγελικής πρότασης της Μ. Κάψου υπογραµµίζεται ότι «οι προστατευόµενοι µάρτυρες στις ανωτέρω καταθέσεις τους δεν διαλαµβάνουν κανένα περιστατικό του οποίου να έχουν ιδία αντίληψη, παρά εκθέτουν όσα, κατά τις δηλώσεις τους, τους είχε εκµυστηρευτεί σε ανύποπτο χρόνο ο Κωνσταντίνος Φρουζής».

Πλέον όµως µε την έκδοση του απαλλακτικού βουλεύµατος και την αναγνώριση της αξιοπιστίας των προστατευόµενων µαρτύρων, όσα αναφέρουν αποκτούν άλλη διάσταση. Για παράδειγµα, χαρακτηριστικά είναι η κατάθεση της προστατευόµενης µάρτυρα «Αικατερίνης Κελέση», η οποία ανέφερε ότι ήταν «παρούσα σε τηλεφωνική επικοινωνία του κατηγορούµενου (Λοβέρδος) µε τον Φρουζή, µετά την οποία ο Φρουζής την ενηµέρωσε ότι ο κατηγορούµενος απαίτησε να του χορηγηθούν µετρητά σε βαλίτσα…». Από τη στιγµή που το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο αναγνωρίζει την αξιοπιστία της, η µαρτυρία της αποκτά άλλη σηµασία. Αλλωστε η ίδια έχει καταθέσει ότι ήταν παρούσα σε τηλεφωνική συνοµιλία Φρουζή – Λοβέρδου και δεν βασίστηκε µόνο σε εκµυστηρεύσεις του πρώην ισχυρού άνδρα της Novartis.

Οι καταθέσεις «Σαράφη» και το σηµείωµα Βουλκίδη

Ακόµη ένα σηµείο το οποίο αποκτά άλλο ενδιαφέρον πλέον είναι και όσα είχε καταθέσει ο προστατευόµενος µάρτυρας «Μάξιµος Σαράφης» για τον «µηχανισµό ξεπλύµατος» µέσω της εταιρείας Ιατρικές Εξελίξεις ΕΠΕ του Εµµανουήλ Βουλκίδη. Σύµφωνα µε τον µάρτυρα «Σαράφη», «την 6.12.2010 ο Βουλκίδης µέσω του µηχανισµού ξεπλύµατος επέστρεψε στον Φρουζή, τον οποίο συνάντησε στο γραφείο του, το ποσό των 58.000 ευρώ».

Σε άλλη κατάθεση αναφέρεται ότι «για την τιµολόγηση του Gilenya» ο Εµµ. Βουλκίδης εξέδωσε 18 εικονικά τιµολόγια, συνολικής αξίας 90.000 ευρώ, τα οποία παραδόθηκαν από τον Ν. Μανιαδάκη στον κατηγορούµενο (Λοβέρδο). Και τα 18 τιµολόγια προσδιορίστηκαν µε ποσά και ηµεροµηνίες από τον προστατευόµενο µάρτυρα.

Επίσης στο σπίτι του Εµµ. Βουλκίδη είχε κατασχεθεί ένα χειρόγραφο σηµείωµά του στο οποίο υπάρχει η σηµείωση «2010, 6/12/2010 58.000». Στο ίδιο ιδιόχειρο σηµείωµα αναγράφονται οκτώ ποσά που φέρεται να δόθηκαν από τον Φεβρουάριο του 2011 έως τον ∆εκέµβριο του 2011, τα οποία αθροίζει ο ίδιος ο Βουλκίδης στο συνολικό ύψος των 90.000 ευρώ. Το ποσό αυτό ταυτιζόταν πλήρως µε τις καταθέσεις του «Μάξιµου Σαράφη» για τις φερόµενες µίζες που δίνονταν στον Ανδρ. Λοβέρδο. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρχε καµία αναφορά σε αυτό στην απαλλακτική εισήγηση της εισαγγελέα Κάψου. Παρά το γεγονός ότι επιβεβαιωνόταν ο προστατευόµενος µάρτυρας, ο οποίος πλέον κατά το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο έχει αξιοπιστία.

Όσα έλεγε ο Μανιαδάκης δεν έχουν αξία;

Ενα επιπλέον σηµείο στο οποίο η απαλλακτική εισαγγελική πρόταση πάσχει είναι και το ότι η εισαγγελέας Κάψου δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη όσα κατέθετε ως προστατευόµενος µάρτυρας ο Ν. Μανιαδάκης µε το ψευδώνυµο «Γιάννης Αναστασίου» για την περίοδο της υπουργίας Λοβέρδου.
«…Υπάρχουν στα δηµοσιευµένα δελτία τιµών πολλές υπερτιµολογήσεις φαρµάκων […] Καθόσον τα ως άνω πρόσωπα (σ.σ.: Ζωή ∆έδε, Νίκος Μανίας, Νίκος Καραπάνος) συγκαταλέγονταν στους στενούς συνεργάτες του υπουργού, θεωρώ ότι ήταν λογικά αδύνατον ο υπουργός να µη γνωρίζει τα παραπάνω, δεδοµένου ότι αυτός είχε και την ευθύνη της εγκρίσεως των τιµών µε την υπογραφή του» είχε αναφέρει µεταξύ άλλων ο Ν. Μανιαδάκης ως «Γιάννης Αναστασίου».

Η εισαγγελέας Κάψου στην πρότασή της απλώς ανέφερε ότι ο Μανιαδάκης στη διάρκεια της θητείας του κατηγορούµενου Λοβέρδου δεν είχε κάποια ανάµειξη σε θέµατα τιµολόγησης. Μόνο που αναφορικά µε τον Ν. Μανιαδάκη το βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου αποδόµησε πλήρως τον ισχυρισµό ότι ήταν «άτυπος σύµβουλος» των υπουργών Υγείας. Κι αυτό γιατί, όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται, ο Ν. Μανιαδάκης «είχε θέση στο υπουργείο Υγείας».

Τι θα πράξει το δικαστικό συµβούλιο;

Τα νέα δεδοµένα που έχουν προκύψει και ανατρέπουν την απαλλακτική εισήγηση της εισαγγελέα Κάψου εγείρουν όµως ερωτήµατα και για το δικαστικό συµβούλιο το οποίο θα κληθεί να αποφασίσει εάν ο Ανδρ. Λοβέρδος θα παραπεµφθεί σε δίκη η όχι. Σύµφωνα µε νοµικές πηγές, εάν το δικαστικό συµβούλιο υιοθετήσει την απαλλακτική εισήγηση της εισαγγελέα Κάψου, εγείρονται σοβαρά νοµικά ζητήµατα και ενδεχοµένως η υπόθεση θα οδηγηθεί σε δικαστικό αδιέξοδο. Θα δηµιουργηθεί δηλαδή το εξής νοµικό παράδοξο: το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών να υιοθετεί µια εισαγγελική πρόταση της οποίας οι ισχυρισµοί έχουν επί της ουσίας ανατραπεί από βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου.
Αυτός είναι και ο λόγος που προκύπτει το εύλογο ερώτηµα: Θα στηριχτεί το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών σε µια εισαγγελική πρόταση που έχει πλήρως ανατραπεί; Θα αφήσει η ∆ικαιοσύνη, ειδικά µετά την έκδοση του βουλεύµατος από το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο, να µείνει και η υπόθεση του Ανδρ. Λοβέρδου «αδιευκρίνιστη»;